Ενημερωτικό Portal του Ράδιο Γάμμα 94 FM, Πάτρα
 

Προσωπικός Αριθμός: Το πονηρό αντικλείδι του ολοκληρωτισμού

Της Αντωνίας Σφακιανάκη*

Με πρόσχημα την ευκολία και τη χρηστικότητα που θα προσφέρει ο Προσωπικός Αριθμός (Π.Α.) στον πολίτη, σε κάθε περίπτωση υποχρεωτικός για την επαλήθευση της ταυτότητάς του στις συναλλαγές του με το Δημόσιο, έχει όλες τις προϋποθέσεις να αποβεί το πονηρό αντικλείδι στα χέρια οιουδήποτε τρίτου, καθώς θα αποτελεί πλέον το μοναδικό αναγνωριστικό του.

Οι ενέργειες στις οποίες προέβη η κυβέρνηση προκειμένου να επιβάλει τον Π.Α. ως τον υπερήρωα που θα νικήσει το «γραφειοκρατικό τέρας», το οποίο ταλανίζει επί δεκαετίες τον πολίτη, υποδηλώνουν το ακριβώς αντίθετο. Ενέργειες που, όπως προκύπτει μέσα από επίσημα έγγραφα, είναι αποτρεπτικές για την όποια επιβαλλόμενη συμμόρφωσή του ως προς την απόκτηση τόσο της ταυτότητας όσο και της αποδοχής του μοναδικού αριθμού.

Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) στην Ετήσια Έκθεση 2020 αναφέρει ότι δεν ενημερώθηκε εγκαίρως από το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης (ΥΨΔ), ως όφειλε, αλλά πληροφορήθηκε την κατάθεση του Ν. 4727/2020 μέσω δημοσιευμάτων και από τον διαδικτυακό τόπο διαβουλεύσεων. Έτσι, συνέβη το εξής αδιανόητο: να μην είναι η Αρχή σε θέση να διατυπώσει τεκμηριωμένη γνώμη για το σύνολο των διατάξεων που σχετίζονταν με ζητήματα προσωπικών δεδομένων, παρά μόνο για εκείνες του Άρθρου 11, που αφορούσαν την καθιέρωση του Π.Α. Μάλιστα στην υπ’ αριθμ. 1/2024 γνωμοδότησή της η Αρχή σημειώνει: «Ο νόμος κατατέθηκε και ψηφίστηκε χωρίς να ζητηθεί ή να εκδοθεί Γνωμοδότηση από την Αρχή και ενώ εκκρεμούσαν διευκρινίσεις σε ερωτήματα που είχαν τεθεί».

ΑΝΤΙΡΡΗΣΕΙΣ

Η ΑΠΔΠΧ είχε αντιρρήσεις τόσο ως προς τη σχεδιαστική επιλογή των προβλεπόμενων δεδομένων όλων των πολιτών σε ένα κεντρικό σημείο, όσο και ως προς την απόδοση ενός μοναδικού αναγνωριστικού σε κάθε πολίτη ως μέσου ταυτοποίησης από όλους τους φορείς. Το γεγονός αυτό ήταν γνωστό στο ΥΨΔ ήδη από το 2012. Σε συζητήσεις που έγιναν τότε για τη δημιουργία ενός Ενιαίου Μητρώου Πολιτών το οποίο θα επέτρεπε την διασύνδεση, μέσω διαλειτουργικότητας, των Μητρώων των υπουργείων Οικονομικών, Εργασίας, Προστασίας του Πολίτη και Εσωτερικών, με σκοπό την τήρηση ακριβών και επικαιροποιημένων στοιχείων για την καταπολέμηση φαινομένων «κακοδιαχείρισης», τακτοποιώντας δηλαδή παθογένειες όμοιες με τις σημερινές, η Αρχή είχε κάνει τις εξής καθοριστικές παρατηρήσεις που αγνοήθηκαν παντελώς το 2020, όταν κατατέθηκε ο νόμος:

1. «[…] δεν προκρίνει τη χρήση μιας κεντρικής βάσης δεδομένων, […], υπό την έννοια ότι συγκεντρώνονται πληροφορίες στις οποίες ενδεχομένως δεν επιτρέπεται να έχουν πρόσβαση όλοι οι φορείς, ενώ παράλληλα αυξάνει τους κινδύνους σε περίπτωση παραβίασης της ασφάλειας».

2. «Θα μπορούσαν να προτιμηθούν και τεχνικές πιο “φιλικές” προς την ιδιωτικότητα, όπως, για παράδειγμα, η επικοινωνία ανά δύο των φορέων μεταξύ τους».

3. «Η αντιστοίχιση ενός μοναδικού αναγνωριστικού σε κάθε φυσικό πρόσωπο, βάσει του οποίου θα ταυτοποιείται από όλους τους φορείς, πρέπει να αποφευχθεί, γιατί αυξάνει τον κίνδυνο παράνομης διασύνδεσης δεδομένων».

