Του Ανδρέα Καψαμπέλη
Τον Ανδρέα Παπανδρέου -«που έπιανε τις μάζες επί της ουσίας, δεν τις έβγαζε απλώς στους δρόμους»- επικαλέστηκε η… πριγκίπισσα Άννα (Διαμαντοπούλου) για να στηρίξει το αφήγημά της εναντίον του «λαϊκισμού». Μόνο που η Ιστορία τη διαψεύδει.
Βέβαια, η ίδια, με εξαίρεση την αρχική περίοδο, όταν διορίστηκε 26 ετών νομάρχης Καστοριάς υπό την αιγίδα της Μαργαρίτας Παπανδρέου (ως προέδρου της ΕΓΕ), ελάχιστη σχέση είχε με τον «παπανδρεϊσμό». Περισσότερο με τον ελιτισμό. Για να αποκτήσει όμως νομιμοποίηση ο λόγος της, φλερτάρει τώρα με τη μνήμη του «πολύ μεγάλου πολιτικού» στον οποίο -μαζί με τον μέντορά της Σημίτη- ήταν απέναντι…
Αν έχει αποδειχτεί ιστορικά κάτι, είναι ότι ο Παπανδρέου πάτησε πάνω στη διαχείριση αλλά και στο ντοπάρισμα των μαζών. Το έκανε από το 1974 κιόλας με το σύνθημα «Στις 18 Σοσιαλισμός», έστω κι αν απογοητευμένος από το 13,5%, ήθελε να φύγει ξανά στο εξωτερικό. Η Βάσω τον κράτησε στην Ελλάδα…
Ποιος δεν θυμάται το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» ή το «Έξω οι βάσεις του θανάτου», που σφράγισαν τη στρατηγική ανόδου στην εξουσία; Κι όμως, αυτός που τα διακήρυττε, αμέσως μετά το 1981 ενσωματώθηκε στην «Ευρώπη των Λαών» (για την οποία παραλίγο να διαγράψει τον Σημίτη) και το 1983 υπέγραψε τη συμφωνία παραμονής των βάσεων, παρουσιάζοντάς την ως… αποχώρηση. Τελικά, οι βάσεις έφυγαν όταν το αποφάσισαν οι Αμερικανοί.
«Στέλνουμε τη Δεξιά στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας» έλεγε στα αλαλάζοντα πλήθη από τα μπαλκόνια. Αν ζούσε σήμερα, τι θα έλεγε για την πρόβλεψή του; Και το 1993 διακήρυσσε ότι «το όνομά μας είναι η ψυχή μας» για τη Μακεδονία. Λίγο αργότερα υπέγραψε την -επιμεληθείσα από τον Ευ. Βενιζέλο- Ενδιάμεση Συμφωνία με τα Σκόπια, προετοιμάζοντας τον μελλοντικό συμβιβασμό. «Εγώ μπορεί να μη ζω» απαντούσε όταν τον ρωτούσαν σχετικώς…
Ο Παπανδρέου έχει καταγραφεί ως ο βασικότερος εκφραστής του πολιτικού λαϊκισμού στην Ελλάδα. Ακόμη και ο Τσίπρας ως αντίγραφο δεν ξεπέρασε το πρωτότυπο. Η μεγαλύτερη τέχνη του όμως ήταν ότι δρούσε -με οπορτουνισμό- ως πανίσχυρος μηχανισμός προσαρμογής. Με απλά λόγια, μπορούσε την κατάλληλη στιγμή να κάνει την κωλοτούμπα και να πείθει το ακροατήριό του για το αντίθετο. Ακόμα και στην κρίση του 1987 με τον Οζάλ, κατάφερε πίσω από το «μη πόλεμος» να κρύψει τη δική του συνθηκολόγηση, για την οποία η αμείλικτη Ιστορία δεν έχει πει ακόμη τον τελικό της λόγο.
Έχει διαπιστωθεί ιστορικά πως, όταν μια κοινωνία ριζοσπαστικοποιείται, η πολιτική της έκφραση είναι νομοτελειακή. Το κενό δεν μένει για πάντα και κάποιος το καλύπτει. Η τραγωδία της (Κεντρο)αριστεράς σήμερα είναι ότι ενώ, υπάρχουν οι συνθήκες, έχει χάσει την αξιοπιστία της. Γι’ αυτό αναζητείται διέξοδος προς άλλες κατευθύνσεις…
Η… πριγκίπισσα Άννα δικαιολογείται -ίσως- να βγάζει τέτοια πολιτικά συμπλέγματα. Μια φορά πήγε (με Φλωρίδη και Ραγκούση) να φτιάξει δικό της κόμμα, αλλά δεν έφτασαν καν στις κάλπες. Όλοι οι οπαδοί τους δεν γέμιζαν ούτε ένα δωμάτιο.