Στην κοιλάδα του Ικόνιου, στην κεντρική Τουρκία, βρίσκεται το Τσατάλχογιουκ, ένας Νεολιθικός οικισμός 9.000 ετών και μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, ο οποίος εξακολουθεί να αποκαλύπτει ασυνήθιστα στοιχεία για τις πρώτες απόπειρες αστικοποίησης της ανθρωπότητας.
Οι πρόσφατες αρχαιολογικές ανασκαφές, με επικεφαλής ομάδες τούρκικες και διεθνείς, έχουν αποκαλύψει νέα στοιχεία που μαρτυρούν ότι, ο κοινωνικός μετασχηματισμός, οδήγησε τους αρχαίους κατοίκους να μεταναστεύσουν από τον ανατολικό στον δυτικό τύμβο του οικισμού. Παράλληλα, οι ερευνητές έχουν αναγνωρίσει μια αξιοσημείωτη νεκρική δομή, την οποία περιγράφουν ως “Σπίτι των Νεκρών” όπου βρίσκονται, τελετουργικά τοποθετημένα, τα λείψανα 20 ατόμων.
Οι ανακαλύψεις αυτές, αναθεωρούν την κατανόησή μας για τη Νεολιθική κοινωνία, τονίζοντας πώς οι αλλαγές στην κοινοτική ζωή, τις πνευματικές πρακτικές και την κοινωνική οργάνωση, συνέβαλαν σε ένα από τα πρώτα γνωστά παραδείγματα αστικής μετανάστευσης.
Εδώ και πολλά χρόνια, οι αρχαιολόγοι αναλύουν για ποιον λόγο τελικά, οι κάτοικοι του ανατολικού Τσατάλχογιουκ, εγκατέλειψαν τα πυκνοκατοικημένα σπίτια τους και εγκαταστάθηκαν στον δυτικό τάφο.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής των ανασκαφών, καθηγητή Δρ. Ali Ozan του πανεπιστημίου του Παμούκαλε, η απάντηση μπορεί να βρίσκεται στην εξέλιξη των κοινωνικών δυναμικών.
“Στα κατώτερα στρώματα, η αρχιτεκτονική ακολουθεί ένα πυκνό, αλληλοσυνδεόμενο μοτίβο”, εξηγεί ο Ozan.
“Όσο προχωράμε προς τα μεταγενέστερα στρώματα, βλέπουμε σημάδια αυξανόμενου διαχωρισμού ανάμεσα στα κτίρια. Αυτό υποδηλώνει πως, σταδιακά άλλαζαν οι κοινωνικές δομές. Όταν οι αλλαγές αυτές έγιναν πιο έντονες, οι άνθρωποι μπορεί να επέλεξαν να εγκαταλείψουν την ανατολή και να εγκατασταθούν στη δύση”.
Η μεταμόρφωση αυτή, σηματοδοτεί μια καθοριστικής σημασίας φάση στην ανθρώπινη ιστορία, η οποία αντανακλά, όχι μόνο την αρχιτεκτονική εξέλιξη, αλλά μια βαθύτερη τομή στην αυτό – οργάνωση των αγροτικών κοινωνιών.
Αυτό που ξεκίνησε ως μια πυκνά δομημένη κοινότητα, στη συνέχεια, διαφοροποιήθηκε σε πιο ατομικά σπίτια – μια αλλαγή που αναδιαμόρφωσε την καθημερινή ζωή, τις τελετουργικές, ακόμη και τις ταφικές πρακτικές.
Η ανακάλυψη του “Σπιτιού των Νεκρών”
Ενώ ο δυτικός τάφος, αφηγείται την ιστορία της μετανάστευσης, οι ανασκαφές στην ανατολική πλευρά, έχουν φέρει στο φως τις πιο σημαντικές ανακαλύψεις που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα στο Τσατάλχογιουκ.
Μία ομάδα με επικεφαλής τον καθηγητή Arkadiusz Marciniak του πανεπιστημίου Poznań στην Πολωνία, αποκάλυψε μια συστάδα από μη οικιστικές δομές, οι οποίες ήταν διατεταγμένες γύρω από μια αυλή. Ανάμεσά της, βρίσκεται το “Σπίτι των Νεκρών”, όπου οι αρχαιολόγοι βρήκαν τα λείψανα τουλάχιστον 20 ατόμων, σκόπιμα τοποθετημένα κάτω από το δάπεδο.
Ο Marciniak υποστηρίζει ότι, οι άνθρωποι αυτοί, πιθανώς να πέθαναν κάπου αλλού προτού να μεταφερθούν στο σημείο τα οστά τους, τα οποία μαρτυρούν τελετουργική εναπόθεση και όχι συμβατική ταφή.
