Το νέο βιβλίο The Look, που καταγράφει την ενδυματολογική πορεία της Μισέλ Ομπάμα, υπενθυμίζει ότι η μόδα των Πρώτων Κυριών ποτέ δεν ήταν απλώς μόδα. Ήταν εργαλείο πολιτικής, καθρέφτης κοινωνικών αλλαγών και παράθυρο στη δύναμη της εικόνας.
Όπως γράφει η καθηγήτρια Φάρα Τζασμίν Γκρίφιν στον πρόλογο του βιβλίου: «Το look, όπως και η γυναίκα που το φορούσε, ήταν τολμηρό, ισχυρό, οραματικό».
Το βιβλίο περιλαμβάνει μαρτυρίες από τον στενό κύκλο της Μισέλ Ομπάμα – τη στιλίστρια Μέρεντιθ Κουπ, τον makeup artist Καρλ Ρέι και τις hairstylists Γιένε Νταμτέου και Ντζέρι Ράντγουεϊ – και φωτίζει τις επιλογές πίσω από τα κοσμήματα, τις βραδινές τουαλέτες και τα φώτα.
Όμως η Ομπάμα δεν ήταν η πρώτη Πρώτη Κυρία που είχε συνειδητοποιήσει το βάρος της εικόνας.
Από τη Μάρθα Ουάσινγκτον έως τη Μελάνια Τραμπ, σχεδόν 2,5 αιώνες ενδυματολογικής ιστορίας αποκαλύπτουν κάτι κοινό: η μόδα για τις Πρώτες Κυρίες ήταν πάντοτε περισσότερο πολιτική πράξη παρά προσωπική επιλογή.
«Η Πρώτη Κυρία δεν έχει επίσημο ρόλο στο Σύνταγμα, αλλά η εικόνα της συχνά μιλά πιο δυνατά κι από τις ομιλίες του προέδρου», εξηγεί η ιστορικός Έιναβ Ραμπίνοβιτς-Φοξ, ειδική στην πολιτική της μόδας.
Η Μισέλ Ομπάμα αποκάλυψε πρόσφατα σε συνέντευξή της στο Good Morning America ότι οι ενδυματολογικές της επιλογές δεν ήταν τυχαίες: «Σκέφτηκα πολύ τι ήθελα να εκφράσω με τα ρούχα μου. Ήθελα να μιλήσω για την ένταξη, την πολυμορφία, τη δημιουργία ευκαιριών, και η μόδα ήταν ένα από τα μέσα που μου επέτρεψαν να το κάνω αυτό».
Μάρθα Ουάσινγκτον – Η «Μητέρα του Έθνους» που όρισε το πρότυπο (1789–1797)
Η πρώτη Πρώτη Κυρία της ιστορίας είχε μια δύσκολη αποστολή: να δημιουργήσει έναν ρόλο που δεν υπήρχε. Και βρέθηκε να ισορροπεί ανάμεσα στη μεγαλοπρέπεια που επέβαλε το πρωτόκολλο και την ανάγκη του νεογέννητου έθνους να μην μοιάζει σε ευρωπαϊκή μοναρχία.

Το στιλ της, λιτό και «μητρικό», έγινε η πρώτη εικόνα της γυναικείας αξιοπρέπειας στη νεαρή Δημοκρατία. Ακόμη και χωρίς φωτογραφίες, η φιγούρα της έγινε σύμβολο του νέου έθνους.
Ντόλεϊ Μάντισον – Η πρώτη fashionista Πρώτη Κυρία Αμερικής (1809 – 1817)
Ήταν η Ντόλεϊ Μάντισον, η σύζυγος του τέταρτου προέδρου των ΗΠΑ Τζέιμς Μάντισον, που αντιλήφθηκε για πρώτη φορά το ενδιαφέρον του κοινού για τις ενδυματολογικές επιλογές μιας Πρώτης Κυρίας, ήδη από τη δεκαετία του 1810.
Αν η Μάρθα Ουάσινγκτον ήταν η… μητέρα, η Ντόλεϊ ήταν η πρωτοπόρος. Με καπέλα τύπου τουρμπάνια, ντεκολτέ φορέματα και έντονα χρώματα, έβαλε τη μόδα στο επίκεντρο του Λευκού Οίκου.

Σε αντίθεση με τη Μάρθα Ουάσινγκτον που φορούσε ρούχα από αμερικανικά υφάσματα, η Ντόλεϊ Μάντισον δεν είχε κανένα πρόβλημα να ντύνεται πολυτελώς με εισαγόμενα προϊόντα που κόστιζαν στον σύζυγό της πολλά σε φόρους και δασμούς.
Μάμι Αϊζενχάουερ – Το πρότυπο της μεταπολεμικής νοικοκυράς (1953–1961) που αποθέωσε το ροζ
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Αμερική αναζητούσε σταθερότητα και οικογενειακές αξίες. Η Μάμι το ενσάρκωσε τέλεια: θηλυκή, γλυκιά, προσιτή. Με το ροζ να γίνεται σχεδόν «εθνικό χρώμα» εξαιτίας της, και το «New Look» του Dior να τονίζει τη μέση και τη σιλουέτα της, έγινε η πιο αγαπημένη «γιαγιά» της δεκαετίας του ’50.
Η Μάμι, επέλεγε ταγέρ, μαντό και αξεσουάρ σε αποχρώσεις του ροζ. Ακόμα και στην ορκωμοσία του συζύγου της Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, ο οποίος υπηρέτησε ως ο 34ος πρόεδρος των ΗΠΑ από το 1953 έως το 1961, επέλεξε εντυπωσιακή ροζ τουαλέτα.

