Η εικόνα που παρουσιάζει σήμερα η ελληνική οικονομία μπορεί να φαίνεται στα χαρτιά καθησυχαστική, όμως κάτω από την επιφάνεια τα δεδομένα αποκαλύπτουν έναν επικίνδυνο δημοσιονομικό κατήφορο.
Αν κάποιος διάβαζε μόνο τις επίσημες ανακοινώσεις, θα πίστευε πως η ελληνική οικονομία πάει «καλύτερα». Χρέος που μειώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ, αναβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης, ένα αφήγημα σταθερότητας που καλλιεργείται συστηματικά. Όμως, όποιος ρίξει μια πιο προσεκτική ματιά στα στοιχεία, βλέπει μια τελείως διαφορετική πραγματικότητα: η χώρα βαδίζει ξανά σε δημοσιονομικό αδιέξοδο.
Τα δύο πρόσωπα του κρατικού χρέους: 422,6 ή 403,9 δισ. ευρώ;
Το κεντρικό ερώτημα αφορά το πραγματικό ύψος του χρέους. Σύμφωνα με την ανάλυση, δύο διαφορετικοί επίσημοι πίνακες του Υπουργείου Οικονομικών δίνουν δύο τελείως διαφορετικά νούμερα για το χρέος στις 31/12/2024: 422,6 δισ. ευρώ σε έναν πίνακα και 403,9 δισ. ευρώ σε έναν άλλον. Αυτή η διαφορά 18,7 δισ. ευρώ – ένα αστρονομικό ποσό – δημιουργεί σύγχυση και εγείρει ανησυχίες για την αξιοπιστία των στοιχείων που παρουσιάζονται στους πολίτες και τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της υπερχρέωσης, αξίζει να θυμηθούμε ότι λίγο μετά το μνημόνιο και το κούρεμα του 2012, το χρέος είχε πέσει στα 280,3 δισ. ευρώ. Σήμερα, ακόμα και με το μικρότερο επίσημο νούμερο, το χρέος έχει αυξηθεί κατά 120 δισ. ευρώ.
«Κρυφός» δανεισμός μέσω repos. Να πώς κρύβεται το χρέος;
Για την λογιστική κάλυψη της αύξησης του χρέους, οι κυβερνητικοί μηχανισμοί τα τελευταία χρόνια κατέφυγαν σε μαζικό βραχυχρόνιο δανεισμό από οργανισμούς της γενικής κυβέρνησης (ασφαλιστικά ταμεία, δήμοι κ.λπ.) μέσω συμφωνιών επαναγοράς – τα γνωστά repos. Έτσι, αντί η Κυβέρνηση να δανείζεται από τις αγορές, αντλεί ρευστότητα από τα διαθέσιμα άλλων φορέων του Δημοσίου. Το ποσό αυτό εκτινάχθηκε από 28 δισ. το 2019 σε 55 δισ. το 2024. Το ερώτημα είναι πόσο ακόμη μπορεί να συνεχιστεί αυτή η πρακτική. Αυτό είναι καθαρά «λογιστικό μακιγιάζ» για να μη φανεί το πραγματικό μέγεθος του χρέους, δηλαδή το Κράτος καλύπτει τα ελλείμματά του «κλέβοντας» ρευστότητα από τους άλλους δημόσιους φορείς, χωρίς να φαίνεται να αυξάνει το συνολικό χρέος. Το πρόβλημα; Τα διαθέσιμα αυτών των φορέων δεν είναι ανεξάντλητα. Κάποια στιγμή η στρόφιγγα θα κλείσει.
Αύξηση της ακρίβειας, όχι της παραγωγής
Όταν διαιρέσουμε το μέγεθος του χρέους προς το ΑΕΠ έχουμε τον «λόγο χρέους προς ΑΕΠ». Αν μεγεθύνεται ο παρονομαστής-δηλαδή το ΑΕΠ τότε θα μειώνεται ο «λόγος χρέους προς ΑΕΠ», που θεωρείται θετικό επίτευγμα. Υπενθυμίζω ότι το ΑΕΠ εκφράζει την συνολική αξία των παραγόμενων αγαθών-προϊόντων και υπηρεσιών μέσα σε ένα έτος. Η μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ είναι το ζητούμενο. Ωστόσο, η «βελτίωση» στην Ελλάδα της ΝΔ και Μητσοτάκη δεν προήλθε από ισχυρή ανάπτυξη, αλλά κυρίως από την ακρίβεια, που διόγκωσε το ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές .Αντί να υπολογίζουν το ΑΕΠ σε σταθερές τιμές-δηλαδή χωρίς τον πληθωρισμό, αυτοί το υπολογίζουν σε τρέχουσες τιμές. Στην πραγματικότητα η ελληνική οικονομία μεγάλωσε μόλις 9,2% σε πέντε χρόνια – ποσοστό που δείχνει πόσο αδύναμη παραμένει η πραγματική παραγωγική βάση της χώρας ,όταν οι ανάγκες της χώρας είναι τεράστιες. Με άλλα λόγια, δεν παράγουμε περισσότερο, απλώς πληρώνουμε ακριβότερα.
