Ενημερωτικό Portal του Ράδιο Γάμμα 94 FM, Πάτρα
 

Κασσελάκειον Άγος

Ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία δεν χρειάζεται πολιτικούς συνεργάτες, χρειάζεται υπαλλήλους.
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Μια σειρά στελεχών πρώτης γραμμής ακολουθούμενα και από πολλά στελέχη και μέλη (πραγματικά, όχι σαν τους ψηφοφόρους του Κασσελάκη) διαφώνησαν έντονα με την εκλογή του νέου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, μια εκλογή σκάνδαλο, τόσο από την άποψη της διαδικασίας που ακολουθήθηκε, όσο και από την άποψη της ασυμβατότητας του Στέφανου Κασσελάκη με οποιαδήποτε ιδέα αριστεράς. Τα γράψαμε αναλυτικά σε προηγούμενα άρθρα μας (ενδεικτικά εδώ).

Για να μη μιλήσουμε για τα κεφάλαια αγνώστου προελεύσεως και καταγωγής που χρησιμοποιήθηκαν για την προεκλογική εκστρατεία του κ. Κασσελάκη ή για την υποστήριξη σημαντικού μέρους των μέσων της ολιγαρχίας. Ομολογουμένως πολύ παράξενος τρόπος για να εκλέξει τον επί κεφαλής του ένα κόμμα της Αριστεράς.

Η εκλογή του Κασσελάκη, ενός ανθρώπου που συνδέεται και εκπροσωπεί τόσο άμεσα τα αμερικανικά συμφέροντα χωρίς να έχει και καμία σχέση με την αριστερά και με την ελληνική πολιτική και κοινωνία (ίσως να τον προόριζαν για τη ΝΔ, προέκυψε όμως τώρα το κενό στον ΣΥΡΙΖΑ και τον έστειλαν εκεί) συνιστά ένα νέο κρίκο στην αλυσίδα της αποσύνθεσης και του εκφυλισμού της ελληνικής αριστεράς και νέο μεγάλο σταθμό στην πορεία βαθιάς αποικιοποίησης της χώρας. Με την έννοια αυτή ενδιαφέρει το σύνολο του ελληνικού λαού, όχι μόνο τα μέλη και τους οπαδούς του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία.

Θυμίζουμε ότι ο Στέφανος Κασσελάκης δεν εξέφρασε σχεδόν καμία συγκεκριμένη πολιτική ιδέα προτού εκλεγεί πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, πλην της ανάγκης διεύρυνσης των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ ώστε να εξισωθούν με αυτά που απολαμβάνουν στις ΗΠΑ, ενώ η πρώτη αντίδρασή του στα γεγονότα της Γάζας ήταν η «συμπαράσταση στον λαό του Ισραήλ». Στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν αρθρογράφησε με θέσεις καθαρού νεοφιλελευθερισμού στον υπερδεξιό «Εθνικό Κήρυκα» και όταν η «Εφ.Συν» αποκάλυψε τα γραπτά του δεν τα αποκήρυξε, αλλά απάντησε ότι δεν θυμάται τι έγραψε! Ενώ ορθά ο Νίκος Φίλης (Η Ανανεωτική Ριζοσπαστική Αριστερά δεν είναι παρένθεση που θα κλείσει) υπογράμμισε τον συνεκτικό νεοφιλελεύθερο και αντίθετο με τις ιδέες της αριστεράς χαρακτήρα των ιδεών που εξέφρασε μιλώντας  -και στην πραγματικότητα δίνοντας εξετάσεις- ενώπιον των Ελλήνων βιομηχάνων.

Διερωτάται κανείς αν η αποστολή του συνίσταται απλώς στη «συντηρητικοποίηση» του ΣΥΡΙΖΑ ή αν αυτό που επιδιώκεται από τις δυνάμεις πίσω του είναι εν τέλει η γελοιοποίηση και ο εξευτελισμός των ιδεών της αριστεράς και γενικότερα της πολιτικής. Αν ό,τι λέμε δεν μας δεσμεύει και μπορούμε να το ξεπούμε αύριο χωρίς συνέπειες, τότε καταργείται πλήρως η πολιτική ως προσπάθεια να οργανώσει μέσω αυτών η κοινωνία τη ζωή της.

