Στις διακοπές σου θα παίξεις κομπάρσος σε έργο που έχεις ξαναδεί και δεν σου άρεσε. Το κάνεις από συνήθεια, για τους άλλους
Του Παναγιώτη Λιάκου
Η καλή μέρα φαίνεται από το πρωί και τι καλό να προκύψει όταν έχεις ξυπνήσει από τα άγρια χαράματα για να πας σε κάποιο λιμάνι, σταθμό ΚΤΕΛ, τρένων, λεωφορείων ή αεροδρόμιο ζαλωμένος με περιττούς μπόγους σαν σαλιγκάρι με σιαμαίο αδελφάκι, σαν μουλάρι στον ελληνοϊταλικό πόλεμο; Πόσο καλά μπορεί να εξελιχθεί η περιπόθητη «απόδραση», όταν τρέχεις σαν το σκυλί το μαύρο να προλάβεις και δεν θυμάσαι κι από πάνω αν έσβησες τον θερμοσίφωνα, αν έβγαλες το σίδερο από την πρίζα κι αν έκλεισες το μάτι της κουζίνας; Πόση αισιοδοξία να έχεις για τη συνέχεια της «εκδρομής», όταν την έχεις μετανιώσει πριν καν ξεκινήσεις; Και δεν είναι παράλογο. Μετανιώνεις γιατί θα παίξεις κομπάρσος σε έργο που έχεις ξαναδεί και δεν σου άρεσε. Το κάνεις από σύμβαση. Από συνήθεια. Για τους άλλους. Κι αυτό το έργο που έχεις ξαναδεί το πληρώνεις και στην είσοδο του θεάτρου και στην έξοδο. Πολύς ιδρώτας, πολλή τρεχάλα, πολλά έξοδα και η «χαλάρωση», η «ανάπαυλα» και η «ξεκούραση» θα ισχύσουν μόνο για τα τέκνα της οικογένειας, τα οποία, όταν γεράσεις, θα σε ρωτούν «και τι έκανες εσύ για μένα;» και η ερώτηση τούτη, με τον τόνο που θα υποβάλλεται, θα φέρει και το φορτίο της απάντησης: «ΤΙΠΟΤΑ!» Το ίδιο «ΤΙΠΟΤΑ» είθισται να το ακούς ακριβώς από τα πρόσωπα για τα οποία έχεις κάνει πολλές θυσίες.
Ευρισκόμενος στην αρχή της αδείας και έχοντας πολύτιμη πείρα από το πρόσφατο και απώτερο παρελθόν, αναλογίζεσαι τη συνέχεια, το τι έχεις λαμβάνειν από τη μίνι εκστρατεία.
Εσύ στις αποκαλούμενες «διακοπές» θα έχεις τα ίδια καθήκοντα με εκείνα του θέρους, του χειμώνος και της ανοίξεως: μόνιμος αγγαρειομάχος υπηρεσίας, που του έχουν κολλήσει δύο γαλόνια της συμφοράς για να τον πείσουν ότι είναι διοικητής και να μην γκρινιάζει για τη «μαύρη μονάδα» στην οποία υπηρετεί.
Η καλή μέρα, που φαίνεται από το πρωί, σίγουρα δεν είναι εκείνη στην οποία θα προσπαθείς να μπάσεις τον υπερφορτωμένο σιδερένιο κουβά σου, το αυτοκίνητό σου δηλαδή, σε πλοίο της γραμμής για να απολαύσεις το «απέραντο γαλάζιο» του Αιγαίου. Μόνο οι παρκαδόροι που κοντεύουν στη σύνταξη και έχουν υπομονή ησυχαστού Αγιορείτη μοναχού μπορούν να βγάλουν πέρα αυτή τη δοκιμασία δίχως να αγανακτήσουν και να σκυλοβριστούν με άλλους οδηγούς, το πλήρωμα του πλοίου ή -ο μη γένοιτο και μην το δοκιμάσετε- με λιμενικούς.
Συνεχίζεται…