Οι αρχικές επιφυλάξεις μας για τις χαμηλές θερμοκρασίες, τους χιονισμένους δρόμους, τις ελάχιστες ώρες φυσικού φωτός και τις υψηλές τιμές είχαν καμφθεί πριν ακόμα μπούμε στο αεροπλάνο, στις αρχές Δεκεμβρίου, με προορισμό το Ροβανιέμι της Φινλανδίας, πολύ κοντά στον Αρκτικό Κύκλο. Η μία εβδομάδα που περάσαμε στην περιοχή μάς αντάμειψε πλουσιοπάροχα.
Από το Ροβανιέμι στη Ρούκα: Οι πρώτες εντυπώσεις
Φτάνοντας στο αεροδρόμιο του Ροβανιέμι νωρίς το απόγευμα, σπεύσαμε στο πλησιέστερο σούπερ μάρκετ για προμήθειες για το πρωινό μας. Βρήκαμε τις τιμές ίδιες με τις ελληνικές. Χρειάστηκε να οδηγήσουμε 190 χλμ. στο σκοτάδι (νύχτωνε από τις 3 μ.μ.) σε ελαφρά χιονισμένο οδόστρωμα μέχρι το κατάλυμά μας στη Ρούκα, τον πιο γνωστό προορισμό για σκι στη Φινλανδία, που συχνά φιλοξενεί Πανευρωπαϊκούς και Παγκόσμιους Αγώνες, καθώς διαθέτει 41 σηματοδοτημένες πίστες. Μέσα στο δάσος, ήταν επενδυμένο εξωτερικά και εν μέρει εσωτερικά με ξύλο και διέθετε εκτός από θερμοσυσσωρευτές, τζάκι, σάουνα και πλήρως εξοπλισμένη κουζίνα. Το πρώτο βράδυ απολαύσαμε μια γευστικότατη σούπα από άγρια μανιτάρια σε ένα μπαράκι κοντά στις πίστες, καταστρώνοντας το πρόγραμμα της επόμενης μέρας.

Κανονίσαμε να επισκεφθούμε μια φάρμα με ταράνδους και να κάνουμε βόλτα με το έλκηθρο. Η εμπειρία ήταν ελαφρώς απογοητευτική, αν συγκρίνει κανείς την τιμή (83 ευρώ το άτομο) με την ίδια την παροχή. Η υπηρεσία περιλάμβανε ενημέρωση μισής ώρας σε εξωτερικό χώρο για τη ζωή των ταράνδων, 15λεπτη επίσκεψη στη φάρμα όπου ταΐσαμε τους ταράνδους λειχήνες, το αγαπημένο τους φαγητό, και έπειτα βόλτα με τα έλκηθρα, διάρκειας μισής ώρας, σε ένα αργό κομβόι με εμάς σκεπασμένους ως το πηγούνι με δέρματα ταράνδων. Ήταν η πρώτη επαφή μας με την τουριστική εμπορευματοποίηση της Λαπωνίας και ευτυχώς μας απέτρεψε από άλλες αντίστοιχες που αρχικά προγραμματίζαμε.

Την τρίτη μέρα χωριστήκαμε. Οι νεότεροι της παρέας πήραν ολοήμερο πάσο (μέχρι τις 7 μ.μ.) για σκι στις πίστες (πράσινες, κόκκινες, μπλε και μαύρες) προς 50 ευρώ και οι υπόλοιποι πορευτήκαμε για τέσσερις ώρες σε σηματοδοτημένα μονοπάτια, για να δούμε κάποιους καταρράκτες, μια εμπειρία πλούσια σε εικόνες. Για να μπορέσουμε να βγάλουμε σε πέρας τη διαδρομή, είχαμε προμηθευτεί θερμαντικά επιθέματα, που μπαίνουν μέσα στις μπότες και στα γάντια και κρατούν ζεστά τα άκρα για εννέα ώρες.
Αναζητώντας τους Σάμι

Τις δύο επόμενες μέρες διανύσαμε περίπου 1.000 χλμ., για να φτάσουμε κοντά στα σύνορα με τη Νορβηγία, στο Ίναρι. Εκεί αναζητήσαμε τα ίχνη των αυτόχθονων Σάμι, μιας εθνότητας που είναι διασκορπισμένη εδώ και 5.000 χρόνια σε τέσσερις χώρες, τη Σουηδία, τη Νορβηγία, τη Φινλανδία και τη Χερσόνησο Κόλα της Ρωσίας. Στη Φινλανδία ο πληθυσμός των Σάμι υπολογίζεται στα 8.000 άτομα. Παραδοσιακά, υπήρξαν κυνηγοί, ψαράδες, τροφοσυλλέκτες και εκτροφείς ταράνδων και μέχρι το 1950 ζούσαν ως νομάδες, ακολουθώντας τους ταράνδους στις μεταναστεύσεις τους. Ήταν ανιμιστές και επικοινωνούσαν με τα πνεύματα των προγόνων τους με τη μεσολάβηση των σαμάνων ιερέων τους.