Δυστυχώς βέβαια η αρρώστια που σαπίζει τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ βαθύτερη, γι’ αυτό και έγινε δυνατή τελικά η μεταγραφή ενός προσώπου όπως ο Κασσελάκης και η ανάδειξή του σε Πρόεδρο μιας αξιωματικής αντιπολίτευσης, που, υπό την ηγεσία του, είτε, το πιθανότερο, θα διαλυθεί, είτε, το λιγότερο πιθανό, θα αναδειχθεί σε ένα δεύτερο κόμμα τύπου Μητσοτάκη, πυλώνα ενός «δικομματικού μονοκομματισμού», σε Συνασπισμό όχι Ριζοσπαστικής Αριστεράς, αλλά μάλλον ριζοσπαστικής απάτης.

Από το «Όχι στα Μνημόνια» στο «Ναι σε όλα»

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έγινε κυβέρνηση και εκτινάχθηκε στη θέση που βρέθηκε στην ελληνική πολιτική επειδή είχε σπουδαίες ιδέες για τη χώρα ή για την Ευρώπη, αλλά παρά τις ιδέες που είχε. Αυτό έγινε δυνατό επειδή ο Τσίπρας υιοθέτησε το 2011 τις ιδέες της Σπίθας του Μίκη Θεοδωράκη και άλλων αντιμνημονιακών διανοουμένων για τα Μνημόνια και τις Δανειακές, απορρίπτοντας τις αναλύσεις των οικονομολόγων του ΣΥΡΙΖΑ. Εκτινάχθηκε εκλογικά ως το κόμμα του «Όχι», ενός «Όχι» στην υποδούλωση, λεηλασία και καταστροφή της πατρίδας μας. Τις υιοθέτησε μεν τις ιδέες, αλλά δεν τις κατάλαβε, ούτε και ετοιμάστηκε για αυτό που συνεπαγόταν η υιοθέτησή τους. Δεν επεδίωξε να γίνει κυβέρνηση για να εφαρμόσει τις ιδέες του, αλλά χρησιμοποίησε τις ιδέες του για να γίνει κυβέρνηση, όχι για να τις εφαρμόσει, αλλά για να μη τις εφαρμόσει.Πήγε τελικά στους Αμερικανούς και τους Ισραηλινούς νομίζοντας ότι αυτοί θα του λύσουν τα προβλήματα και όχι ο ίδιος, το κόμμα του, ο οργανωμένος λαός και οι σύμμαχοι που θα μπορούσε να έχει διεθνώς. Επιπλέον το κόμμα αυτό έγινε κυβέρνηση χωρίς να έχει καν συγκροτημένη αντίληψη για τη χώρα και το μόνο που όντως κατάφερε ως κυβέρνηση ήταν μια περισσότερο κοινωνική εφαρμογή του Μνημονίου. Την ίδια ώρα βάθυνε αντί να αντισταθεί στην εξάρτηση της χώρας από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, προετοιμάζοντας το όργιο που παρακολουθήσαμε μετά το 2019. (*)

Έχοντας γίνει, ήδη από το 2015, το κόμμα του «Ναι» στους ξένους, κουβαλούσε εντούτοις ορισμένες κοινωνικές ευαισθησίες που του επέτρεψαν να κουτσοπορευτεί τα χρόνια που ακολούθησαν ευνοούμενο και από τον αντεθνικό, αντικοινωνικό και ολοκληρωτικό χαρακτήρα του καθεστώτος Μητσοτάκη, αλλά και από την απουσία άλλων αξιόπιστων εναλλακτικών στα αριστερά του.

