Η Ουάσιγκτον βυθίζεται στο σκοτάδι της αβεβαιότητας, καθώς τα μεσάνυχτα σήμαναν την έναρξη του πρώτου shutdown της ομοσπονδιακής κυβέρνησης από το 2019 (22/12/2018 – 25/01/2019), που περιλαμβάνει παύσεις πληρωμών σε νευραλγικές υπηρεσίες του κράτους, έπειτα από το αδιέξοδο στο Κογκρέσο που δεν κατάφερε να εγκρίνει μέτρα χρηματοδότησης για να παραμείνει ανοιχτός ο κρατικός μηχανισμός των ΗΠΑ.
Το shutdown σημαίνει ότι εκατοντάδες χιλιάδες ομοσπονδιακοί υπάλληλοι τίθενται σε υποχρεωτική αργία, ενώ άλλοι, που θεωρούνται απαραίτητοι, θα συνεχίσουν να εργάζονται χωρίς να πληρώνονται μέχρι να λήξει το αδιέξοδο. Ο Ντόναλντ Τραμπ απείλησε επίσης με περαιτέρω απολύσεις.
Η ψηφοφορία έληξε με 55 υπέρ και 45 κατά, αριθμός που υπολείπεται των 60 ψήφων που απαιτούνταν για να προχωρήσει το νομοσχέδιο της κυβέρνησης, διασφαλίζοντας ουσιαστικά ότι από την Τετάρτη οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες θα σταματήσουν όλες τις δραστηριότητες πλην των «απαραίτητων».
Παράλληλα, υπάρχουν και εργαζόμενοι που θα συνεχίσουν να λαμβάνουν κανονικά τους μισθούς τους, καθώς οι θέσεις τους δεν εξαρτώνται από τις ετήσιες εγκρίσεις χρηματοδότησης του Κογκρέσου.

Οι ηγεσίες και των δύο κομμάτων εμφανίζονται ανυποχώρητες, επιμένοντας δημόσια και κατ’ ιδίαν ότι δεν θα αναλάβουν την ευθύνη για το «λουκέτο».
Αδιέξοδο
Με ψήφους 55 υπέρ και 45 κατά, οι Δημοκρατικοί στη Γερουσία μπλόκαραν το νομοσχέδιο των Ρεπουμπλικανών που θα διατηρούσε ανοιχτή την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και θα απέτρεπε το shutdown που αναμενόταν να ξεκινήσει τα μεσάνυχτα.
Το «λουκέτο» ενεργοποιήθηκε μετά την άρνηση των Δημοκρατικών να εγκρίνουν ένα προσωρινό μέτρο χρηματοδότησης, το οποίο είχε στόχο να δώσει περισσότερο χρόνο στους βουλευτές ώστε να διαπραγματευτούν τα πλήρη νομοσχέδια δαπανών και είχε ήδη περάσει από τη Βουλή των Αντιπροσώπων που ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικανούς.

Ο επικεφαλής της μειοψηφίας στη Γερουσία, Τσαρλς Σούμερ, και ο επικεφαλής της μειοψηφίας στη Βουλή, Χακίμ Τζέφρις, συναντήθηκαν τη Δευτέρα στον Λευκό Οίκο με τον Ντόναλντ Τραμπ, απαιτώντας από τους Ρεπουμπλικανούς να παρατείνουν τις επιδοτήσεις ασφάλισης υγείας του «Affordable Care Act» και να ανακαλέσουν περικοπές σε προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας που είχαν θεσπιστεί στο νομοσχέδιο «One Big Beautiful Bill» του Τραμπ.
Οι απαιτήσεις αυτές απορρίφθηκαν κατηγορηματικά από την ηγεσία των Ρεπουμπλικανών, με τον αντιπρόεδρο Τζέι Ντο Βανς να κατηγορεί τους Δημοκρατικούς ότι κρατούν την κυβέρνηση «όμηρο» για να αποσπάσουν πολιτικές νίκες στον τομέα της υγείας.
Οι αλληλοκατηγορίες θύμισαν σε πολλούς το shutdown του 2013, όταν οι Ρεπουμπλικανοί είχαν οδηγήσει σε 16ήμερο κλείσιμο της κυβέρνησης σε μια αποτυχημένη προσπάθεια να ακυρώσουν το «Affordable Care Act».
Αλληλοκατηγορίες
Τώρα, ένα έσχατο συμβιβαστικό νομοσχέδιο θεωρείται σχεδόν αδύνατο, καθώς Ρεπουμπλικανοί και Δημοκρατικοί δείχνουν αδιάλλακτοι και οποιαδήποτε συμφωνία θα έπρεπε να εγκριθεί και από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία αυτή τη στιγμή δεν βρίσκεται σε συνεδρίαση.
Οι Ρεπουμπλικανοί υποστηρίζουν πως οι Δημοκρατικοί πρέπει απλώς να συμφωνήσουν στην παράταση της τρέχουσας χρηματοδότησης για επτά ακόμη εβδομάδες, ενώ οι Δημοκρατικοί αρνούνται να το πράξουν χωρίς σημαντικές παραχωρήσεις ως αντάλλαγμα για τις ψήφους τους στη Γερουσία.
Οι Δημοκρατικοί επιμένουν ότι κάθε νομοσχέδιο χρηματοδότησης πρέπει να περιλαμβάνει πρόσθετες χρηματοδοτήσεις που αφορούν την υγειονομική περίθαλψη, ενώ οι Ρεπουμπλικανοί θεωρούν πως το ζήτημα πρέπει να αντιμετωπιστεί χωριστά.
Με το κυβερνητικό shutdown σε εξέλιξη, οι Δημοκρατικοί Χακίμ Τζέφρις και Τσακ Σούμερ κατηγόρησαν ευθέως τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, και τους Ρεπουμπλικανούς. «Έπειτα από μήνες που έκαναν τη ζωή δυσκολότερη και ακριβότερη, ο Ντόναλντ Τραμπ και οι Ρεπουμπλικανοί έκλεισαν τώρα την ομοσπονδιακή κυβέρνηση επειδή δεν θέλουν να προστατεύσουν την υγειονομική περίθαλψη του αμερικανικού λαού», ανέφεραν σε κοινή δήλωσή τους.
Ο Τραμπ απειλεί με απολύσεις
Ο Αμερικανός Πρόεδρος φρόντισε να ρίξει λάδι στη φωτιά πριν από την ψηφοφορία της Τρίτης, καθώς απείλησε να ακυρώσει προγράμματα που στηρίζουν οι Δημοκρατικοί και να απολύσει περισσότερους ομοσπονδιακούς υπαλλήλους σε περίπτωση που η κυβέρνηση κλείσει. «Θα απολύσουμε πολύ κόσμο», είπε σε δημοσιογράφους. «Θα είναι Δημοκρατικοί».
«Δεν θέλουμε να κλείσει» η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, δήλωσε ο Τραμπ στον Λευκό Οίκο πριν από τη λήξη της προθεσμίας τα μεσάνυχτα.

