«90% πληρότητα», «δεν υπάρχει ούτε ράντζο», «θα βουλιάξει το νησί» τις ημέρες του Πάσχα, διαβάζουμε και ακούμε σε sites, ραδιόφωνα και τηλεοράσεις. Με μια πρώτη ανάγνωση, πρόκειται για καλές ειδήσεις. Κάποιοι άνθρωποι θα ξεκουραστούν, κάποιοι άλλοι θα βάλουν χρήματα στα ταμεία τους. Είναι όμως έτσι;
Κατ’ αρχάς οι παραπάνω τίτλοι γίνονται αυτόματα λιγότερο εντυπωσιακοί αν λάβει κανείς υπόψη την παραδοχή του προέδρου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ), Γρηγόρη Τάσιου, πως μόνο το 30% των καταλυμάτων της χώρας θα είναι ανοιχτά τις ημέρες του Πάσχα. Συνεπώς, με τόσο μικρή προσφορά, αν δεν υπήρχαν και υψηλές πληρότητες, τα πράγματα θα ήταν πολύ άσχημα.
Τριψήφιες οι περισσότερες τιμές
Μια καλή ιδέα για την δυνατότητα της πλειοψηφίας των πολιτών να κάνουν πασχαλινές διακοπές, παίρνει κανείς κοιτώντας τις τιμές των καταλυμάτων. Όπως φαίνεται στους παρακάτω χάρτες, οι πιθανότητες να βρει κάποιος δίκλινο δωμάτιο σε δημοφιλή προορισμό, πληρώνοντας λιγότερα από 60 ευρώ είναι ελάχιστες.
Στη Μεσσηνία τα περισσότερα ξενοδοχεία και δωμάτια στοιχίζουν πάνω από 100 ευρώ, με εξαίρεση το εσωτερικό του πρώτου «ποδιού». Σε Εύβοια, Στερεά και Κορινθία η κατάσταση είναι παρόμοια, εκτός αν κάποιος φτάσει μέχρι την Αιδηψό.
Στον απόλυτα πασχαλινό προορισμό της Κέρκυρας, όλα τα νούμερα είναι τριψήφια. Λιγότερο απρόσιτη είναι η ακτή της Ηπείρου, αλλά και πάλι, η προσιτότητα πρέπει πάντα να υπολογίζεται σε συνάρτηση με την αγοραστική δύναμη του κόσμου. Είναι αλήθεια ότι οι τιμές που φαίνονται στους χάρτες είναι αυτές της τελευταίας στιγμής, είναι πιθανό κάποιος που κανόνιζε τις πασχαλινές του διακοπές προ διμήνου, να έχει βρει καλύτερες. Γι’ αυτό και στον συνολικό υπολογισμό των εξόδων που επιχειρούμε παρακάτω, έχουμε βάλει τιμές χαμηλότερες του μέσου όρου της κάθε περιοχής.
Ένας βασικός μισθός για 4 ημέρες
Μπορεί λοιπόν μια τετραμελής οικογένεια να πάει τέσσερις ημέρες διακοπές το Πάσχα; Προφανώς η διαμονή δεν είναι το μοναδικό της έξοδο. Με την τιμή της βενζίνης να φτάνει πάλι τα 2 ευρώ, για να φτάσει από την Αθήνα στην Καλαμάτα και να επιστρέψει, πρέπει να δαπανήσει περίπου 70 ευρώ για καύσιμα και 28 ευρώ για διόδια. Η αντίστοιχη δαπάνη για την Κέρκυρα φτάνει τα 220 ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, θα χρειαστούν σίγουρα επιπλέον 30 ευρώ καύσιμο για τις επιτόπιες μετακινήσεις.
Σε αυτά τα κόστη, πρέπει κανείς να προσθέσει σίγουρα 100 ευρώ ημερησίως για γεύματα, καφέδες, κάποιο ελαφρύ αλκοόλ. Συνεπώς τα κόστη μιας τετραήμερης πασχαλινής εξόρμησης για μια τετραμελή οικογένεια, σε κάποιον από τους όχι top προορισμούς, φτάνουν αθροιστικά το ύψος των μικτών αποδοχών του βασικού μισθού, όπως αυτός διαμορφώθηκε με την πρόσφατη αύξηση.
Είναι σαφές πως οικογένειες στις οποίες εργάζονται δύο ενήλικα μέλη, λαμβάνοντας τον βασικό μισθό, δεν μπορούν να διανοηθούν πασχαλινές διακοπές στην ίδια τους την χώρα. Αν στο νοικοκυριό μπαίνουν ως εισόδημα 2.000 ευρώ το μήνα, τότε για την συγκεκριμένη εξόρμηση η δαπάνη αντιστοιχεί στο 40% αυτού του μηνιαίου εισοδήματος. Αν οι δύο εργαζόμενοι ενήλικοι της οικογένειας λαμβάνουν τον διάμεσο μισθό, δηλαδή περί τα 1.300 ευρώ έκαστος, η δαπάνη των 780 ευρώ αντιστοιχεί στο 30% του μηνιαίου οικογενειακού εισοδήματος. Πώς θα βγουν όμως οι υπόλοιπες ημέρες του μήνα;
Συνεπώς, οι περισσότεροι μισθωτοί στην Ελλάδα είτε δεν μπορούν καθόλου, είτε πρέπει να «βάλουν χέρι» σε τυχόν αποταμιεύσεις για να πάνε κάπου το Πάσχα, εάν δεν έχουν σπίτι σε χωριό ή κάποιο εξοχικό. Για κάποιο μισθωτό ή μικρό επιχειρηματία που έχει οικογένεια, κάθε 100άρι ανά διανυκτέρευση είναι ένα πέρασμα από το σούπερ μάρκετ για τα βασικά της εβδομάδας. Η δαπάνη για δύο γεύματα σε εστιατόριο είναι τα μηνιαία δίδακτρα στην ξένη γλώσσα του παιδιού.
Ζούμε στην χώρα που πάρα πολλοί εργαζόμενοι παραμένουν φτωχοί ή βρίσκονται στο όριο της φτώχειας, όπως έδειξαν και τα τελευταία στοιχεία της Eurostat. Ακόμα και φέτος, που το Πάσχα πέφτει αρκετές ημέρες πριν την έναρξη της τουριστικής περιόδου και άρα ο εισαγόμενος τουρισμός δεν ανεβάζει περαιτέρω τις τιμές, οι περισσότεροι Έλληνες δεν μπορούν να κάνουν λίγες ημέρες διακοπών. Συνήθειες που πριν την οικονομική κρίση ήταν συνυφασμένες με την άλλοτε κραταιά «μεσαία τάξη», τώρα αφορούν λίγους τυχερούς. Εδώ βρισκόμαστε.