Το πέρασμα των χιτλερικών στρατευμάτων από τη Λαπωνία σημαδεύτηκε από βομβαρδισμό των καταυλισμών και των υποδομών τους και ευρεία ναρκοθέτηση κατά την υποχώρηση των Ναζί από την Φινλανδία μετά το 1945. Αυτό ανάγκασε τους Σάμι να γίνουν μετανάστες μέσα στην ίδια τους τη χώρα και τα παιδιά τους να υποστούν βίαιο εκφινλανδισμό, αποκομμένα από τους γονείς και τις κοινότητές τους. Σήμερα μορφωμένοι Σάμι, διανοούμενοι και καλλιτέχνες, με τη συνδρομή του ΟΗΕ κάνουν τεράστιες προσπάθειες όχι μόνο για τη διατήρηση της γλώσσας και του πολιτισμού τους, αλλά και για να προστατεύσουν το οικοσύστημα στο οποίο ζουν και κινδυνεύει από την άμετρη εκμετάλλευση της γης, του υπεδάφους και των ποταμών μέσα από την ανεξέλεγκτη υλοτομία, τις εξορύξεις και την κατασκευή μεγάλων φραγμάτων για υδροηλεκτρική ενέργεια.

Επισκεφτήκαμε το Μουσείο για τους Σάμι, στο Ίναρι, και το Κοινοβούλιό τους, που έχει περισσότερο συμβολικό παρά ουσιαστικό χαρακτήρα. Μας συγκίνησε τόσο η ιστορία τους και οι αγώνες τους όσο και η φιλοσοφία τους για την ζωή, που είναι άρρηκτα δεμένη με τη φύση. «Πάρε από τη φύση μόνο αυτό που έχεις ανάγκη», λένε. Στο μίνι μάρκετ του χωριού Βουότσο είχαμε την τύχη να συναντηθούμε και με κάποιους Σάμι (εγώ κέρδισα και μια αγκαλιά) και να διαπιστώσουμε τα κοινά τους χαρακτηριστικά με τους αυτόχθονες της Αμερικής.

Στην επιστροφή μας, συναντήσαμε έντονη χιονόπτωση. Είχαμε την τύχη να βιώσουμε τη φινλανδική αλληλεγγύη όταν το αυτοκίνητό μας ξέφυγε από τον δρόμο και βούλιαξε σε 50 εκατοστά χιόνι, ευτυχώς χωρίς να χτυπήσουμε και χωρίς το αυτοκίνητο να πάθει ζημιά. Περπατήσαμε 400 μέτρα ως το πλησιέστερο χωριό, συνεννοηθήκαμε με νοήματα και οι ντόπιοι έσπευσαν με ένα τρακτέρ να μας βγάλουν χωρίς να μας ζητήσουν αμοιβή. Ήταν ένα χωριό με 30 σπίτια και είδαμε πόσο απλά ζουν οι άνθρωποι και πόσο δεμένοι είναι μεταξύ τους.
Βόρειο Σέλας, μια συγκλονιστική εμπειρία
Η έκτη μας ημέρα ήταν μαγική, με μια υπέροχη λιακάδα μετά τη χιονόπτωση. Τα δέντρα έμοιαζαν με γλυπτά μέσα στο χιόνι. Περπατήσαμε για άλλη μια φορά μέσα στο δάσος για δύο ώρες, απολαμβάνοντας τη θέα των λιμνών από ψηλά (η Φινλανδία διαθέτει 1.000 λίμνες, το 10% του εδάφους της). Και το βράδυ, οι θεοί των Σάμι μάς «έδωσαν την ευλογία» τους και αξιωθήκαμε να δούμε το Βόρειο Σέλας ακριβώς πάνω από τη Ρούκα. Πρόκειται για ένα σπάνιο φυσικό φαινόμενο που προκαλείται από τα σωματίδια του Ήλιου όταν έρχονται σε επαφή χάρη στα μαγνητικά πεδία με το οξυγόνο ή το άζωτο της Γης, κοντά στον Βόρειο Πόλο. Για τους Σάμι το Βόρειο Σέλας είναι ο χορός των νεκρών ψυχών. Όταν το βλέπει κανείς, δεν πρέπει να σφυρίξει ή να τραγουδήσει, γιατί τότε οι ψυχές θα κατεβούν και θα πάρουν κάποιον μαζί τους.

Το επόμενο βράδυ, μετά από μια επίσκεψη στο χωριό του Άη Βασίλη στο Ροβανιέμι —μια εμπορευματοποιημένη εμπειρία μαζικού τουρισμού που δεν σας συνιστώ—, είχαμε τη χαρά να απολαύσουμε το Βόρειο Σέλας πάνω σε μια παγωμένη λίμνη στους -20 βαθμούς Κελσίου. Ήταν η αποχαιρετιστήρια βραδιά μας σε μια χώρα που μας μάγεψε με την απέριττη ομορφιά της και τους απλούς και ευγενικούς ανθρώπους της.