- – Το «Καλάθι του Πάσχα» έφερε «μάχη χαρακωμάτων» ανάμεσα σε υπουργείο Ανάπτυξης και κτηνοτρόφους -κρεοπώλες
- – Η τιμή των αμνοεριφίων ως «κράχτης» για την προσέλκυση καταναλωτών
- – Τα αρνιά που έρχονται ζωντανά από Ρουμανία, Βουλγαρία, εκτρέφονται για διάστημα δύο μηνών και ονομάζονται ελληνικά. Τα βοοειδή εκτρέφονται για πέντε μήνες και θεωρούνται έπειτα ελληνικά.
- – Τα «κόλπα» για τη λαθραία μεταφορά τους από την ύπαιθρο στις πόλεις
- – Οι ελληνικές φυλές που εξαφανίζονται ή συντηρούνται μόνο για την είσπραξη των επιδοτήσεων
- – Ζητάτε «γάλακτος» τρώτε «ζυγούρι», αλλά στην τιμή του πρώτου
- – Φθηνό κρέας εισαγωγής ταϊσμένο με ουκρανικό απεντομωμένο στάρι του 2021…
Του Πάνου Κατσαχνιά
Αν σύμφωνα με το γνωστό τραγούδι το χρήμα κάνει τον κόσμο να γυρνά («Money makes the world go around»), τότε το μαύρο χρήμα κάνει τον Κόσμο να γυρνά γρηγορότερα;
Οι Αμερικάνοι λένε πως αν δεν μπορείς να βρεις την άκρη του νήματος σε μια υπόθεση, τότε «follow the money…». Αν σε αυτό προσθέσουμε το πόσες φορές τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα έχει διακηρυχθεί απ’ όλες τις κυβερνήσεις που έχουν περάσει και απ’ όλες τις πολιτικές ηγεσίες του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥπΑΑΤ), η δεδομένη βούληση τους για την πάταξη του φαινομένου των «ελληνοποιήσεων» και παρόλα αυτά κάθε χρόνο εξαγγέλλεται και νέα τέτοια εκστρατεία, τότε ίσως κάτι σάπιο υπάρχει στο Βασίλειο της Δανιμαρκίας.
Σαφάρι… κατά των ελληνοποιήσεων
Με Δ.Τ. που εξέδωσε το ΥπΑΑΤ στις 20/3, εντατικοποίηση των ελέγχων για την αποτροπή ελληνοποιήσεων αμνοεριφίων εν όψει του Πάσχα προανήγγειλε ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Σίμος Κεδίκογλου.
Κατά τη διάρκεια τηλεδιάσκεψης που πραγματοποιήθηκε μεταξύ των αρμόδιων φορέων, ο αρμόδιος υφυπουργός ζήτησε την απαρέγκλιτη τήρηση του Νόμου για την προστασία των ελληνικών προϊόντων και επισήμανε την ανάγκη αυστηροποίησης των ελέγχων στις πύλες εισόδου για την αποτροπή παράνομων φαινομένων και την εξασφάλιση της ιχνηλασιμότητας του κρέατος, δηλαδή από το σφαγείο μέχρι και τα σημεία λιανικής πώλησης.
Όπως είπε ο κ. Κεδίκογλου «δυο είναι τα σημεία που πρέπει να εστιάσουμε: Στις πύλες εισόδου για την πιστή καταγραφή και ιχνηλάτησης της ροής των εισαγόμενων αμνοεριφίων και στα σφαγεία ώστε να διασφαλιστεί ότι μόνο ελληνικά αμνοερίφια παίρνουν τη σχετική σήμανση».
Supercars στα… τσιγκέλια
Σε χώρα που εν έτη 2023 όποιος θέλει να ψωνίσει κρέας για τον πασχαλινό οβελία, θα πρέπει να αισθάνεται σαν να επισκέπτεται κατάστημα πώλησης υπερπολυτελών supercars, αντί για κρεοπωλείο, τότε σίγουρα κάτι δεν πάει καλά. Ιδίως, όταν δεν μιλάμε για τιμές που αφορούν στο αρνάκι και στο κατσικάκι συγκρινόμενες με εκείνες κρεάτων Kobe και Wagyu -συνθήκη που θα ήταν και φυσιολογική- αλλά σε αμνοερίφια που πωλούνται σε Σούπερ-Μάρκετ και σε εκείνα που πωλούνται στα συνοικιακά κρεοπωλεία.
