Από την «καταπληκτική ποιότητα ζωής που προσφέρει η χώρα μας» του πρωθυπουργού μέχρι τους Έλληνες που «δεν είναι φτωχοί αλλά νιώθουν φτωχοί» του Άδωνι Γεωργιάδη είναι εμφανές ότι η κυβέρνηση νιώθει την ανάγκη να δώσει εξηγήσεις σχετικά με το βιοτικό μας επίπεδο και την πορεία της οικονομίας.
Υπάρχουν διάφορα εργαλεία με τα οποία μπορεί κάποιος να αναλύσει την πορεία της οικονομίας αλλά η κυβέρνηση έχει επιλέξει τρία βασικά: την αύξηση του ΑΕΠ σαν μέτρο της ανάπτυξης και την μείωση της ανεργίας σε συνδυασμό με τις αυξήσεις στους κατώτερους μισθούς.
Ας προσπαθήσουμε να καταλάβουμε την αλήθεια πίσω από τους αριθμούς:
Ανάπτυξη- αύξηση του ΑΕΠ
Η κυβέρνηση μετράει την ποσοστιαία αύξηση του ΑΕΠ από τότε που ανέλαβε το 2019 το οποίο παρουσιάζει αυξήσεις μεγαλύτερες συγκρινόμενο με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ. Η κυβέρνηση παρουσιάζει αυτήν την εικόνα η οποία εκ πρώτης μοιάζει εντυπωσιακή, είναι όμως;
Διάγραμμα 1 ΑΕΠ Ελλάδας 2019-2023 ($) πηγή: Παγκόσμια Τράπεζα
Η αλήθεια είναι ότι η εικόνα αυτή είναι μια απατηλή πρόσληψη της πραγματικότητας- μια εικονική πραγματικότητα στην οποία μας καλεί να συμμετέχουμε ο Μητσοτάκης και το μιντιακό κατεστημένο. Αυτό που ταχυδακτυλουργικά αποκρύπτεται είναι ότι η οικονομία της Ελλάδας είχε συμπιεστεί όσο σχεδόν καμία άλλη την προηγούμενη δεκαετία και αναπόφευκτα πλέον, αποσυμπιέζεται. Η εικόνα είναι μαγική γιατί δεν παίρνει υπόψη το πού ήταν η Ελλάδα δεκαπέντε χρόνια πριν. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται μια εικόνα ψεύτικης ευφορίας. Αν ξεζουμάρουμε το παραπάνω διάγραμμα και συγκρίνουμε πραγματικά που είμασταν και που φτάσαμε η εικόνα δεν είναι πλέον τόσο ρόδινη. Με σταθερές τιμές του 2015 – έχοντας βγάλει δηλαδή έξω την επίδραση του πληθωρισμού- το ΑΕΠ έχει υποχωρήσει από τα 350δις $ του 2008 στα 244δις $ το 2023, πτώση 30% δηλαδή.
Διάγραμμα 2 ΑΕΠ Ελλάδας 2006- 2023 ($) πηγή: Παγκόσμια Τράπεζα
Μετά από μια τόσο τρομακτική υποχώρηση λόγω της κρίσης και των μνημονίων που έφεραν ΝΔ- ΠΑΣΟΚ- ΣΥΡΙΖΑ, που έχει συγκριθεί με καταστροφή σε καιρό πολέμου, είναι αναπόφευκτο η οικονομία να αποσυμπιεστεί. Για να το πούμε με απλά λόγια εάν ένα μαγαζί εστίασης έκλεισε εν μέσω καραντίνας, ενώ προσωπικό και ιδιοκτήτης λάμβαναν τις επιδοτήσεις, και αυτό ξαναλειτούργησε μετά την πανδημία αυτό δεν είναι ούτε ανάπτυξη, ούτε επέκταση της οικονομίας αλλά επαναλειτουργία. Φανταστείτε τώρα ότι από τις 10 τέτοιες μικρές ή μεσαίες επιχειρήσεις που λειτουργούσαν το 2008, μόνο οι 7 είναι ανοιχτές το 2024.
