Η περιοχή της Κεντρικής Ασίας βρίσκεται σε ανοδική τροχιά, γεγονός που μπορεί να αναδιατάξει την παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων έναντι της Ρωσίας και της Κίνας (αλλά και του Ιράν). Βασικός ωφελούμενος από αυτή την εξέλιξη φαίνεται πως θα είναι ο Ερντογάν, επειδή, αν ανακατευθυνθούν τα εμπορικά δρομολόγια όλων των κρατών της περιοχής με κατάληξη “-στάν”, θα περνούν από την Τουρκία. Ωστόσο, η εμπλοκή του Ερντογάν πιο νότια, στη Μέση Ανατολή, στη Συρία και στη Γάζα, θα μπορούσε να οδηγήσει στην καταστροφή του. Η λαϊκιστική υποστήριξή του προς τη Χαμάς και, στη Συρία, προς τις ισλαμιστικές δυνάμεις, ορισμένες εξ αυτών βρίσκονται σε αντιπαράθεση με το Ισραήλ, δημιουργούν επικίνδυνες εστίες ανάφλεξης. Η στάση του Ερντογάν αντικατοπτρίζει το νεο-οθωμανικό του όραμα.
Σε γενικές γραμμές, όμως, η -δημόσια εκπεφρασμένη- φιλοδοξία του Ερντογάν να γίνει η ηγετική φυσιογνωμία του ισλαμικού κόσμου απειλεί και εξοργίζει τους Σαουδάραβες. Και στο τέλος θα εξοργίσει και την Ουάσιγκτον, βάζοντας εμπόδια στις Συμφωνίες του Αβραάμ. Σε κάποιο βαθμό, αυτό τοποθετεί την Τουρκία στον περιφερειακό ρόλο που προηγουμένως διαδραμάτιζε το Ιράν, με τους ίδιους εχθρούς – και χωρίς συμμάχους. Μακροπρόθεσμα, η Τουρκία μπορεί να καταλήξει αντιμέτωπη με κινδύνους, όπως συνέβη με το Ιράν. Ωστόσο, με τα μεγαλύτερα τουρκικά ΜΜΕ να ελέγχονται σε μεγάλο βαθμό από τον Ερντογάν, ο λαός της Τουρκίας είναι ανυποψίαστος για τους κινδύνους που ενέχει η εξωτερική πολιτική του προέδρου. Αντιθέτως, ενθουσιάζεται με τις εικόνες από την παρουσία του Ερντογάν σε Συνόδους Κορυφής με τις χώρες της Κεντρικής Ασίας, με τον ρόλο του στην ανασύσταση των τουρκικών συμμαχιών με κράτη της περιοχής και με τις συναντήσεις του με τον Τραμπ.
Για τον υπόλοιπο κόσμο, ο επικοινωνιακός λαϊκισμός του Ερντογάν είναι θεμελιώδης πτυχή του τουρκικού καθεστώτος – και ιδίως ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιεί την εξωτερική πολιτική για να ενισχύσει την εξουσία του στο εσωτερικό. Συνομίλησα με μια εμπειρογνώμονα από την Τουρκία που συνέγραψε και ακαδημαϊκό άρθρο για το θέμα. Η συζήτησή μας παρουσιάστηκε στο podcast “Turkey Book Talk”, το οποίο το προτείνω σε όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις στη χώρα και στην περιοχή. Στην εισαγωγή του podcast αναφέρεται ότι “εξετάζεται ο τρόπο με τον οποίο ο Ερντογάν χρησιμοποιεί την εξωτερική και αμυντική πολιτική, καθώς και τη διπλωματία του ισχυρού για να ενισχύσει τη φήμη του και να εδραιώσει την εσωτερική υποστήριξη στο καθεστώς του”.
