Αύξηση 7,6-7,7% θα δοθεί από το νέο έτος στα διόδια όλης της χώρας. Επειτα από μακρά περίοδο διαπραγματεύσεων ανάμεσα στους παραχωρησιούχους και στο υπουργείο Υποδομών συμφωνήθηκε η προσαύξηση του 2023 (12%), που δεν εισπράχθηκε ποτέ, να μοιραστεί σε τρεις δόσεις έως το 2026 και οι παραχωρησιούχοι να απορροφήσουν ένα μέρος αυτής. Οι παραχωρησιούχοι, πάντως, έχουν υποβάλει αιτήματα αποζημιώσεων για τα διαφυγόντα κέρδη του 2023 και όλα δείχνουν ότι δύσκολα το υπουργείο θα αποφύγει να τα καταβάλει. Με αυτόν τον τρόπο το Δημόσιο θα αναλάβει το κόστος της πολιτικής απόφασής του να μην επιβληθούν πέρυσι αυξήσεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», πριν από λίγες ημέρες οι δύο πλευρές οδηγήθηκαν σε συμφωνία και έτσι οι παραχωρησιούχοι πρόκειται μέσα στις επόμενες ημέρες να ενημερώσουν και τυπικά το υπουργείο Υποδομών (όπως οφείλουν από τις συμβάσεις παραχώρησης) για το ύψος της αύξησης που θα επιβληθεί από την 1η Ιανουαρίου 2024.
Οι ετήσιες αυξήσεις υπολογίζονται με βάση την αύξηση στον δείκτη τιμών καταναλωτή κάθε Σεπτέμβριο. Ο δείκτης αυξήθηκε το 2023 κατά 1,65% σε σχέση με το 2022. Σε αυτή την αύξηση θα προστεθεί το ήμισυ της αύξησης από το 2021 στο 2022 –που ήταν 12%–, δηλαδή 6%. Επομένως, η συνολική αύξηση που θα ισχύσει από την 1η Ιανουαρίου θα είναι 7,63% (απομένει να φανεί εάν το ποσό θα στρογγυλοποιηθεί).
Τα διαφυγόντα έσοδα των παραχωρησιούχων για το 2023 λόγω μη αυξήσεων των διοδίων πέρυσι θα καλυφθούν από το Δημόσιο.
Οσο για το υπόλοιπο 6%, οι παραχωρησιούχοι συμφώνησαν να «απορροφήσουν» ένα μικρό μέρος (το 2%) και το υπόλοιπο να επιβαρύνει τα διόδια του 2025 και του 2026 (θα προστίθεται 2% κάθε έτος στην αύξηση του δείκτη τιμών καταναλωτή).
Υπενθυμίζεται ότι η σύγκρουση ανάμεσα στις δύο πλευρές ξεκίνησε στα τέλη της προηγούμενης χρονιάς, όταν ο τότε υπουργός Κώστας Καραμανλής ανακοίνωσε ότι ζήτησε από τους παραχωρησιούχους να μην προχωρήσουν καθόλου σε αυξήσεις στα διόδια. Οι παραχωρησιούχοι επανήλθαν στα μέσα της φετινής χρονιάς, αμέσως μετά τις εκλογές, στον νέο υπουργό Χρήστο Σταϊκούρα, ωστόσο οι συζητήσεις δεν είχαν καλή κατάληξη, με τον υπουργό να χαρακτηρίζει τις κοινοπραξίες «αναξιόπιστες».
Το φθινόπωρο οι συζητήσεις ξεκίνησαν και πάλι επί διαφόρων σεναρίων διαμοιρασμού του κόστους ανάμεσα στο Δημόσιο και τους ιδιώτες, όπως συνέβη σε άλλες χώρες όπου υπήρξε μεγάλη άνοδος στον δείκτη τιμών καταναλωτή. Τελικώς η συμφωνία επετεύχθη πριν από μερικές ημέρες.