Αν βγαίνει μάλιστα ένα συμπέρασμα από το παρελθόν, αυτό είναι ότι το αριθμητικό άθροισμα δεν αρκεί από πάνω του για να δημιουργήσει δυναμική πολιτικής και εκλογικής πλειοψηφίας όπως -υπό το κράτος του πανικού και της άγνοιας- πιστεύουν πολλοί ότι θα συμβεί εάν ενώσουν μηχανικά τα κομμάτια τους οι σημερινοί επικεφαλής της αντιπολίτευσης. Μια άλλη καθοριστική παράμετρος αποτελεί το πρόσωπο του ηγέτη για το οποίο το έλλειμμα στις μέρες μας είναι οφθαλμοφανές.
Από τις πρώτες μετεμφυλιακές εκλογές του 1950, χρειάστηκε να περάσουν 13 ολόκληρα χρόνια για να καταφέρουν -και υπό εντελώς ειδικές συνθήκες- οι δυνάμεις του κέντρου και της τότε κεντροαριστεράς να αποκτήσουν κυβερνησιμότητα. Και πάλι όμως το ετερόκλητο και ανομοιογενές συνονθύλευμα αποδείχθηκε γρήγορα πολύ εύθραυστο ενώ σχετικά με την “ηγετική φυσιογνωμία” του Γεωργίου Παπανδρέου έχουν καλλιεργηθεί και αρκετοί, υπέρμετροι, μύθοι.
Σε όλη εκείνη την περίοδο, κόμματα και κομματίδια δημιουργούνταν και εξαφανίζονταν με εντυπωσιασμό ρυθμό ενώ παράλληλα οι συμμαχίες μεταβάλλονταν διαρκώς και χωρίς αρχές, με μόνο στόχο την εκλογική επιβίωση των προσώπων που τις συγκροτούσαν. Η αντίπερα -προς τον Ελληνικό Συναγερμό αρχικά και την ΕΡΕ στη συνέχεια- όχθη δεν είχε να παρουσιάσει ένα ισχυρό αντίβαρο εξουσίας, μολονότι προβαλλόταν τότε μάλιστα ο κίνδυνος μιας ισχυροποιούμενης κομμουνιστικής αριστεράς. Αυτό είχε τροφοδοτήσει ένα διαρκή φαύλο κύκλο, σε ανάλογο του οποίου έχει μπει και η σημερινή κεντροαριστερά με αντίστοιχα λάθη και ανεπάρκειες.
Φως στο τούνελ αυτή τη στιγμή δεν φαίνεται με τίποτε, αν και η κυβέρνηση της ΝΔ υπό τον Κ. Μητσοτάκη έχει μπει σε τροχιά αυτοφθοράς όπως μαρτυρούν και τα ποιοτικά στοιχεία όλων πλέον των δημοσκοπήσεων είτε για θέματα όπως η ακρίβεια και τα φορολογικά είτε για την εξωτερική πολιτική. Άλλωστε τουλάχιστον 7 στους 10 πολίτες δηλώνουν συνολικά δυσαρεστημένοι από την κυβέρνηση.
Το αδιέξοδο ομολογήθηκε εμμέσως πλην σαφώς και από τον Στεφ. Κασσελάκη ο οποίος στην προχθεσινή συνέντευξή του στον Ant1 όρισε για πρώτη φορά και ο ίδιος ως πήχη για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης (!!) στις επερχόμενες ευρωεκλογές μόλις το 17-18% των τελευταίων εκλογών. Ακόμη κι αν ορισμένοι θεωρούν ότι είναι χαμηλά αυτός ο πήχης, ηχεί παράλληλα η δήλωση αυτογνωσίας του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Κ. Αρβανίτη “και πάλι καλά που παίρνουμε 14% στις δημοσκοπήσεις!” Πάντως αυτό από μόνο του προοιωνίζεται ένα πολύ μακρύ δρόμο με πολλές λακκούβες και στροφές ενώ οι ευρωκάλπες μετατρέπονται σε ορόσημο για τις περαιτέρω διεργασίες. Έως τότε -και με τον χρόνο αδυσώπητα να κυλά- τα υπάρχοντα κόμματα της αντιπολίτευσης, όπως και αυτά που κυοφορούνται θα δίνουν, κανιβαλίζοντας, τη μάχη, διεκδικώντας για την επόμενη ημέρα την πρωτοκαθεδρία στην “Β’ Εθνική” και όχι κατ’ ανάγκη την άνοδο στη “Super League”. Ενδεικτικό είναι και το γεγονός ότι στην Χαριλάου Τρικούπη στήθηκαν προχθές πανηγύρια επειδή μόνο και μόνο βγήκε δημοσκόπηση που δείχνει το ΠΑΣΟΚ (για πρώτη φορά από το 2012) στη δεύτερη θέση όχι όμως λόγω δικής του σημαντικής ανόδου αλλά εξαιτίας νέας βύθισης του ΣΥΡΙΖΑ.