Εδώ αξίζει να πούμε ότι όταν μια οικονομία απομακρύνεται από το σημείο ισορροπίας της, δεν είναι περίεργο να παρουσιάζει ασύγκριτα μεγάλους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ. Αυτός είναι ο λόγος που αναπτυσσόμενες χώρες (Κινα, Ινδία, Μπαγκλαντές, Τουρκία) παρουσιάζουν ετήσια αύξηση του ΑΕΠ 5, 6 ή και 7% ενώ ανεπτυγμένες χώρες ρυθμούς ανάπτυξης 0,5- 1,5%. Η Ελλάδα διαρκώς διολισθαίνει σε μια οικονομία με τα χαρακτηριστικά «αναπτυσσόμενης» χώρας που είναι ευάλωτη και επιπλέον παρουσιάζει εξαιρετική αστάθεια.
Τη δεκαετία του 1990- 2000 η Ελλάδα συναγωνιζόταν με την Πορτογαλία για το ποια δεν θα είναι η φτωχότερη στην ΕΕ των 12 αλλά σήμερα στην ΕΕ των 27 είναι προτελευταία σε ΑΕΠ/κάτοικο και στην τελευταία 5άδα των φτωχότερων χωρών με βάση τον δείκτη που μετράει την αγοραστική δύναμη. Η θέση της Ελλάδας έχει δραματικά υποβαθμιστεί αν συγκριθεί με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες – όχι πλέον της Βόρειας ή της Δυτικής Ευρώπης – αυτές είναι εκτός σύγκρισης για τη σημερινή Ελλάδα, αλλά με τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και πλέον, και των Βαλκανίων.
Διάγραμμα 3 Πραγματική εγχώρια κατανάλωση ΕΕ Πηγή: Eurostat
Επιπλέον, αξίζει να αναλογιστούμε ότι ένας βασικός πυλώνας που στήριξε την «ανάπτυξη» τα τελευταία χρόνια ήταν η ιδιωτική κατανάλωση. Αυτό έγινε με χρήματα τα οποία συσσωρεύτηκαν την περίοδο των μνημονίων αλλά και την περίοδο της πανδημίας σε ένα περιβάλλον μηδενικού πληθωρισμού. Τα χρήματα αυτά σε μεγάλο βαθμό έχουν καταναλωθεί ή όσα δεν έχουν τοποθετηθεί αλλού (σπίτια κλπ.) τα τρώει ο πληθωρισμός. Ενδεικτικά σήμερα η εικόνα που δίνουν οι πολίτες σχετικά με την αποταμίευση παρουσιάζεται στο διάγραμμα από κάτω.
Διάγραμμα 4 Αποταμιεύσεις νοικοκυριών
Συχνά γίνεται λόγος για το ότι την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας τροφοδοτούν οι επενδύσεις. Και δώστου κίνητρα για επενδύσεις και ξανά ταξίδια του υπουργού για να φέρει επενδυτές. Όσο σανό και να μας ταΐσουν τα στοιχεία είναι πεισματάρικα. Οι επενδύσεις είναι στο 15,2% του ΑΕΠ ενώ ο μέσος όρος της Ευρωζώνης είναι 22%. Και εδώ λοιπόν όχι μόνο δεν ξεπεράσαμε τους Ευρωπαίους αλλά δεν έχουμε φτάσει καν τον μέσο όρο. Η εικόνα είναι ακόμα πιο ζοφερή αν αναλύσουμε τι είδους είναι αυτές οι επενδύσεις. Δεν είναι κρυφό ότι τα λεφτά στην ελληνική οικονομία πάνε είτε στο real estate, είτε στον τουρισμό και τα τελευταία χρόνια και στα αμυντικά εξοπλιστικά προγράμματα. Όμως η κατασκευή (πολυτελών και ακριβών) κατοικιών δεν δημιουργεί παρά προσωρινές θέσεις εργασίας και κανένα μελλοντικό έσοδο για το δημόσιο, ενώ ο τουρισμός δημιουργεί εποχικές θέσεις εργασίας στις υπηρεσίες (εστίαση, κλπ.) που όμως υπάρχει η πίεση για «φτηνή» εργασία. Αντίθετα, απουσιάζουν τελείως επενδύσεις σε παραγωγικές μονάδες, σε κλάδους υψηλής παραγωγικότητας, στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα. Ενδεικτικά η Ελλάδα είναι από τις ελάχιστες χώρες της Ευρώπης που δεν έχει ούτε 1 εργοστάσιο παραγωγής αυτοκινήτων, ενώ για χώρα που ξοδεύει τόσα πολλά για την άμυνα (3η στο ΝΑΤΟ σε ποσοστό του ΑΕΠ) η εγχώρια αμυντική βιομηχανία της είναι υπό διάλυση. Ίδια παραμένει η εικόνα αν ψάξουμε να βρούμε που ναυπηγούνται τα πλοία του πρώτου στον κόσμο εμπορικού στόλου.