Είναι δεδομένο ότι εγχώρια παραγωγή -σε όλα τα είδη κρεάτων- τέτοια που να καλύπτει τις διατροφικές ανάγκες του πληθυσμού -πολλώ μάλλον όταν αυτός υπερδιπλασιάζεται κατά την τουριστική περίοδο- δεν υπάρχει. Με διαφοροποιήσεις ανάλογα το είδος του κρέατος, αλλά σε κάθε περίπτωση με όλες να υπολείπονται των αντικειμενικών αναγκών.
Γιατί όμως τότε, εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι οι ποσότητες κρέατος που καταναλώνουμε είναι ελληνικής προέλευσης; Ιδίως σε περιόδους όπως αυτή του Πάσχα, όπου το έθιμο της κατανάλωσης αρνίσιου και κατσικίσιου κρέατος, στη σούβλα ή στο φούρνο, σχεδόν να απαιτεί αυτό να είναι ελληνικό, προσδίδοντας στο θέμα, ζήτημα εθνικής υπερηφάνειας.
Ως ένας λαός με διπλάσια σχεδόν ποσοστά κρεατοφαγίας από τους υπόλοιπους ευρωπαϊκούς, η σημασία που δίνουμε στο κρέας δεν θα μπορούσε να μην ήτανε εκ των πραγμάτων μεγάλη. Πάνω σε αυτό χτίστηκε -μύθος ή όχι είναι υποκειμενικό- το αξίωμα πως το ελληνικό κρέας είναι ποιοτικότερο σε σχέση με το εισαγόμενο, γιατί απλά είναι ελληνικό.
Έτσι χωρίς την ανάγκη επιχειρηματολογίας περί αυτού και ταυτόχρονα εξοβελίζοντας στο πυρ το εξώτερο κάθε τι με προέλευση την αλλοδαπή, έγινε σε επίπεδο marketing ο πιο σύντομος και ανέξοδος τρόπος πώλησης κρέατος στους Έλληνες καταναλωτές.
Ιδίως όταν το σημείο λιανικής πώλησης έχει έναν μόνο υπάλληλο -τον ιδιοκτήτη του- που πρέπει να εξυπηρετήσει πολλούς, χωρίς να χάσει κανέναν και παράλληλα να κάνει κι ένα σωρό ακόμη δουλειές μέσα στο κρεοπωλείο.
Επιπλέον, ως ποιοτικότερο -χωρίς βέβαια αυτό να ισχύει πάντα- το ελληνικό κρέας πωλείται ακριβότερα.
Ως αυτοεκπληρούμενη λοιπόν προφητεία, η επικοινωνιακή αυτή γραμμή εδραιώθηκε με τα χρόνια στη συνείδηση του καταναλωτικού κοινού που πλέον δεν «έβλεπε» οτιδήποτε άλλο πέρα από το ελληνικής προέλευσης κρέας. Πώς όμως θα μπορούσε να ικανοποιηθεί η ζήτηση αυτή, όταν αντικειμενικά δεν υπάρχει η ανάλογη παραγωγή για να την καλύψει, αφήνοντας ταυτόχρονα ακόμη μεγαλύτερο κέρδος;
Μα, με τις «ελληνοποιήσεις» φυσικά. «Εμπλουτίζοντας» την εγχώρια παραγωγή με τρεις τρόπους: Νόμιμα, νομότυπα και παράνομα. Νόμιμα εισάγοντας αμνοερίφια και εκτρέφοντας τα για δυο μήνες οπότε και γίνονται ελληνικά. Το ίδιο ισχύει και για τα βοοειδή που εισάγονται από το εξωτερικό και εκτρέφονται στην Ελλάδα για πέντε μήνες. Νομότυπα όταν για παράδειγμα αμνοερίφια που έρχονται από το εξωτερικό, σφάζονται αμέσως σε ελληνικά σφαγεία και με μπλε σφραγίδα, αλλά χωρίς κάποιο άλλο αυτοκόλλητο που να αναφέρει τη χώρα γέννησης τους, «χάνονται στην μετάφραση» και βγαίνουν όλα ως «ελληνικής σφαγής aka ελληνικά. Και τέλος παράνομα, ζώντα ζώα ή ακόμη και σφάγια που εισέρχονται χωρίς σφραγίδα, για να σφαχτούν και να βαφτιστούν «νύχτα» ελληνικά.
Ελληνικό κρέας… εισαγωγής
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, που παραχώρησε η Διεπαγγελματική Οργάνωση Κρέατος (ΕΔΟΚ) στις 16/2, ο πρόεδρός της Λευτέρης Γίτσας, αναφέρθηκε στο πρόβλημα της δημοσίευσης στοιχείων για την εγχώρια ζωική παραγωγή που είναι «για γέλια» και ότι καταγράφεται μια πολυφωνία από τις δημόσιες δηλώσεις σχετικών/άσχετων με αυτήν.