Στις εκλογές του 1950, το τότε κέντρο εμφανίστηκε τριχοτομημένο με τα κόμματα στα οποία ηγούνταν ο Σοφοκλής Βενιζέλος, ο Νικόλαος Πλαστήρας και ο Γεώργιος Παπανδρέου. Οι βραχύβιες κυβερνήσεις Βενιζέλου και Πλαστήρα ακολουθήθηκαν από τις νέες εκλογές του 1951 όπου τα δύο κόμματά τους κατέβηκαν πάλι χωριστά, συγκυβέρνησαν για λίγο εν είδει λυκοφιλίας στη συνέχεια για να καταρρεύσουν ανοίγοντας το δρόμο στην κυριαρχία του Παπάγου την αμέσως επόμενη χρονιά. Στο μεταξύ ο Γ. Παπανδρέου που πάτωσε, στις εκλογές του 1952 αναζήτησε προσωπικό σωσίβιο στη συνεργασία με τον Ελληνικό Συναγερμό ενώ Πλαστήρας και Βενιζέλος προχώρησαν σε μια τεχνητή εκλογική συγκόλληση δίχως όμως αποτέλεσμα. Το γαϊτανάκι των επόμενων εκλογικών αναμετρήσεων δεν ήταν παρά μια αποτυχία μετά την άλλη για το πολυδιασπασμένο κέντρο. Στις εκλογές του 1956 μάλιστα το εκλογικό συνονθύλευμα, απέναντι στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, είχε πάρει την ονομασία “Δημοκρατική Ένωσις” και με επικεφαλής τον …επανακάμψαντα Γ. Παπανδρέου ήταν συνασπισμός κομμάτων και κομματιδίων. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι ότι πέραν των κομμάτων των Παπανδρέου, Βενιζέλου, Καρτάλη, Παπαπολίτη και Μπαλτατζή κάτω από την ίδια στέγη είχαν στριμωχτεί ταυτόχρονα η (“βιτρίνα” του ΚΚΕ) ΕΔΑ υπό τον Ι. Πασαλίδη και τα υπολείμματα της παλαιάς δεξιάς με το Λαϊκόν Κόμμα του Ντίνου Τσαλδάρη. Η εκλογική αποτυχία έφερε εκ νέου τον κατακερματισμό και την περιδίνηση. Δύο χρόνια αργότερα μάλιστα η ΕΔΑ έγινε στις εκλογές αξιωματική αντιπολίτευση και οι Βενιζέλος – Παπανδρέου που κατέβηκαν από κοινού οι δυο τους αυτή τη φορά καταποντίστηκαν. Ούτε στις εκλογές του 1961 η τυχοδιωκτική εκλογική σύμπραξη μπόρεσε να επαναφέρει το κέντρο στην εξουσία. Υπό την “Ένωσι Κέντρου” συγχωνεύτηκαν εννέα κόμματα ενώ συνεργάστηκε μαζί της το (δεξιό) Κόμμα Προοδευτικών του Σπ. Μαρκεζίνη. Το ανομοιογενές και θνησιγενές του εγχειρήματος καταγράφηκε ανάγλυφα όταν μετά τις εκλογικές νίκες του 1963 και 1964 βγήκαν στον αφρό όλες οι αντιθέσεις με αποκορύφωμα τα γεγονότα του καλοκαιριού του 1965.
Στη σημερινή εποχή το πολιτικό τοπίο εξ αριστερών της ΝΔ αναδιαμορφώνεται πλέον με πολλούς μικρούς αλλά κανέναν ισχυρό παίκτη και αντίπαλο. Ακόμη και στον ενδιάμεσο με το ΠΑΣΟΚ χώρο έχουν ακουστεί κατά διαστήματα φωνές -με πιο πρόσφατη της Άννας Διαμαντοπούλου- για “νέο κόμμα” που θα λειτουργούσε ως δορυφόρος της ΝΔ. Αναμένεται και η αυριανή εκδήλωση του Ανδρ. Λοβέρδου που φλερτάρει ανοικτά προς την ίδια κατεύθυνση. Το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ απειλούνται να χάσουν την αποκλειστική εκπροσώπηση της κεντροαριστεράς και από άλλα σχήματα. Μετά την αποχώρηση της “Ομπρέλας” και τις ζυμώσεις για νέο κόμμα μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ (που δεν θα αποκλείει όμως τη συνεργασία και με το ΠΑΣΟΚ!), προστέθηκε μια ακόμη επί του παρόντος κίνηση με την προαναγγελία του Πέτρου Κόκκαλη για τον σχηματισμό “Πράσινου Κόμματος”. Αν υπολογιστεί ότι την ίδια ώρα το ΜέΡΑ25 του Γ. Βαρουφάκη, που ελπίζει σε αναζωογόνηση, επιμένει στην αυτονομία του, ενώ το ΚΚΕ ενισχύεται και υπάρχει παράλληλα -με τις ιδιομορφίες της- και η Πλεύση Ελευθερίας της Ζ. Κωνσταντοπούλου, τότε η βεντάλια των επιλογών εν όψει των ευρωεκλογών (με χαλαρή έτσι κι αλλιώς την ψήφο) δείχνει να απλώνεται ήδη πολύ.
Μέσα σε αυτό το φόντο η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ, που τη τελευταία δεκαετία έγινε ο κορμός της κεντροαριστεράς, είναι πλέον υπαρξιακή. Γι’ αυτό και ο Αλ. Τσίπρας, φροντίζοντας να διαμηνύει με διαρροές την “ανησυχία” του, βγήκε πάλι στο σεργιάνι και -αφού ο στόχος εξοβελισμού του Ευκλ. Τσακαλώτου επιτεύχθηκε- τονίζει (σύμφωνα με πληροφορίες της “κυριακάτικης δημοκρατίας”) προς τα στελέχη με τα οποία συναντάται “μην φύγετε, περιμένετε!”. Ο πρώην πρωθυπουργός, που θέλει να έχει πάντα περισσότερες της μιας εναλλακτικές επιλογές και διαθέτοντας πολιτικό ένστικτο, καταλαβαίνει ότι για να μπορέσει να επανέλθει σε δεδομένη στιγμή και πάντως μετά τις ευρωεκλογές, ως κοινής αποδοχής ενοποιητική λύση στην κεντροαριστερά, θα πρέπει το δημιούργημά του να μην έχει διαλυθεί, εντελώς, από τον εξ Αμερικής διάδοχό του…