Με τον Κασσελάκη ο ΣΥΡΙΖΑ θεσμοποιεί τον μετασχηματισμό του από κόμμα του «Όχι» σε κόμμα του «διαρκούς Ναι» στην ολιγαρχία και στους ξένους ό,τι κι αν ζητάνε. Ο μόνος λόγος που χρειάζεται το διεθνές σύστημα Κασσελάκηδες στην Ελλάδα, είναι γιατί μόνο αυτοί , απολύτως ανεξάρτητοι από τη χώρα και τις παραδόσεις της και απολύτως εξαρτημένοι από τα ξένα κέντρα, μπορούν να κάνουν πράγματα που ένας «φυσιολογικός» Έλληνας πολιτικός θα δυσκολευτεί πολύ να κάνει. Η εμφάνισή του είναι και ένα προμήνυμα των νέων καταστροφών που κινδυνεύουν να συμβούν στη χώρα.

Γι’ αυτό και ο νέος αρχηγός είναι υποχρεωμένος να εξωθήσει στην έξοδο οποιοδήποτε στέλεχος, ανεξαρτήτως των λοιπών ιδεών του, που ακόμα διατηρεί κάποιους ιδεολογικούς δεσμούς με την αριστερά, όπως είναι ο Φίλης, ο Σκουρλέτης, ο Τζουμάκας. Όταν ολοκληρώσει αυτή τη δουλειά, θα πετάξει ασφαλώς και τους Πολάκηδες και όσους τώρα χρειάζεται για να εξοντώσει το πρώτο γκρουπ. Ο Κασσελάκης δεν χρειάζεται πολιτικούς συνεργάτες, χρειάζεται υπαλλήλους.

Ένας αντίστοιχος μετασχηματισμός συνέβη ήδη και με τη ΝΔ και με το ΠΑΣΟΚ που απώλεσαν προ πολλού τα όποια εθνικά και δημοκρατικά χαρακτηριστικά τους, αλλά εδώ έχουμε και ένα βαθμό παραπάνω. Βάζουν επικεφαλής του κόμματος κάποιον που δεν έχει την παραμικρή σχέση ούτε με την αριστερά, ούτε με την Ελλάδα. Δεν μπορεί να αποκλειστεί και το ενδεχόμενο να χρησιμοποιείται ακόμα και τεχνητή νοημοσύνη για να παραχθεί ο «πολιτικός Κασσελάκης».

Οι τρεις «φυλές» του ΣΥΡΙΖΑ

Απέναντι σε αυτό το φαινόμενο βαθιού εκφυλισμού της αριστεράς, το ανώτερο προσωπικό του ΣΥΡΙΖΑ χωρίζεται σε τρεις κατηγορίες. Αυτούς που με ένα περίσσευμα κυνισμού και καιροσκοπισμού, έγιναν τα πρωτοπαλίκαρα του νέου αρχηγού, αποσκοπώντας στα υλικά και άλλα οφέλη που θα έχουν. Στην παλιά φρουρά του Τσίπρα, που δεν μπορούν να χωνέψουν τον Κασσελάκη, αλλά και δεν θέλουν να διακινδυνεύσουν μια ρήξη μαζί του και τις συνέπειες στην καριέρα τους. Και σε όσους, προς τιμήν τους, ανθίστανται και δεν τον αποδέχονται.

Αλλά κι αυτοί μοιάζουν πολύ μπερδεμένοι ως προς το τι θα κάνουν. Κυκλοφορεί τώρα ευρέως ότι πολλοί αντιπολιτευόμενοι τον Κασσελάκη θα αποχωρήσουν άμεσα από το κόμμα. Αν τα πράγματα εξελιχθούν όντως έτσι, απορεί κανείς γιατί φεύγουν προτού δώσουν συγκροτημένα μάχη, στο εσωτερικό του κόμματός τους, ζητώντας τη σύγκλιση έκτακτου συνεδρίου, την αλλαγή του τρόπου εκλογής του Προέδρου και την ψήφιση νέας ηγεσίας. 