Η ακρίβεια φτωχοποιεί τους πολίτες. Η κοινωνία στο περιθώριο
Όσο το κράτος παίζει με τους αριθμούς, οι πολίτες βλέπουν το βιοτικό τους επίπεδο να καταρρέει. Το 2024, ένας στους πέντε Έλληνες ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας. Αντιστοιχεί δηλαδή σε πάνω από 2 εκατομμύρια ανθρώπους, με αύξηση 178.200 ατόμων σε σχέση με το 2019. Η ανάπτυξη, με όρους ποιότητας ζωής, αγγίζει ελάχιστους. Μισθοί και συντάξεις δεν καλύπτουν τα βασικά, η ακρίβεια «τρώει» κάθε εισόδημα. Και το πιο ανησυχητικό: η φτώχεια χτυπά κυρίως τα παιδιά και τους ηλικιωμένους – δύο κατηγορίες που δεν έχουν κανένα περιθώριο άμυνας.
Το μαξιλάρι που ξεφουσκώνει. Που οδεύουν τα διαθέσιμα;
Παρά τις «αναβαθμίσεις» των Οίκων, η ικανότητα του Κράτους να δανειστεί απευθείας από τις διεθνείς αγορές φαίνεται να είναι περιορισμένη. Επισημαίνουμε το γεγονός της ακύρωσης πέντε προγραμματισμένων δημοπρασιών ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025 . Αυτές οι πέντε ακυρώσεις θα έπρεπε να κρατούν άγρυπνους τον Μητσοτάκη και το Οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης αντί να χλευάζουν από την ΔΕΘ την ελληνική κοινωνία.
Ανησυχία προκαλεί και η μείωση του περίφημου «μαξιλαριού ασφαλείας». Από τα 15,7 δισ. ευρώ το φθινόπωρο του 2024, υποχώρησε στα 10,7 δισ. στο τέλος της χρονιάς. Η σταθερότητα της χώρας στηρίζεται σε αυτά τα διαθέσιμα, και η συρρίκνωσή τους είναι καμπανάκι κινδύνου. Αν συνεχιστεί αυτή η τάση, τι και ποιος θα μας προστατέψει στην επόμενη κρίση;
Το αδιέξοδο μπροστά μας
Η εικόνα είναι σαφής:
- Το χρέος αυξάνεται σταθερά.
- Η χώρα δυσκολεύεται να δανειστεί από τις αγορές, παρά τις αναβαθμίσεις των οίκων αξιολόγησης.
- Η ανάπτυξη είναι αναιμική, ενώ η ακρίβεια «μακιγιάρει» τους δείκτες.
Το πρόβλημα είναι ότι η συζήτηση παραμένει χειραγωγούμενη στη «λογιστική απεικόνιση» και όχι στην ουσία. Η αποκλειστική προβολή της μείωσης του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ προκαλεί ψευδαίσθηση ευρωστίας και εφησυχασμό. Οι πραγματικοί κίνδυνοι – η υπερχρέωση, τα προβλήματα ρευστότητας και η κοινωνική διάλυση – παραμένουν και χρειάζονται ουσιαστικές λύσεις.
Αναντίλεκτα η λύση δεν βρίσκεται σε επικοινωνιακά τρικ ούτε σε τεχνάσματα με repos. Χρειαζόμαστε ουσιαστική αλλαγή πορείας , παραγωγική ανασυγκρότηση, ενίσχυση της παραγωγής με καλύτερη αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων, στοχευμένη ενίσχυση των αδύναμων, πραγματική διαφάνεια στα στοιχεία.
Υπενθυμίζουμε «το μεγαλείο των αριθμών»:
Η ΝΔ και ο Μητσοτάκης εκτόξευσαν το κρατικό χρέος στα €422,6 δισ. στις 31/12/24 . Το είχαν παραλάβει στα € 356,5 στις 30/6/19 δηλαδή αύξησαν το ΧΡΕΟΣ κατά επιπλέον €66,1 δις.
Στην πενταετία 2020-24 ΝΔ και ο Μητσοτάκης πέτυχαν μέση ετήσια αύξηση ΑΕΠ μόνον 1,84, όταν είχαν να διαχειριστούν πόρους που προέρχονταν από ΕΕ ύψους €56,9δις (από ΕΣΠΑ και ΤΑΑ). Με τα μέχρι σήμερα στοιχεία αν οι φωστήρες της ΝΔ έχουν εκταμιεύσει ως όφειλαν το σύνολον των €56,9δις τότε λογιστικά φέρονται να έχουν δαπανήσει για κάθε 1% αύξηση του ΑΕΠ πόρους αξίας περίπου €6,185 δις. Υπολογίστε ότι αν το ΑΕΠ σε πραγματικές τιμές διαμορφώθηκε στα €201,5 δισ. για το 2024, τότε το 1% του ΑΕΠ είναι € 2,015 δις, που σημαίνει ότι Μητσοτάκης και λοιποί Νεοδημοκράτες δαπάνησαν πόρους €6,185 δις (προερχόμενους από την ΕΕ) για να παραχθούν αγαθά αξίας € 2,015 δις . Πού τους βρήκαμε;
* Ο Δημήτρης Σκουτέρης είναι πολιτικός αναλυτής, skouterisd@gmail.com, https://www.facebook.com/dimitris.skouteris.94, @dim1956.bsky.social, @skouterisd, https://skouterisd.blogspot.com.