Τζάκι Κένεντι – Η απόλυτη ενσάρκωση της κομψότητας (1961–1963)
Σπάνια ένα όνομα γίνεται συνώνυμο της λέξης «στιλ». Η Τζάκι Κένεντι το κατάφερε. Τα ταγιέρ, τα pillbox hats, τα γυαλιά της, τα καθαρά χρώματα και οι αυστηρές γραμμές έγιναν διεθνές πρότυπο. Η κληρονομιά του στιλ της είναι κάτι που οι άνθρωποι εξακολουθούν να θαυμάζουν μέχρι και σήμερα.
Με τη συνεργασία του σχεδιαστή Όλεγκ Κασίνι, η Τζάκι ανήγαγε το ντύσιμο σε διπλωματική πράξη.
Ταξίδευε στην Ευρώπη με ρούχα που συμβόλιζαν σύγχρονη αμερικανική κομψότητα. Κάποιες φορές προκαλούσε αντιδράσεις επειδή προτιμούσε ευρωπαϊκούς οίκους, αλλά συχνά τα σχέδια Chanel ράβονταν στις ΗΠΑ για να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις.

Νάνσι Ρίγκαν – Η εποχή της πολυτέλειας (1981–1989)
Με την αύρα του Χόλιγουντ και την αυτοπεποίθηση της δεκαετίας του ’80, η Νάνσι Ρίγκαν μετέτρεψε τον Λευκό Οίκο σε σκηνή υψηλής ραπτικής.
Η γκαρνταρόμπα της περιλάμβανε ρούχα από ευρωπαϊκούς οίκους μόδας όπως Chanel, Yves Saint Laurent και Valentino, καθώς και από αμερικανικούς οίκους όπως Oscar de la Renta, Bill Blass και Carolina Herrera, ενώ συνεργαζόταν στενά με τον στιλίστα James Galanos. Κάθε της εμφάνιση ήταν άψογα επιμελημένη.

Προκάλεσε θαυμασμό, απέσπασε βραβείο διά βίου προσφοράς από το Συμβούλιο Σχεδιαστών Μόδας, αλλά κατηγορήθηκε και για υπερβολή σε περίοδο οικονομικής ανισότητας. Το «Reagan Red», το χαρακτηριστικό της κόκκινο, έγινε όμως αξεπέραστο σύμβολο ισχύος και αυτοπεποίθησης.
Χίλαρι Κλίντον – Η πολιτική επαγγελματίας (1993–2001)
Η Χίλαρι Κλίντον ήταν η Πρώτη Κυρία που άλλαξε τελείως το αφήγημα. Ως δικηγόρος με ενεργό πολιτικό ρόλο, υιοθέτησε κοστούμια, παντελόνια και πρακτικές γραμμές. Ήταν το στιλ της γυναίκας που δουλεύει, όχι της γυναίκας που «συνοδεύει».

Το «Hillary headband» έγινε σύμβολο αποφασιστικότητας. Αν και δεν θεωρήθηκε fashion icon, αργότερα παραδέχθηκε ότι η μόδα είχε μεγάλη πολιτική δύναμη – περισσότερο από όσο είχε συνειδητοποιήσει στον Λευκό Οίκο.
Μισέλ Ομπάμα – Η δύναμη της προσιτής κομψότητας (2009–2017)
Η Μισέλ Ομπάμα κατανόησε εγκαίρως ότι η μόδα είναι ταυτότητα. Στη δύσκολη περίοδο της οικονομικής κρίσης, επέλεξε προσιτά brands, αλλά και ταυτόχρονα στήριξε νέους Αμερικανούς σχεδιαστές, συχνά εκτοξεύοντάς τους στην επιτυχία.

Ήξερε, όμως, και πότε να κάνει πίσω: «Τα ρούχα δεν μπορούσαν ποτέ να μιλούν πιο δυνατά από ό,τι είχα να πω».
Μελάνια Τραμπ – Η σιωπηλή εικόνα που μιλούσε δυνατά (2017–2021)
Ψυχρά κομψή, απόλυτα επιμελημένη, με couture σύνολα στρατιωτικής ακρίβειας. Η Μελάνια Τραμπ άφησε το στιλ να γίνει η γλώσσα της. Επαινήθηκε για την κομψότητα, επικρίθηκε για την απόσταση.

Η εικόνα της άκρως μελετημένη: κοστούμια-πανοπλίες, παλτό με αυστηρές ζώνες, τα ψηλοτάκουνα ακόμη και σε καταστροφές. Και, φυσικά, το περιβόητο μπουφάν «I really don’t care, do u?», που προκάλεσε παγκόσμια συζήτηση – ένα μήνυμα που, όπως είπε αργότερα, απευθυνόταν στα «αριστερά μέσα ενημέρωσης».
Ή το καπέλο που επέλεξε να φορέσει στην ορκωμοσία του συζύγου της και Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ που μετά βίας φαίνονταν τα μάτια της. Το μεγάλο ναυτικό καπέλο με φαρδύ γείσο, με επίπεδη κορυφή και λευκό τελείωμα, σχεδιασμένο από τον Eric Javits, δίχασε.