Συμπερασματικά, μόνο η ανάπτυξη ως μέγεθος και όχι ως ποιοτικά χαρακτηριστικά δεν λέει τίποτα από μόνη της. Όσο δεν γίνονται παραγωγικές επενδύσεις ιδιαίτερα σε κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας τότε ούτε η «σύγκλιση» με την Ευρώπη θα έρθει ποτέ, ούτε θα υπάρξει έξοδος από τη σημερινή συνθήκη μιας οικονομίας και κοινωνίας «μειωμένων προσδοκιών».
Ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών
Ένα οικονομικό μέγεθος που χαρακτηρίζει ποιοτικά την ελληνική οικονομία είναι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Αν το ισοζύγιο είναι θετικό (πλεόνασμα), σημαίνει ότι η χώρα εξάγει περισσότερα από όσα εισάγει. Αν είναι αρνητικό (έλλειμμα), σημαίνει ότι η χώρα καταναλώνει περισσότερα από όσα παράγει ή κερδίζει μέσω των εξαγωγών. Αυτό το μέγεθος μαζί με το χρέος ήταν αυτά που σε μεγάλο βαθμό δημιούργησαν τις αιτίες που οδήγησαν στην υπερδεκαετή κρίση που πέρασε η χώρα. Δηλαδή η εγχώρια παραγωγή έχει συρρικνωθεί τόσο πολύ -κυρίως σε πρωτογενή και δευτερογενή τομέα- που η χώρα είναι ασφυκτικά εξαρτημένη από τις εισαγωγές προϊόντων και μέσων παραγωγής για να λειτουργήσει την οικονομία της. Αυτό οδηγεί σε διαρροή εξειδικευμένων- και υψηλής τεχνικής κατάρτισης εργαζομένων που πλεονάζουν και δεν μπορούν να απορροφηθούν από μια οικονομία σε μαραζμό.
Σε πλήρη αντίθεση με το αφήγημα περί «επενδύσεων που τονώνουν τις εξαγωγές» με βάση τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 11μηνο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου, αύξηση 18,7% σημείωσε το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας καθώς καταγράφηκε ποσοστιαία αύξηση των εισαγωγών και μείωση των εξαγωγών. Το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Νοεμβρίου, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου ανήλθε σε 31,5 δισ. ευρώ έναντι 28,67 δισ. ευρώ κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2023, παρουσιάζοντας αύξηση 9,9%. Σε αυτό προσθέστε τις αναταράξεις από τους δασμούς 25% που αναμένεται να εφαρμόσει ο Τραμπ και εύκολά μπορεί κανείς να καταλάβει ότι οι λίγες ελληνικές επιχειρήσεις με εξαγωγικό προσανατολισμό θα πληγούν περαιτέρω από την επιβολή δασμών και ως εκ τούτου θα πληγεί και το ΑΕΠ της χώρας διευρύνοντας περαιτέρω το εμπορικό έλλειμμα και άρα την καθαρή εκροή πόρων από την οικονομία.
Και ενώ συμβαίνουν αυτά ο βαθμός στον οποίο η Ευρώπη έχει χάσει έδαφος έναντι των ΗΠΑ όσον αφορά την οικονομική ανταγωνιστικότητα από το 2000 και μετά κόβει την ανάσα. Το χάσμα στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ, για παράδειγμα, έχει αυξηθεί κατά 30%, κυρίως λόγω της χαμηλότερης αύξησης της παραγωγικότητας στην ΕΕ. Επιπλέον, οι ΗΠΑ έχουν αφήσει πίσω την ΕΕ σε βασικές τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη και οι ημιαγωγοί, ενώ έχουν εθίσει την Ευρώπη σε υγροποιημένο φυσικό αέριο αμερικάνικης προέλευσης ναρκοθετώντας αλλά και ελέγχοντας την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της.