Ωστόσο, ο ίδιος συναντήθηκε ιδιωτικά με την ηγεσία του Κογκρέσου αυτή την εβδομάδα, και δεν κατάφερε να διαπραγματευτεί μια οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων για να αποτρέψει αυτό το αποτέλεσμα.
Τέτοιες απολύσεις θα επιδεινώσουν τη φυγή έμπειρου προσωπικού, καθώς περισσότεροι από 150.000 εργαζόμενοι αναμένεται αυτή την εβδομάδα να αποχωρήσουν από την ομοσπονδιακή μισθοδοσία μέσω προγράμματος εθελουσίας εξόδου – η μεγαλύτερη μαζική αποχώρηση των τελευταίων 80 ετών
Δεκάδες χιλιάδες έχουν ήδη απολυθεί από τις αρχές του έτους, ενώ ο Τραμπ έχει επίσης αρνηθεί να δαπανήσει δισεκατομμύρια δολάρια που είχαν εγκριθεί από το Κογκρέσο, προκαλώντας την οργή των Δημοκρατικών που αναρωτιούνται γιατί να στηρίξουν οποιοδήποτε νομοσχέδιο χρηματοδότησης.
Εργασία χωρίς μισθό και κλείσιμο υπηρεσιών
Σε σημειώματα προς τους υπαλλήλους που ετοιμάζονται για αναστολή εργασίας, αρκετές ομοσπονδιακές υπηρεσίες -μεταξύ αυτών το υπουργείο Δικαιοσύνης και η Υπηρεσία Κοινωνικής Ασφάλισης- απέδωσαν την ευθύνη για το shutdown στους Δημοκρατικούς, παραβιάζοντας την πάγια πρακτική που θέλει τους κρατικούς υπαλλήλους να μένουν εκτός κομματικών αντιπαραθέσεων.
Οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες εξέδωσαν λεπτομερή σχέδια για το shutdown, τα οποία προβλέπουν το κλείσιμο γραφείων που διεξάγουν επιστημονική έρευνα, την αναστολή λειτουργίας εξυπηρέτησης πελατών και άλλων «μη απαραίτητων» δραστηριοτήτων, ενώ δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι θα σταλούν στα σπίτια τους χωρίς μισθό.
Οι στρατιωτικοί, οι συνοριοφύλακες και άλλοι που κρίνονται «απαραίτητοι» θα συνεχίσουν να εργάζονται, αλλά χωρίς να πληρώνονται μέχρι να επιλυθεί το αδιέξοδο στο Κογκρέσο.
Η τελευταία φορά που η κυβέρνηση είχε βάλει «λουκέτο» ήταν το 2018, επί Τραμπ. Το shutdown εκείνο διήρκεσε 35 ημέρες, το μεγαλύτερο στην ιστορία, και κόστισε στην αμερικανική οικονομία 3 δισ. δολάρια ή 0,02% του ΑΕΠ, σύμφωνα με το ανεξάρτητο Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου.
Στο επίκεντρο τώρα βρίσκεται ποσό 1,7 τρισ. δολαρίων για τη λειτουργία των ομοσπονδιακών υπηρεσιών, που αντιστοιχεί περίπου στο 1/4 του συνολικού προϋπολογισμού των 7 τρισ. δολαρίων. Το υπόλοιπο κατευθύνεται σε προγράμματα υγείας και συντάξεων, καθώς και σε πληρωμές τόκων για το χρέος που έχει φτάσει τα 37,5 τρισ. δολάρια.
Με το Κογκρέσο να μην δείχνει διάθεση συμβιβασμού, παραμένει ασαφές πόσο θα διαρκέσει το νέο shutdown. Από το 1981, το Κογκρέσο έχει οδηγήσει την ομοσπονδιακή κυβέρνηση σε lockdown 15 φορές, με τα περισσότερα να διαρκούν μία ή δύο ημέρες. Ωστόσο, το πιο πρόσφατο, επί Τραμπ, ήταν αυτό με τη μεγαλύτερη διάρκεια.
Με πληροφορίες από: Reuters, CNN, Associated Press, Washington Post