Η ακαδημαϊκός που μου έδωσε τη συνέντευξη, η Senem Aydin-Duzgit, επισημαίνει ότι, ελλείψει θεσμικών ελεγκτικών οργάνων και ελέγχου από τα ΜΜΕ, οι λαϊκιστές ηγέτες συνάπτουν προσωπικές συμφωνίες για να διατηρήσουν ο ένας τον άλλον στην εξουσία. Μεγάλο μέρος της συζήτησης επικεντρώνεται στις τουρκικές εθνικές κάλπες του 2023, όπου, για παράδειγμα, οι ξένες οικονομικές ενισχύσεις (από το Κατάρ και τη Ρωσία) έδωσαν τη δυνατότητα στο κυβερνών κόμμα να δωροδοκήσει -ουσιαστικά- το εκλογικό σώμα. Το κόστος μετά τις εκλογές, υπό τη μορφή χρέους, πληθωρισμού ή γεωστρατηγικών παραχωρήσεων, δεν γίνεται ποτέ πλήρως κατανοητό από τους πολίτες ως αιτία ούτε ως προς τις συνέπειές του – εν ολίγοις, σε αυτό οφείλουν οι λαϊκιστές την παραμονή τους στην εξουσία. Γι’ αυτό και το αν υπάρχουν πολλά ανεξάρτητα ΜΜΕ ή το αν απουσιάζουν από τον “ειδησεογραφικό” χάρτη μιας χώρας έχει τεράστια σημασία. Το συμπέρασμα είναι ότι η πολιτική του Ερντογάν, μια πολιτική “Πρώτα η Τουρκία”, δεν ανταποκρίνεται σε αυτό που λέει η ονομασία της.
Ο χρόνος που αφιερώνει ο Ερντογάν στο να ποζάρει ως πολιτικός ηγέτης παγκόσμιου βεληνεκούς και οι περιπέτειες στις οποίες μπλέκει τη χώρα του στο εξωτερικό, σε διπλωματικό, στρατιωτικό, επιχειρηματικό επίπεδο, έρχεται σε αντίθεση με το “Πρώτα η Τουρκία”. Όπως επισημαίνει η Aydin-Duzgit στο podcast, οι ηγέτες που υιοθετούν τον λαϊκισμό ενθαρρύνουν τον λαό να ταυτίζει τη αξία του με εκείνη του ηγέτη. Εικόνα που την καλλιεργούν και τα ΜΜΕ. Ο Ερντογάν προτιμά να εμφανίζεται μαζί με τον Τραμπ και τον Πούτιν, ώστε να φαίνεται ισότιμος συνομιλητής τους και κατ’ επέκταση να φαντάζει κι η Τουρκία σε ισότιμη θέση με τις συμμαχικές υπερδυνάμεις. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Ερντογάν αγόρασε πυραύλους S-400 από τη Μόσχα και συνεργάστηκε με τη Ρωσία για λειτουργία πυρηνικών σταθμών στην Τουρκία. Ο Ερντογάν οδηγεί τη χώρα του στο δρόμο του Ιράν – με δυσοίωνες συνέπειες για το μέλλον.
Η εσωτερική και εξωτερική πολιτική του Ερντογάν αποτελεί πρότυπο για αυτού του είδους τα καθεστώτα, ιδίως όσον αφορά το πώς αυτοί οι ηγέτες αλληλοϋποστηρίζονται για να παραμείνουν στην εξουσία. Επίσης ακολουθούν συγκεκριμένα μοτίβα: δημιουργούν μια πυραμιδική οικονομία με ολιγάρχες στην κορυφή, εμπλέκουν μέλη της οικογένειάς τους σε κρατικές επιχειρηματικές συναλλαγές, πολιτικοποιούν νομικές οντότητες, χρησιμοποιούν την εξωτερική πολιτική για να ενισχύσουν την ατομική τους εξουσία και προς ίδιον όφελος, καταστρέφουν την εμπειρία της πληροφόρησης θυσιάζοντας την αλήθεια και πολλά άλλα. Παράλληλα βοηθούν τους πολιτικούς τους συμμάχους στο εξωτερικό, σε μια ανταλλακτική σχέση, που πολλές πτυχές της δεν τις μαθαίνει ο λαός.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι λαϊκιστές ηγέτες δεν έρχονται σε αντιπαράθεση με άλλους λαϊκιστές ηγέτες. Ο Ερντογάν κατέρριψε ένα ρωσικό πολεμικό αεροσκάφος πάνω από τα σύνορα της Συρίας το 2015. Η Μόσχα επιτέθηκε σε ένα φορτηγό πλοίο με τουρκική σημαία στα ύδατα της Ουκρανίας. Ωστόσο, είναι απίθανο να αλληλοεξουδετερωθούν όταν ενδιαφέρονται να οικοδομήσουν μια εναλλακτική παγκόσμια τάξη μεταξύ τους. Και όταν οι οικονομικές τους υποθέσεις -σε ατομικό και κρατικό επίπεδο- αλληλοεξαρτώνται.