Κόστος στέγασης
Όπως δείξαμε πριν η ανάπτυξη είναι κυρίως το αποτέλεσμα της εκτόνωσης μια πολύ συμπιεσμένης οικονομίας όμως αυτή πανηγυρίζεται σαν ένα εκπληκτικό κατόρθωμα ενώ αυτό που αποκρύπτεται είναι που ξοδεύεται το εισόδημα των εργαζομένων και των συνταξιούχων. Ένα έξοδο το οποίο όλοι έχουν είναι το κόστος στέγασης. Στο παρακάτω διάγραμμα φαίνεται το κόστος στέγασης στην ΕΕ ως ποσοστό του εισοδήματος. Οι τιμές των κατοικιών στην περίπτωση της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης έχουν αυξηθεί 90% και 85% αντίστοιχα από το 2017 έως το 2024 συμπαρασύροντας προφανώς και τις τιμές των ζητούμενων ενοικίων. Είναι εξόφθαλμο λοιπόν ποιοι επωφελούνται από την ανάπτυξη και τις επενδύσεις στο real estate και ποιοι χάνουν όταν το κόστος ενοίκιού για μια 4μελή οικογένεια στην Αθήνα ανέρχεται στα 1.000€ και αυτό επανακαθορίζεται μονομερώς κάθε 2 χρόνια.
Γράφημα 1 Κόστος στέγασης ως ποσοστό του εισοδήματος (στοιχεία Eurostat 2023)
Υπάρχει ελπίδα- υπάρχει προοπτική;
Προφανώς και δεν είναι αντικειμενική η θέση και ο βαθμός ανάπτυξης της οικονομίας αλλά αποτέλεσμά ενός βαθιά ταξικού συσχετισμού δύναμης που σε αυτήν την φάση έχει την σφραγίδα της νίκης των δυνάμεων του κεφαλαίου και της αστικής τάξης. Ενός συσχετισμού δύναμης που εγκλωβίζει σε ένα ζοφερό παρών και επιφυλάσσει ένα δυστοπικό μέλλον στην νεολαία και τους εργαζόμενους αυτής της χώρας από την μία ενώ μεγιστοποιεί τα κέρδη της αστικής τάξης από την άλλη. Τα μεγάλα αφεντικά (όμιλοι…) της χώρας που περιέργως τα καταφέρνουν καλά σε όλους τους τομείς των δραστηριοτήτων τους καθώς οι ίδιοι πάνω κάτω ασχολούνται με κατασκευές- παραγωγή ρεύματος- μεταλλουργία- «ενημέρωση»- διοίκηση αθλητικών ομάδων έχουν ενσωματώσει στο λειτουργικό τους κόστους την συναλλαγή με την κυβέρνηση (πάντα με τριγωνικό τρόπο), έχουν καρτελοποίησει του κλάδου τους, ενώ διοικούν τις επιχειρήσεις τους με μηδενικό ρίσκο αφού η κυβέρνηση είναι πάντα εκεί για να τους βοηθήσει σε κάθε κρίση «για να μην χαθούν θέσεις εργασίας». Διπλά σε αυτούς προσθέστε το σάπιο τραπεζικό σύστημα το οποίο θα έπρεπε να ανήκει στο δημόσιο αφού αυτό έχει πληρώσει και εγγυηθεί για την διάσωση του την περίοδο της κρίσης και θα έπρεπε να εξυπηρετεί τις ανάγκες του λαού σε φτηνά στεγαστικά και επιχειρηματικά δάνεια. Όχι μόνο δεν συμβαίνει αυτό αλλά το δημόσιο πουλάει σε «επενδυτές» το πλειοψηφικό σε ορισμένες περιπτώσεις μερίδιο του και μάλιστα με χασούρα έναντι της αρχικής επένδυσης. Αυτό ονομάζεται εξορθολογισμός που θα τονώσει των ανταγωνισμό μεταξύ των τραπεζών σε όφελος μας. Οι διοικήσεις των τραπεζών τώρα αφού πούλησαν με τις ευλογίες της ΕΚΤ τα κόκκινα δάνεια στους καρχαρίες των εισπρακτικών συνεχίζουν απρόσκοπτα να αρπάζουν τα σπίτια του κόσμου, ενώ έχουν από τα μικρότερα επιτόκια καταθέσεων και από τα υψηλότερα επιτόκια δανείων στην ΕΕ και τις ακριβότερες προμήθειες για ενδοτραπεζικές συναλλαγές. Την ίδια στιγμή απρόσκοπτα συνεχίζουν την χρηματοδότηση των «μεγάλων έργων» τον ομίλων που περιγράψαμε