Το ένα μετά το άλλο σκάνε τα «χαστούκια» στην κυβέρνηση Μητσοτάκη για την κατρακύλα της ελευθεροτυπίας στην Ελλάδα, όσο κι αν ο πρωθυπουργός και πρωτοκλασάτα κυβερνητικά στελέχη επιμένουν να υποβαθμίζουν την έκθεση – καταπέλτη των Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα που κατατάσσει τη χώρα μας τελευταία σε επίπεδο Ε.Ε. και στην 108η θέση σε σύνολο 180.
Χθες το Ευρωκοινοβούλιο δημοσίευσε την έκθεση των ΡΧΣ σημειώνοντας ότι ενώ η Ευρώπη παραμένει η πιο ασφαλής ήπειρος για τους δημοσιογράφους και την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, οι καταπιεστικές πολιτικές σε ορισμένες χώρες και ο πόλεμος της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας δίνουν μια ανησυχητική εικόνα της κατάστασης σε ολόκληρη την ήπειρο.
Υπενθυμίζει μάλιστα το άρθρο 11 των θεμελιωδών δικαιωμάτων που προβλέπει ότι η ελευθεροτυπία και η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης πρέπει να γίνονται σεβαστές.
Στην ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αναφέρεται ότι η ετήσια έκθεση των ΡΧΣ υπογραμμίζει την καταστολή των ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης σε χώρες όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία.
Δεν μένει όμως εκεί, αλλά σχολιάζει και την κατάταξη της Ελλάδας. Συγκεκριμένα αναφέρει: «Μετά από πολλά χρόνια που κατατασσόταν στην τελευταία θέση μεταξύ των χωρών της Ε.Ε., η Βουλγαρία ανέβηκε 21 θέσεις στην 91η το 2021 χάρη σε μια κυβερνητική αλλαγή και την ελπίδα για βελτίωση. Η Ελλάδα βρίσκεται πλέον στην τελευταία θέση, με τους δημοσιογράφους να εμποδίζονται τακτικά να καλύψουν θέματα από το μεταναστευτικό μέχρι την Covid-19».
Η υιοθέτηση της έκθεσης των ΡΧΣ από το Ευρωκοινοβούλιο και το σχόλιο για την Ελλάδα αποκτά ιδιαίτερη σημασία στον απόηχο και της χθεσινής τοποθέτησης του Κυριάκου Μητσοτάκη επί του θέματος, όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφο της Washington Post.
Ο πρωθυπουργός αντέδρασε μάλλον αμήχανα και αφού απαξίωσε την έρευνα, υποστήριξε ότι οι περισσότερες εφημερίδες είναι επικριτικές απέναντι στην κυβέρνηση και η Ελλάδα είναι ελεύθερη δημοκρατία.
«Πρώτα από όλα, αν αναφέρεστε στην έκθεση από μία γαλλική ΜΚΟ, εγώ, εε διαφωνώ με τον πιο εμφατικό τρόπο με τα συμπεράσματα και τη μεθοδολογία. Είμαστε ελεύθερη δημοκρατία και αν δείτε τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων στην Ελλάδα, θα δείτε ότι οι περισσότερες είναι επικριτικές απέναντί μας. Είναι μία χώρα που ο καθένας μπορεί να δημοσιεύει ό,τι θέλει», ήταν η απάντηση του πρωθυπουργού.
Πρώτος είχε απαξιώσει την έρευνα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου, ο οποίος μάλιστα έστειλε και επιστολή στους ΡΧΣ ζητώντας τα «ρέστα» και αμφισβητώντας τη μεθοδολογία της έρευνας. Οι Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα πάντως έδωσαν στην κυβέρνηση απάντηση – κόλαφο.
Η οργάνωση δημοσίευσε αναλυτική απαντητική επιστολή στην ιστοσελίδα της, καλώντας την κυβέρνηση να επικεντρωθεί στην πραγματική επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι δημοσιογράφοι αντί να «επικρίνει τον Παγκόσμιο Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου, που είναι απλώς ένα όργανο μέτρησης».
Ο γενικός γραμματέας των Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα, Κριστόφ Ντελουάρ, αναδεικνύει και τα ψέμματα του κυβερνητικού εκπροσώπου, ο οποίος αναφέρθηκε στην έκθεση «Media Pluralism Monitor», σημειώνοντας ότι οι δηλώσεις που έφερναν την Ελλάδα στον ευρωπαϊκό μέσο όρο αφορούσαν σε έκθεση που στην πραγματικότητα βρίσκει μεγάλα προβλήματα στην λειτουργία των ΜΜΕ.
Στην απάντησή της η Οργάνωση επισημαίνει, ακόμη, ότι ο κ. Οικονόμου υποστηρίζει πως η «έκθεση εκπονήθηκε “υπό την αιγίδα του Συμβουλίου της Ευρώπης”, όταν, στην πραγματικότητα, δημοσιεύτηκε από ένα ανεξάρτητο ερευνητικό κέντρο που εδρεύει στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο στη Φλωρεντία και συγχρηματοδοτείται από την Ε.Ε.».
Αλλά και ο επικεφαλής του Γραφείου Ε.Ε./Βαλκανίων των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα επισήμανε με πρόσφατη δήλωσή του στην Εφ.Συν.: «Σήμερα η Ελλάδα παρουσιάζει ζητήματα ως προς την ελευθερία του Τύπου, που εντοπίζονται και αλλού στην Ευρώπη. Η σοβαρότερη επίθεση στην ελευθερία του Τύπου που συνέβη το 2021 είναι η δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ, η οποία σηματοδότησε την επιστροφή των δολοφονιών δημοσιογράφων στην Ε.Ε. πέρσι. Δεν είμαι σίγουρος αν η κυβέρνηση αναφέρεται στη δολοφονία ως «ανοιχτή υπόθεση που ελέγχεται από την ελληνική δικαιοσύνη», αλλά αν είναι πράγματι έτσι, τότε ναι, είχε αντίκτυπο στην κατάταξη της Ελλάδας. Οι δολοφονίες και οι επιθέσεις εναντίον δημοσιογράφων είναι ένας από τους πέντε δείκτες ελευθερίας του Τύπου, είναι αυτός της «ασφάλειας των δημοσιογράφων». Η δολοφονία ενός δημοσιογράφου είναι μια ακραία μορφή λογοκρισίας, η οποία απειλεί και άλλους δημοσιογράφους μέσω της επίδρασης της αυτολογοκρισίας.