Πίσω από τα προβλήματα στρατηγικής υπάρχει όμως και μια πολιτική αμηχανία.  Οι αντιπολιτευόμενοι, έχοντας ήδη παρακολουθήσει τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ στις περισσότερες οβιδιακές μεταμορφώσεις τους, δεν έχουν τώρα να αντιτάξουν μια συγκροτημένη και ελκυστική προοπτική για το κόμμα, την παράταξή τους και τον ελληνικό λαό. Η συζήτηση στις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζεται από ακραία σύγχυση ως προς τα διακυβεύματα. Με εξαίρεση τον Τζουμάκα, κανένας δεν έχει θέσει το απλό και πιο βασικό ερώτημα τι στο διάολο έκανε ο Κασσελάκης στο CSIS, ένα από τα βασικά κέντρα του αμερικανικού «Κόμματος του Πολέμου», του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Ή τι έκανε στη Goldman Sachs, άντρο του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού και αρχιτέκτονα της ελληνικής καταστροφής. Οι περισσότεροι αποφεύγουν, όπως ο διάβολος το λιβάνι, ακόμα και να αναφέρουν το όνομα αυτής της διαβόητης τράπεζας. Όπως και δεν έχουν ρωτήσει τι έκανε ο ίδιος ο Τσίπρας στην Αμερική το καλοκαίρι.

Έτσι, αντί το ερώτημα να είναι «θέλουμε έναν άνθρωπο των Αμερικανών επικεφαλής της Αριστεράς» έγινε «σας αρέσει ο Φίλης, ο Τσακαλώτος και η Αχτσιόγλου;» Το τι απάντηση όμως θα πάρεις εξαρτάται από το τι ερώτημα θέτεις.

Σημειωτέον ότι με αυτόν τον τρόπο οι υπερατλαντικές επικοινωνιακές υπερδυνάμεις οργάνωσαν τους εκλογικούς θριάμβους και του Μητσοτάκη και του Κασσελάκη. Αντί να κυριαρχήσει στην προεκλογική καμπάνια το ερώτημα «Σας αρέσει ο Μητσοτάκης;» (όπως ετέθη στον δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών), τέθηκε το ερώτημα «σας αρέσει ο ΣΥΡΙΖΑ;».

Το ίδιο έπαθαν και κινδυνεύουν και πάλι να πάθουν οι αντιπολιτευόμενοι τον Κασσελάκη, μη έχοντας να του αντιπαραθέσουν ένα ελκυστικό αριστερό μοντέλο, αλλά τις ελάχιστα δημοφιλείς και άσχετες με τις δραματικές ανάγκες της χώρας ιδέες του «δικαιωματισμού» (**), στις οποίες μάλιστα είναι αδύνατο να ανταγωνισθούν τον Κασσελάκη. Αλλά και αποφεύγοντας να θέσουν το κορυφαίο σήμερα για τη χώρα ζήτημα της ξένης εξάρτησης (ακόμα και το σύστημα παρακολουθήσεων δεν είναι ελληνικό, αλλά ισραηλινό). Ή μη έχοντας τη δυνατότητα να εντάξουν τις αναγκαίες κοινωνικές παρεμβάσεις σε μια χώρα που αρχίζει και πεινάει, σε ένα ρεαλιστικό εθνικό σχέδιο.

Τη στιγμή που η χώρα αντιμετωπίζει φοβερά προβλήματα και έχει όσο ποτέ άλλοτε ανάγκη από αντιπολίτευση και από αριστερά, αυτές διαλύονται. Η ελληνική «υπαρκτή αριστερά» στο σύνολό της και σε όλες τις εκδοχές της έχει χρεοκοπήσει. Οι κοινωνικές και εθνικές ανάγκες του ελληνικού λαού θα χρειαστούν πιθανότατα άλλα, εντελώς νέα υποκείμενα, για να τις θεραπεύσουν.