παραπάνω, των κομμάτων και των εφοπλιστών με τα κριτήρια προφανώς σε αυτές τις χορηγήσεις να είναι πολύ ευνοϊκότερα από τι συμφωνίες που κάνει με τον κοσμάκη. Δίπλα σε αυτούς προσθέστε την ευγενή τάξη των εφοπλιστών που είναι ιστορικά «πυλώνας» στήριξης της ελληνικής οικονομίας αλλά και μέγας φιλάνθρωπος που χτίζει σχολεία, νοσοκομεία και έργα πολιτισμού αφού έχει πνίξει κόσμο και κοσμάκη στα σαπιοκάραβα της, κάνει λαθρεμπόριο σε κάθε ευκαιρία, δεν πληρώνει φόρους στο κράτος και έχει κάνει το ταξίδι στα ελληνικά νησιά απλησίαστα για τον μέσο Έλληνα. Τώρα έχετε μια καλύτερη εικόνα για το ποιοι είναι οι μεγάλοι εργοδότες αυτής της χώρας. Για ποιους δουλεύουμε όλοι εμείς.
Αξίζει να ψάξετε ποιοι είναι οι πλουσιότεροι άνθρωποι της Ελλάδας και να τους συγκρίνετε με τους πλουσιότερους ανθρώπους μια άλλης καπιταλιστικής χώρας της Δυτικής Ευρώπης για να γίνει κατανοητό γιατί η ελληνική οικονομία είναι μια εξαρτημένη οικονομία, καρτελοποιημένη, που δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τον χρηματοδοτικό και προστατευτικό ρόλο του κράτους.
Αντιστοιχεί όμως σήμερα απλά να αποδομούμε τα επιχειρήματα της κυβέρνησης καταγγέλλοντας την πολιτική που ακολουθείται; Αρκεί απλά να αποκαλύψουμε την απάτη περί προόδου της οικονομίας, της οποίας τάχα τους καρπούς θα δρέψουμε όλοι μαζί; Μπορεί να γίνει κάτι σε χρόνο ενεστώτα; Πόσο γρήγορα; Υπάρχουν ρεαλιστικές λύσεις ή μόνο ωραία λόγια και ιδέες που δεν έχουν εφαρμογή;
Φταίνε οι ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ -με τσόντα και την Αριστερά- που κυβέρνησαν την χώρα τα τελευταία 50 χρόνια που ο χαρακτήρας της ελληνικής οικονομίας είναι μεταπρατικός. Βασίζεται κυρίως στη διαμεσολάβηση και την εμπορική διανομή αγαθών, χωρίς να έχει παραγωγική δραστηριότητα. Σε μια μεταπρατική οικονομία, οι επιχειρήσεις και τα άτομα επικεντρώνονται στη μεταπώληση αγαθών και υπηρεσιών, δηλαδή στη διαχείριση της διανομής και του εμπορίου τους, αντί για την παραγωγή τους από την αρχή. Αυτό δεν ήταν μια αντικειμενική εξέλιξη αλλά πολιτική επιλογή που υλοποιήθηκε συστηματικά και είχε ορόσημα (ΕΟΚ, ΚΑΠ, Μαστριχτ, Ευρώ, Μνημόνια) και έβαλε την Ελλάδα στην θέση που θέλανε οι Ευρωπαίοι στον διεθνή καταμερισμό εργασίας και όχι σε αυτήν που είχε ανάγκη ο λαός της. Σαν να μην έφτανε η βίαιη αποβιομηχάνιση της δεκαετίας του 80, το ξήλωμα εγχώριας παραγωγής ακόμα και προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας που ερήμωσε ολόκληρες περιοχές, επιπλέον διέλυσαν και την αγροτική παραγωγή μέσω των «επιδοτήσεων» φτάνοντας την σήμερα να αποτελεί το 4% του ΑΕΠ σε μια παραδοσιακά αγροτική χώρα. Όλα τα παραπάνω φυσικά προς όφελος των «υπηρεσιών» και για να μπούμε στο κλαμπ των αναπτυγμένων χωρών, άλλωστε είναι ξεπερασμένο στον ευρωπαϊκό καπιταλισμό μια χώρα να έχει εργάτες και αγρότες αλλά πρέπει να έχει ιδιωτικούς υπαλλήλους και χείριστες ΗΥ. Μόνο γέλιο (ή κλάμα) προκαλεί το γεγονός ότι σε αντιστοιχία με την αποδιάρθρωση μετασχηματίστηκε και το λεξιλόγιο της εργασίας.