Αναφέρθηκε στο ότι επικαλούνται όλοι για την ανάγκη στήριξης και ανάπτυξης της εγχώριας παραγωγής, όταν «οι μισές επιδοτήσεις που παίρνει η Ελλάδα για το σύνολο της πρωτογενούς παραγωγής πηγαίνουν για την εισαγωγή κρέατος».
Ενώ επιπλέον πρόβλημα είναι ότι καταγράφεται δυσανάλογα μικρή κρεατοπαραγωγή σε σχέση με το εγχώριο ζωικό κεφάλαιο, φέρνοντας συγκεκριμένα ως παράδειγμα την πολύ χαμηλή παραγωγή πρόβειου και βόειου κρέατος, αναλογικά με το αντίστοιχο ζωικό κεφάλαιο που διαθέτει η χώρα.
Τα αρνιά που έρχονται ζωντανά από άλλες χώρες π.χ. Ρουμανία, Βουλγαρία και εκτρέφονται για διάστημα δύο μηνών στην Ελλάδα ονομάζονται ελληνικά.
Τα βοοειδή που εισάγονται από το εξωτερικό π.χ. Γαλλία, Γερμανία, Πολωνία και εκτρέφονται για πέντε μήνες θεωρούνται έπειτα ελληνικά.
Όταν ζώα από το εξωτερικό έρχονται και σφάζονται σε ελληνικό σφαγείο μπαίνει η στρογγυλή σφραγίδα της Κτηνιατρικής Υπηρεσίας του ελληνικού κράτους. Μπαίνει η σφραγίδα «Ελλάς», ενώ δεν μπαίνει των άλλων χωρών.
Όπου κι όταν έμπαινε, ήταν στραβή, ώστε να μην διαβάζεται, ενώ είναι και στο ίδιο χρώμα (Μπλε, γιατί προέρχεται από χώρα της ΕΕ.) εκτός των Σκοπίων που είναι κόκκινη, ενώ μπαίνει επίσης ένα αυτοκόλλητο που αναφέρει τη χώρα γέννησης και τον κωδικό εκτροφής.
Αυτοκόλλητο όμως που πρακτικά ξεκολλάει από το σφάγιο ή που πετάγεται διακριτικά, αποσιωπώντας έτσι τη χώρα προέλευσης. Πρακτική που συναντιέται κυρίως σε κεντρικές αγορές όπως η Βαρβάκειος στην Αθήνα και το Καπάνι στη Θεσσαλονίκη. Τα Σούπερ-Μάρκετ δεν ακολουθούν τέτοιες πρακτικές, αφού τα παίρνουν κατευθείαν όπως τα θέλουν από τον έμπορο.
Γι’ αυτό και ο έμπορος στο τιμολόγιο τους τα κόβει όλα «ελληνικά». Είναι καλυμμένοι από εκείνον, αφού το ζητάνε ως δικλείδα ασφαλείας για τις ποσότητες που παραγγέλνουν. Π.χ. 30.000 κομμάτια και να είναι όλα ελληνικά. Είτε τώρα είναι, είτε δεν είναι, το τιμολόγιο αν γράφει έτσι, οι ίδιοι είναι καλυμμένοι. Και κανείς σε αυτές τις ποσότητες δεν μπορεί να αποδείξει ότι δεν είναι. Κι αυτό γιατί ο όποιος ελεγκτικός μηχανισμός δεν θα κάτσει ποτέ να ελέγξει στην πράξη χαρτιά για 10.000, 20.000 και 30.000 αμνοερίφια που έχει σφαγμένα ο έμπορος.
Τα μόνα που μπορεί να ελέγξει το υπουργείο Ανάπτυξης είναι οι ποσότητες κρέατος που εισάγονται από τις πύλες εισόδου της χώρας. Ό,τι μπαίνει στη χώρα σφαγμένο μετριέται. Ό,τι μπαίνει ζωντανό στην πορεία μπορεί και να «χαθεί στη μετάφραση».
Ένα από τα μεγάλα προβλήματα που υπάρχει είναι και η ασυνεννοησία μεταξύ των υπηρεσιών των υπουργείων Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Ανάπτυξης και Επενδύσεων όλα αυτά τα χρόνια.
Είναι επίσης εύκολο για έναν έμπορο που εμπορεύεται και ελληνικά και ξένα αρνιά, να πάει να κόψει ένα τιμολόγιο από έναν κτηνοτρόφο από τον οποίο αγοράζει για παράδειγμα 40, για 140, να πάρει και μερικά ενώτια στο χέρι, ώστε να κάνει όλα του τα ζώα «ελληνικά».