Κρίσιμες παιδαγωγικές αρμοδιότητες δίνονται σε ΜΚΟ!
Του Χρήστου Πιλάλη
Το μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ του Υπουργείου Παιδείας και της ΜΚΟ ActionAid παρουσιάστηκε χθες από την κυβέρνηση ως μια μεγάλη επένδυση στο σχολείο του 21ου αιώνα: ενεργός πολιτειότητα, συμπερίληψη, χρηματοοικονομική παιδεία, ετοιμότητα απέναντι σε κρίσεις. Η ρητορική ήταν αναμενόμενα εμψυχωτική. Μίλησαν για «μεταμορφωτική δύναμη», για «παιδιά που θα σκέφτονται κριτικά», για «σχολεία που εμπνέουν εμπιστοσύνη».
Ωστόσο, πίσω από αυτή τη φιλική γλώσσα βρίσκεται μια εξαιρετικά σοβαρή θεσμική και πολιτική εκτροπή: το Υπουργείο Παιδείας εκχωρεί σε εξωτερικό φορέα την παραγωγή εκπαιδευτικού υλικού και μεθοδολογιών σε κρίσιμους τομείς που άπτονται του ίδιου του πυρήνα της σχολικής αποστολής. Το μνημόνιο, συνεπώς, δεν είναι απλώς μια συνεργασία. Είναι μια πολιτική πράξη που θέλει να αλλάξει τη φύση του δημόσιου σχολείου στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με χθεσινή ανάρτηση της Υπουργού Παιδείας σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η ActionAid αναλαμβάνει δράσεις σε πέντε πεδία: ενεργό πολιτειότητα, συμπερίληψη μέσω αθλητισμού, χρηματοοικονομικός εγγραμματισμός, ετοιμότητα για φυσικές καταστροφές και ευρύτερη συνεργασία του Υπουργείου με οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. Πρόκειται για θεματικές που δεν ανήκουν στην κατηγορία των «εκτός διδακτικού πλαισίου» δραστηριοτήτων. Είναι άμεσα συνδεδεμένες με τις Δράσεις του Ενεργού Πολίτη (αγωγή του πολίτη), την κοινωνική εκπαίδευση, τη σχολική ασφάλεια, τη συγκρότηση της δημοκρατικής συνείδησης και τη διαμόρφωση της κουλτούρας της σχολικής κοινότητας. Με άλλα λόγια, αφορούν κεντρικές παιδαγωγικές και πολιτειακές λειτουργίες του σχολείου.
Κι εδώ συναντάμε το πρώτο κρίσιμο πρόβλημα: ποιος πρέπει να παράγει το περιεχόμενο αυτών των τομέων; Το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής; Τα πανεπιστήμια; Οι εκπαιδευτικοί; Η επιστημονική κοινότητα; Η απάντηση που δίνει το μνημόνιο είναι διαφορετική: το περιεχόμενο θα παραχθεί από έναν εξωτερικό φορέα, με δικό του εκπαιδευτικό υπόβαθρο, δική του μεθοδολογία και δικές του προτεραιότητες. Ακόμη κι αν η ActionAid έχει εμπειρία, το ζήτημα ποτέ δεν είναι αν μια οργάνωση είναι καλή. Το ζήτημα είναι η παιδαγωγική ευθύνη. Δηλαδή το ποιος ορίζει τι διδάσκεται στα παιδιά, με ποιους στόχους, με ποια φιλοσοφία, με ποια επιστημονική εποπτεία και με ποια δημοκρατική νομιμοποίηση.
Εδώ χρειάζεται απόλυτη ακρίβεια. Από όλους τους άξονες του μνημονίου του Υπουργείου, το μοναδικό θεσμοθετημένο πρόγραμμα σπουδών που συνδέεται με αυτούς είναι οι «Δράσεις Ενεργού Πολίτη», που έχουν κατοχυρωθεί με ΦΕΚ 6048/Β’/2024 και εφαρμόζονται πλέον σε όλες τις σχολικές βαθμίδες. Αντίθετα, για τους υπόλοιπους άξονες –συμπερίληψη μέσω αθλητισμού, χρηματοοικονομική παιδεία, εκπαίδευση για φυσικές καταστροφές– δεν υπάρχει ενιαίο θεσμοθετημένο αναλυτικό πρόγραμμα. Δεν υπάρχει ΦΕΚ, δεν υπάρχει καθολική εφαρμογή, δεν υπάρχει δημόσια επιστημονική ομάδα εργασίας που να έχει παράξει επίσημο υλικό. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι θεματικές αυτές είναι αδιάφορες. Σημαίνει όμως κάτι πολύ σημαντικό: το κενό δεν καλείται να το καλύψει το κράτος, αλλά μια ΜΚΟ.