Σε μια εποχή που η παγκόσμια οικονομία ασθμαίνει φαίνεται ότι οι χώρες οι οποίες μπορούν να ανταποκριθούν καλύτερα και επιδεικνύουν μεγαλύτερες αντοχές είναι αυτές που έχουν κρατήσει σημαντικό κομμάτι της βιομηχανίας τους εντός αποφεύγοντας να την «παγκοσμιοποιήσουν» ή επαναπατρίζοντας την. Σε συνδυασμό και με το ενδεχόμενο να έχουμε έναν ή πολλούς εμπορικούς πολέμους (δασμοί κλπ.) μεταξύ «συμμάχων» γίνεται εμφανές γιατί κρίσιμοι τομείς της οικονομίας πρέπει να είναι εγχώριοι ενώ οι βασικές υποδομές στον έλεγχο του κράτους.
Πρέπει να μας απαντήσει η κυβέρνηση γιατί μετά από 30 χρόνια σύγκλισης δεν γίναμε Βέλγιο, Σουηδία ή Αυστρία; Φταίει το κακό μας το κεφάλι ή το μεσογειακό μας ταπεραμέντο ή μήπως ποτέ δεν ήταν αυτός ο στόχος;
Φυσικά όσα χτίζουνε τα τελευταία 40- 50 χρόνια δεν ξεγίνονται από την μία μέρας στην άλλη όμως βασικά δεν ξεγίνονται από αυτές τις κυβερνήσεις που υπηρετούν μια εξαρτημένη αστική τάξη. Χρειάζεται πολιτική αλλαγή για να αλλάξει το οικονομικό μοντέλο και τελικά οι ζωές μας, η αλλαγή της κατάστασης θα πάρει μερικά χρόνια όμως μπορεί να αρχίσει να αποδίδει καρπούς εντός μιας δεκαετίας σε αντίθεση με την παρακμή που ζούμε τώρα. Δείτε το παράδειγμα των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες εκμεταλλευόμενες το ειδικευμένο τεχνικό προσωπικό τους, την φτηνή ηλεκτρική ενέργεια και τους χαμηλούς μισθούς προσέλκυσαν τις παραγωγικές μονάδες προσφέροντας στους πολίτες τους δουλειές και εξέλιξη. Είναι εμφανώς σε καλύτερη θέση τώρα από αυτήν που ήταν πριν 15 χρόνια, εμείς; Ένα κοινό που σίγουρα έχουμε είναι οι χαμηλοί μισθοί.
Η αναγνώριση της κατάστασης ορίζει και το σημείο από το οποίο χρειάζεται να ξεκινήσουμε.
Τα παραπάνω δεν αποτελούν επίκληση σε ένα ιδεατό μέλλον αλλά δρόμο πάνω στον οποίο πρέπει να βαδίσουμε άμεσα με όπλο ένα σύγχρονο πολιτικό πρόγραμμα μαζί με ένα κοινωνικό μέτωπο δυνάμεων της ζωντανής εργασίας. Η πορεία αυτή θα χρειαστεί μεγάλους μετασχηματισμούς και ανατροπές που όμως θα φέρουν λίγο κοντινότερα την διέξοδο ενώ θα αρχίζουν να χρωματίζουν με φωτεινότερα χρώματα το μέλλον των παιδιών που δεν έχουν μεγαλώσει ακόμα.




