Tου Θανάση Σκαμνάκη
Είναι δυο κόσμοι υπαρκτοί και αντίθετοι. Ζουν μαζί, επικοινωνούν, διεισδύουν ο μεν στον δε, επιδρούν και επηρεάζονται αλλήλως, παραχωρούν ανθρώπους τους εναλλάξ, κυρίως από τους κάτω κάποιοι ανεβαίνουν στους πάνω και επιτιμούν τους πρώην δικούς τους, περισσότερο σε ρόλους τρίτους ή δεύτερους, υπηρετικούς ως επί το πλείστον, πιο επιθετικοί από τους αυτόχθονες, καθώς προσήλυτοι χρειάζεται να αποδείξουν πρώτα στον εαυτό τους τη νέα κατηγορία που «κατάκτησαν», όπως π.χ. οι γνωστοί της τηλεόρασης.
Οι δυο κόσμοι υπάρχουν και συντηρούνται έτσι, κι όταν έρθει η ώρα ξεχωρίζουν σαφώς και με ένταση. Οι μεν είναι οι θύτες. Και ο θύτης δεν έχει έλεος, εξ ορισμού. Για να μπορείς να εγκληματείς χρειάζεται «θάρρος» και η σχετική πεποίθηση. Ώστε μετά να μπορείς να καμαρώνεις στην οθόνη πως έχεις κάνει ό,τι σου επιβάλλει η τάξη σου και η ηθική της.
Κάθε μέρα ζούμε με τις εικόνες του καθησυχασμού. Και του περιρρέοντος φόβου. Της ανασφάλειας μεν αλλά και της επανάπαυσης. Τίποτα κακό δεν θα μας συμβεί, λέμε. Κι όσα γίνονται και ακούμε λέμε πως δεν μας αφορούν, είναι των άλλων.
Αλλά είναι κάποιες φορές που ξεσπάει μια καταιγίδα και αλλάζει το τοπίο.αι οι άλλοι γινόμαστε εμείς. Οι άνεμοι σκορπάνε τις βεβαιότητες και τις εναπομείνασες ασφάλειες. Και το καταπέτασμα του ναού (που λένε κι οι γραφές, ο Ματθαίος για την ακρίβεια) σχίζεται στα δυο. Και τότε καθένας βρίσκεται στον κόσμο που ανήκει. Οι ψευδαισθήσεις δεν παύουν, αλλά τα μάτια είναι πιο καθαρά και πιο έτοιμα να καταλάβουν.
Τότε οι εικόνες γίνονται σαφείς. Χάνουν τις αποχρώσεις και αποκαλύπτουν τις δυο όψεις με τόση καθαρότητα που σε τυφλώνει και σε εξοργίζει μέχρι εξέγερσης.
Αν υπερβάλλω αρκεί μια εφαρμογή. Ας τοποθετήσουμε δυο πρόσωπα του νεώτερου δράματός μας, το ένα δίπλα στο άλλο, το ένα απέναντι στο άλλο.
Μαρία Καρυστιανού, στη μια. Κώστας Καραμανλής στην απέναντι. Νάτοι οι κόσμοι, με πρόσωπο, όνομα και λόγια.
Η μάνα του κόσμου μας δεν εννοεί να τα μαζέψει. Σκότωσαν, δολοφόνησαν την κόρη της στα Τέμπη. Θα τους βόλευε μια θλιμμένη Παναγία που θα αποσυρόταν στο πένθος και τη σιωπή. Μπορούν να διαχειριστούν τη σιωπή. Δεν κάνει σαματά και βολεύει. Με δυο πατερημά κατά τη συμβουλή των ανώτατων δικαστών και μια εξομολόγηση στον «πνευματικό» – η παλιά δοκιμασμένη συνταγή για να μένουμε πειθήνιοι, ο Θεός επάνω κι ο κυβερνήτης κάτω, ευλόγησον.
Ο αρμόδιος πολιτικός στην ίδια Βουλή, καλείται να απολογηθεί, στους ανθρώπους, στο λαό «του», για τις ευθύνες και την εγκληματική ανευθυνότητα. Αλαζονεία, αναλγησία, αδιαφορία, έλλειψη συναισθήματος και, προφανώς καμία συντριβή.
Αυτοί είναι δυο κόσμοι χωριστά, που δεν ενώνονται. Κι όσο περνάει ο καιρός τόσο μεγαλώνει η απόσταση, ή τουλάχιστον γίνεται πιο φανερή.
Οι δυο πολιτισμοί, οι δυο ηθικές αντιλήψεις, οι δυο πολιτικές και κοινωνικές συμπεριφορές, μπορεί να αλληλοεπηρεάζονται, μπορεί να μπερδεύονται κάνοντας συχνά τα όρια ασαφή, μπορεί να μεσολαβεί η ομίχλη και η σκόνη που σκορπίζουν τα αρμόδια μέσα και όργανα, αλλά όταν έρχεται η ώρα αποκαλύπτουν τη βαθιά χαράδρα που τους χωρίζει.
Όταν οι κάτω αποφασίζουν πως δεν είναι η απελπισία του ανέφικτου και του αναποτελεσματικού που πρέπει να τους ορίζει, αλλά η απόφαση της αντίστασης.
Και τότε η ήττα, κάθε ήττα, αγώνων, επιδιώξεων, ονείρων, μπορεί να γίνει το αντίθετό της.