Και αυτό είναι το δεύτερο κρίσιμο ζήτημα. Η απουσία θεσμοθετημένων προγραμμάτων δεν καθιστά το μνημόνιο αναγκαίο. Αντίθετα, αποκαλύπτει ότι το Υπουργείο επιλέγει να καλύψει με εξωτερικούς φορείς κενά που το ίδιο όφειλε να καλύψει θεσμικά. Το κράτος είχε και έχει όλα τα θεσμικά εργαλεία που οφείλει να ενεργοποιήσει. Οφείλει να αναθέσει στο ΙΕΠ τη δημιουργία υλικού, να συνεργαστεί με πανεπιστήμια, να συγκροτήσει δημόσιες ομάδες εργασίας, να αναπτύξει εθνικά προγράμματα με διαβούλευση, να επενδύσει στο δημόσιο σύστημα επιμόρφωσης. Αντί για αυτό, επιλέγει να παρακάμπτει τις δημόσιες δομές. Αν δεν υπάρχει θεσμικό πλαίσιο για έναν άξονα, αυτό που είναι “αναγκαίο” δεν είναι το μνημόνιο, αλλά η θεσμοθέτηση του άξονα από το κράτος. Το χθεσινό μνημόνιο νομιμοποιεί και διαιωνίζει την αποδυνάμωση του δημοσίου στον παιδαγωγικό σχεδιασμό.
Η ενεργός πολιτειότητα, παρότι θεσμοθετημένη, κινδυνεύει να εμφανιστεί στο σχολείο με μια αποπολιτικοποιημένη μορφή. Γιατί όταν η πολιτειότητα παρουσιάζεται ως σύνολο δεξιοτήτων –συνεργασία, εθελοντισμός, συμμετοχή σε δράσεις– χωρίς συζήτηση για δικαιώματα, ανισότητες, κοινωνικές δομές και θεσμούς, τότε χάνεται η ουσία της. Η δημοκρατία δεν χρειάζεται μόνο ευαισθητοποιημένους μαθητές και μαθήτριες που θα συμμετέχουν σε προγράμματα, αλλά πολίτες που κατανοούν πώς λειτουργεί η εξουσία, ποια είναι τα δικαιώματά τους, ποιοι μηχανισμοί παράγουν ανισότητες. Η ασφάλεια αυτής της θεματικής δεν μπορεί να εξασφαλιστεί με εξωτερική ανάθεση, αλλά μόνο με δημόσιο δημοκρατικό και παιδαγωγικό σχεδιασμό.
Αντίστοιχα, η συμπερίληψη δεν επιτυγχάνεται με «μεθοδολογίες αθλητισμού» όπως μας ενημερώνουν από το Υπουργείο. Επιτυγχάνεται με μικρότερα σχολικά τμήματα, με γενναία ενίσχυση της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης, με απόλυτα προσβάσιμες σχολικές υποδομές που σέβονται τη διαφορετικότητα, με συστηματική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών από δημόσιους φορείς. Η μετατροπή ενός δομικού ζητήματος σε παιδαγωγική δραστηριότητα κρύβει τα πραγματικά προβλήματα κάτω από «εντυπωσιακές» δράσεις. Το ίδιο ισχύει και για την «ανθεκτικότητα» που αναφέρεται στο μνημόνιο. Όταν το κράτος δεν θωρακίζει τα σχολεία με αντισεισμικές, αντιπλημμυρικές και άλλες υποδομές, τότε η ετοιμότητα των μαθητών κινδυνεύει να γίνει επικοινωνιακό υποκατάστατο ευθύνης.
Τέλος, η χρηματοοικονομική παιδεία μπορεί να λειτουργήσει ως εργαλείο ενδυνάμωσης των νέων ή ως εργαλείο ηθικοποίησης της κοινωνικής επισφάλειας. Όταν όμως διδάσκεται χωρίς να συνδέεται με τις κοινωνικές ανισότητες, τις εργασιακές συνθήκες και την οικονομική πραγματικότητα, τότε ο κίνδυνος είναι σαφής: το βάρος μεταφέρεται στον νέο άνθρωπο, ο οποίος υποτίθεται ότι θα τα πάει καλύτερα αν μάθει να διαχειρίζεται τα χρήματά του, ανεξάρτητα από το κοινωνικό πλαίσιο που διαμορφώνει τη ζωή του.
Το συνολικό αποτέλεσμα είναι ένα δημόσιο σχολείο που κινδυνεύει να κατακερματιστεί. Αν διαφορετικοί εξωτερικοί φορείς αρχίσουν να παράγουν υλικό για διαφορετικούς άξονες, τότε η ενιαία παιδαγωγική αντίληψη καταρρέει και αντικαθίσταται από ένα μωσαϊκό εξωτερικών «πακέτων». Το ΙΕΠ απαξιώνεται, η εκπαιδευτική κοινότητα παρακάμπτεται, ο δημόσιος σχεδιασμός υποχωρεί.
Το μνημόνιο ΥΠΑΙΘ–ActionAid, επομένως, δεν είναι μια απλή συνεργασία. Είναι μια βαθιά πολιτική επιλογή που μεταφέρει παιδαγωγικές λειτουργίες εκτός δημοσίου. Η εκπαίδευση, όμως, δεν μπορεί να λειτουργεί με λογική outsourcing (εξωτερική ανάθεση). Δεν μπορεί να στηρίζεται σε εξωτερικούς παρόχους για κρίσιμες πλευρές της δημοκρατικής παιδείας. Το δημόσιο σχολείο είναι θεσμός. Είναι υπόσχεση και δέσμευση κοινωνικής συνοχής και δημοκρατικού ήθους για όλες και όλους τους μαθητές του. Δεν επιτρέπεται να μετατραπεί σε πεδίο εξωτερικών αναθέσεων.