Επειδή στο παραπάνω άρθρο, όπως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις κάναμε αυστηρή κριτική στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, νοιώθουμε την ανάγκη να υπενθυμίσουμε ότι, ό,τι κι αν κανείς τους προσάψει, τη βασική, θεμελιώδη ευθύνη για την τραγωδία της Ελλάδας, δεν φέρει ασφαλώς ο Τσίπρας και οι φίλοι του που δεν κατάφεραν να την αντιμετωπίσουν και την έκαναν χειρότερη, αλλά τα δύο βασικά κόμματα της χώρας που παρέδωσαν σιδηροδέσμιο τον ελληνικό λαό στους Δανειστές και, πίσω τους, οι δυνάμεις της συλλογικής Δύσης, Γερμανία, Ε.Ε., ΕΚΤ, ΔΝΤ (ΗΠΑ), που επιτέθηκαν με όλη την ισχύ πυρός που διαθέτουν σε μια μικρή ευρωπαϊκή χώρα καταστρέφοντάς την υποδειγματικά στην προσπάθειά τους να θεμελιώσουν τον νέο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο ολοκληρωτισμό. Ακόμα κι αν αυτό δεν είναι ένα πρόβλημα που μπορεί να αντιμετωπισθεί αύριο, είναι καλό να το διατηρήσουμε στο μυαλό μας ως το πιο κεντρικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει και θα αντιμετωπίζει ο ελληνικός λαός στο άμεσο και μεσοπρόθεσμο μέλλον.

———-

(*) Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εφάρμοσε το αντιμνημονιακό του πρόγραμμα γιατί προσέκρουσε σε ανυπέρβλητες «αντικειμενικές» δυσκολίες – κάτι που δεν είναι η δική μας άποψη και δεν έκανε άλλωστε καμιά προετοιμασία για να δώσει μάχη – ακόμα και σε μια τέτοια περίπτωση, ένα αριστερό κόμμα και μια αριστερή ηγεσία εξηγεί στον λαό και στην ευρωπαϊκή και διεθνή κοινή γνώμη, με ειλικρίνεια, τι κάνει και τι δεν κάνει και γιατί. Η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι διακηρύσσοντας ανοήτως ότι έβγαλε τη χώρα από τα μνημόνια, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αυτοϋπονόμευσε στο τέλος μόνη της το βασικό της ατού, αυτό για το οποίο την ψήφισε ο ελληνικός λαός, δηλαδή ότι ήταν αντιμνημονιακή δύναμη.

(**) Ακόμα και στο κείμενο των 1.300 που αντιτάσσονται στον Κασσελάκη, υπάρχει για παράδειγμα αναφορά στην ανάγκη αντιμετώπισης του «εθνικισμού», αυτό σε μια χώρα που έχει γίνει αποικία τετάρτης κατηγορίας, και όπου, ακόμα και ο Σημίτης, χαρακτηρίζει τη δήθεν ανάπτυξη του Μητσοτάκη ως λεηλασία των ελληνικών περιουσιών! Παραδόξως μάλιστα, οι ίδιες δυνάμεις που σήμερα μιλάνε για καταπολέμηση του «εθνικισμού», δεν διαφώνησαν με τον Τσίπρα όταν υιοθέτησε πανηγυρικά την απάτη-τυχοδιωκτισμό του Νετανιάχου περί EastMed και δήθεν συμμαχίας με το Ισραήλ, που κόντεψαν στη συνέχεια να μας οδηγήσουν σε πόλεμο με την Τουρκία άνευ λόγου, ξύπνησαν όλες τις τουρκικές διεκδικήσεις και δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για τον σημερινό καταστροφικό ανταγωνισμό εξοπλισμών με τη γείτονα. Αν για τη σημερινή δεξιά, η εξωτερική πολιτική έχει γίνει εφαρμογή εντολών των ΗΠΑ και του Ισραήλ, για όλες τις εκδοχές της αριστεράς είναι βεβαίως η αχίλλειος πτέρνα τους. Τα στελέχη της οποίας δεν σκέπτονται πολιτικά, δεν κάνουν «συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης» (Λένιν), δεν αντιλαμβάνονται το ρόλο και τη σημασία του εθνικού ζητήματος σήμερα και στην Ελλάδα, αλλά τοποθετούνται με (ελάχιστα αξιόπιστους και επεξεργασμένους άλλωστε) ιδεολογικούς όρους και πολιτεύονται αυτοαναφορικά, όχι σε συσχέτιση με την πραγματικότητα, όχι με εθνικούς όρους.

Μοιραστείτε το άρθρο
Χωρίς σχόλια

Δυστυχώς, η φόρμα σχολίων είναι ανενεργή αυτή τη στιγμή.