Τέτοιου είδους πρακτικές, αναδεικνύουν τη συμβολική και πνευματική σημασία του χτιστού περιβάλλοντος του Τσατάλχογιουκ, όπου συγχέονταν η διαχωριστική γραμμή σε σπίτια και τελετουργικές δομές ανάμεσα στην καθημερινή ζωή και το ιερό.
Άλλες ανακαλύψεις, περιλαμβάνουν ένα μεγάλο, ζωγραφισμένο, τελετουργικό κτίριο με 14 αναβαθμίδες, όπου οι ανασκαφές είναι προγραμματισμένες να ξεκινήσουν του χρόνου, καθώς και μία από τις αρχαιότερες γνωστές δομές στον ανατολικό οικισμό, η οποία περιέχει τρεις ταφές κάτω από τις αναβαθμίδες της. Αν και δεν έχει διεξαχθεί ακόμη ραδιοχρονολόγηση με άνθρακα, τα ευρήματα αυτά, ρίχνουν φως στον τρόπο με τον οποίον, οι πρώτοι αγρότες συνύφαιναν την πνευματικότητα στον ιστό της αρχιτεκτονικής.
Τσατάλχογιουκ: Ένα ζωντανό εργαστήριο της πρώιμης αστικοποίησης
Ιδρυμένος περίπου το 7.500 π.Χ., ο οικισμός του Τσατάλχογιουκ, ήταν το σπίτι 8.000 κατοίκων στο απόγειό του, κάνοντάς τον έναν από τα πρώτα αστικά κέντρα του κόσμου. Σε αντίθεση με μεταγενέστερες πόλεις, με δρόμους και ανοιχτές πλατείες, το Τσατάλχογιουκ, αποτελούταν από παρακείμενα σπίτια χτισμένα από ωμόπλινθο στα οποία οι άνθρωποι έμπαιναν από ανοίγματα στην οροφή.
Ο οικισμός δεν είχε δημόσια κτίρια με την παραδοσιακή έννοια. Αντίθετα, σε κάθε σπίτι επιτελούταν τόσο η οικιακή όσο και η τελετουργική λειτουργία.
Τα σπίτια ήταν ιεροί χώροι, όπου οι οικογένειες έθαβαν τους νεκρούς τους κάτω από τα δάπεδα, έβαφαν τους τοίχους με συμβολικά σχέδια και πραγματοποιούσαν κοινοτικές τελετές. Η ενσωμάτωση της τελετουργικής στην καθημερινή ζωή, καταδεικνύει πόσο νωρίς είχαν συλλάβει οι αγροτικές κοινωνίες την πνευματικότητα, όχι ως κάτι ξεχωριστό από την καθημερινότητα, αλλά ως κομμάτι της.
Η ανακάλυψη του οικισμού έχει βαθιές συνέπειες για την αρχαιολογία.
Από την ανακήρυξή του ως Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, το 2012, το Τσατάλχογιουκ, αναγνωρίζεται, όχι μόνο για την ξεχωριστή του κατάσταση διατήρησης, αλλά και για τον ρόλο του στην κατανόηση της μετάβασης από τις πλανώμενες ομάδες των κυνηγών – συλλεκτών, στις καθιστικού τρόπου ζωής, γεωργικές κοινότητες.
Σήμερα, παραμένει ένας σπουδαίος χώρος για την κατανόηση του πώς οι άνθρωποι άρχισαν να πειραματίζονται με τις έννοιες της κοινότητας, της ταυτότητας και της κοινωνικής περιπλοκότητας.
Κληρονομιά για το Μέλλον
Οι αδιάλειπτες ανασκαφές στο Τσατάλχογιουκ υποστηρίζονται από του τουρκικό υπουργείο πολιτισμού και τουρισμού, στο πλαίσιο του προγράμματος “Κληρονομιά για το Μέλλον”, με την υπόσχεση να εμβαθύνει την κατανόηση του πώς γεννήθηκαν οι πρώτες πόλεις και πως προσαρμόστηκαν οι άνθρωποι στις μεταβαλλόμενες, κοινωνικές πραγματικότητες.
Η ανακάλυψη του “Σπιτιού των Νεκρών” και οι αποδείξεις της μετανάστευσης ανάμεσα στον ανατολικό και τον δυτικό τάφο, αποκαλύπτουν ότι, η Νεολιθική κοινωνία, ήταν κάθε άλλο παρά στάσιμη – αντίθετα, ήταν μια δυναμική, ευπροσάρμοστη και βαθιά συμβολική κοινωνία.
Με την εξέλιξη των ανασκαφών και την αποκάλυψη νέων στρωμάτων του αρχαίου οικισμού, το Τσατάλχογιουκ, αποτελεί μια ισχυρή υπενθύμιση πως, οι ρίζες τις αστικής ζωής, της πνευματικής παράδοσης και της κοινωνικής αλλαγής, ανάγονται πολύ πιο πριν απ’ ό,τι φανταζόμασταν.