Στο Παραλίμνι, μπροστά από τους ανδριάντες των Τάσου Ισαάκ και Σολωμού Σολωμού, δεν ακούστηκε απλώς μια συγκινητική ομιλία. Ακούστηκε μια εθνική κραυγή αλήθειας, χωρίς περιστροφές, χωρίς ευφημισμούς, χωρίς διπλωματικά φίλτρα. Η Αναστασία Ισαάκ μίλησε ως κόρη του άοπλου ήρωα που δολοφονήθηκε τον Αύγουστο του 1996. Μα δεν μίλησε μόνο για τον πατέρα της. Μίλησε για την πατρίδα που πληγώθηκε, προδόθηκε και -το χειρότερο- μαθαίνει σιγά σιγά να ζει με την πληγή ανοιχτή.
Η Αναστασία είπε ό,τι έπρεπε να έχει ειπωθεί εδώ και δεκαετίες. Πως οι δολοφόνοι κυκλοφορούν ελεύθεροι. Πως το αίμα χύθηκε, αλλά δικαιοσύνη δεν αποδόθηκε ποτέ. Πως οι ίδιοι οι μηχανισμοί του κράτους και της κοινωνίας προσαρμόστηκαν στο ψεύτικο αφήγημα της «λύσης», που δεν είναι τίποτε άλλο από σταδιακή αποδοχή της κατοχής.
Και τι ακολούθησε; Σιωπή. Σιωπή από τους πολιτικούς, από τους θεσμούς, από τους δημοσιολογούντες των καναλιών. Όχι από αδιαφορία – από αμηχανία. Γιατί αυτή η φωνή, η καθαρή και δίκαιη, ξεσκεπάζει τη συνθηκολόγηση δεκαετιών μιας πολιτικής που δίδαξε στον λαό πως η διπλωματία είναι πιο σημαντική από τη μνήμη, πως η υποχώρηση είναι ρεαλισμός και πως η εθνική αξιοπρέπεια είναι εμπόδιο στην «πρόοδο».
Η Αναστασία Ισαάκ, με λόγο σταράτο, θύμισε πως χιλιάδες διέρχονται καθημερινά από τη νεκρή ζώνη, εκεί που άφησε την τελευταία του πνοή ο πατέρας της, για να αγοράσουν φθηνά τσιγάρα και μια ψευδαίσθηση πολυτέλειας. Και έχει δίκιο. Η λήθη έγινε στάση ζωής. Η μνήμη έγινε βάρος.
Το πολιτικό σύστημα στην Κύπρο και την Ελλάδα δεν θέλει φωνές σαν της Αναστασίας. Θέλει ήρωες σιωπηλούς, μετατρεπόμενους σε αγάλματα. Μνημεία με τυποποιημένες καταθέσεις στεφάνων. Όχι φωνές που απαιτούν κάθαρση, τιμωρία και εθνική ανάταση. Όχι φωνές που θυμίζουν ότι κάποιοι δολοφονήθηκαν από τον κατακτητή, και ο κατακτητής σήμερα αντιμετωπίζεται σαν συνομιλητής.
Πόσοι τόλμησαν να πουν πως η υποστήριξη του «διαλόγου» με την Άγκυρα είναι πολιτική μειοδοσία όταν δεν συνοδεύεται από στοιχειώδεις όρους δικαιοσύνης; Πόσοι θύμισαν πως οι περιουσίες των εκτοπισμένων ξεπουλιούνται μεθοδικά, ενώ οι πραγματικοί ιδιοκτήτες σωπαίνουν ή κουράστηκαν; Πόσοι υπενθυμίζουν πως η λεγόμενη «λύση» της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας ισοδυναμεί με θεσμοποίηση της κατοχής και επισημοποίηση της εθνικής ταπείνωσης;
Η Αναστασία Ισαάκ δεν ζήτησε εκδίκηση. Ζήτησε το αυτονόητο: να αποδοθεί δικαιοσύνη, να συλληφθούν οι υπεύθυνοι, να πάψει η λήθη να είναι κρατική πολιτική. Και, τελικά, να ανοίξει ξανά ο δρόμος της ελευθερίας – όχι ως σύνθημα, αλλά ως στόχος.
Η φωνή της δεν ήταν μια «συγκινητική παρέμβαση». Ήταν πολιτική πράξη αντίστασης. Ήταν κόλαφος για τους προσκυνημένους, για όσους αποκαλούν «ρεαλισμό» την υποταγή, για όσους νομιμοποιούν με τις πράξεις ή τις παραλείψεις τους τον «Αττίλα».
Η πατρίδα δεν είναι διπλωματικό πεδίο συναλλαγών. Είναι γη ποτισμένη με αίμα. Και αυτό το αίμα, όπως του Ισαάκ και του Σολωμού, δεν μπορεί να ξεχαστεί. Δεν μπορεί να παρακαμφθεί στο όνομα της «πολιτικής ωριμότητας». Δεν μπορεί να συγκαλυφθεί πίσω από σχέδια συμβίωσης που ακυρώνουν το αυτονόητο: ότι υπάρχει κατοχή και ότι οι υπεύθυνοι δεν έχουν ποτέ τιμωρηθεί.
Καθήκον όλων είναι να σταθούμε ξεκάθαρα στο πλευρό όσων δεν ξεχνούν, δεν παραδίδονται, δεν συμβιβάζονται. Με την Αναστασία. Με την αλήθεια. Με την πατρίδα που ακόμη περιμένει τη δικαίωσή της, όχι στα χαρτιά, αλλά στην πράξη.
Δημοσιεύεται στη «δημοκρατία»