Τις ίδιες επιφυλάξεις επανέλαβε και το 2020, τονίζοντας ότι «η εισαγωγή μοναδικού αριθμού ανά φυσικό πρόσωπο παρέχει τη δυνατότητα δημιουργίας προφίλ».

Είναι αυτονόητο ότι η δημιουργία κεντρικής βάσης θα μπορούσε να είναι σύμφωνη με τις θεμελιώδεις αρχές της προστασίας δεδομένων μόνο στην περίπτωση λήψης και διαρκούς τήρησης κατάλληλων και αναγκαίων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων ασφαλείας, με εξουσιοδοτημένη πρόσβαση και αυστηρό προσδιορισμό στην εφαρμογή των δικαιωμάτων. Ποιος, όμως, εγγυάται τα παραπάνω, όταν μόνο ο καθορισμός των δικαιωμάτων πρόσβασης, όσο αυστηρός κι αν είναι, μπορεί να μεταβληθεί με το πάτημα ενός κουμπιού, και δη από μια κυβέρνηση της οποίας η αξιοπιστία αμφισβητείται και τα δείγματα γραφής της στον σεβασμό των δικαιωμάτων και των ελευθεριών του πολίτη είναι άκρως ανησυχητικά;

Από τα παραπάνω εξάγεται το συμπέρασμα ότι η επιλογή του Π.Α. είναι η χειρότερη τεχνικά υλοποίηση από πλευράς ασφάλειας και προστασίας των δεδομένων των πολιτών, διότι αυξάνει κατακόρυφα τους κινδύνους στις περιπτώσεις α) παραβίασης της ασφάλειας, β) παράνομης διασύνδεσης δεδομένων και γ) δυνατότητας δημιουργίας προφίλ. Τα δε τεχνικά αντίμετρα για την αποτροπή των κινδύνων δεν αποκλείουν σε καμία περίπτωση το ενδεχόμενο πραγμάτωσής τους.

Υπάρχουν τεχνικά πιο «φιλικές» ως προς την ιδιωτικότητα υλοποιήσεις, ούτως ώστε να αποφεύγεται η χρήση μοναδικού αναγνωριστικού, ειδικότερα του Π.Α., για την «ανάπτυξη διαλειτουργικών συστημάτων με έγκυρα, ακριβή και επικαιροποιημένα στοιχεία», που θα έχει ως συνέπεια την ταυτόχρονη «αποφυγή επαναλαμβανόμενων καταχωρίσεων από διαφορετικά σημεία με αυξημένο διαχειριστικό κόστος και κίνδυνο σφαλμάτων για το φυσικό πρόσωπο και το Δημόσιο (εφαρμογή της αρχής “μόνον άπαξ”)», όπως ακριβώς διατυπώνονται στο άρθρο 7 του π.δ. 40/2025. Άλλωστε η επίτευξη της διαλειτουργικότητας των πληροφοριακών συστημάτων του Δημοσίου (που λύνει προβλήματα επικαιροποίησης) δεν προϋποθέτει τη χρήση του Π.Α., όπως επισημαίνει η Αρχή.

Όλα τα παραπάνω ήταν γνωστά και μπορούσαν να είχαν υλοποιηθεί από το 2012. Όμως διαπιστώνεται ότι ο αποκλειστικός σκοπός της καθιέρωσης του Π.Α. είναι η υποχρεωτική ταυτοποίηση του πολίτη με έναν συγκεκριμένο αριθμό. Προκειμένου ωστόσο να γίνει αποδεκτή η εν λόγω επιλογή, εξαιτίας της αναμενόμενης αντίδρασης, παρουσιάστηκε ο Π.Α. ως δικαιολογία για την επίλυση των διαχρονικών παθογενειών που μαστίζουν το Δημόσιο, άρα και της διευκόλυνσης του πολίτη στις συναλλαγές του με αυτό.

Μάλιστα, η επιλογή της επίμαχης υλοποίησης έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την κατάσταση που επικρατεί στο χώρο τον κυβερνοεπιθέσεων στην Ελλάδα, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 200% τα τελευταία δύο χρόνια. Πολλά ερωτήματα εγείρονται για τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης ως προς την επιβολή του Π.Α., όταν το σκάνδαλο των υποκλοπών, γνωστό και ως «ελληνικό Watergate», φιγουράρει ως η κορωνίδα των κυβερνοεπιθέσεων. Αυτό αφορούσε τηνπαρακολούθηση Ελλήνων δημοσιογράφων, πολιτικών, στρατιωτικών, δικαστικών κ.ά. μέσω του συστήματος της ΕΥΠ με τη χρήση του κατασκοπευτικού λογισμικού Predator, από το 2020 και μετά.

ΑΛΗΘΕΙΕΣ – ΨΕΜΑΤΑ

Το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν είναι ειλικρινής στο θέμα της τακτοποίησης και της διόρθωσης των μητρώων φαίνεται και από τις εξαγγελίες του ΥΨΔ τον Νοέμβριο του 2019 (πριν από την ψήφιση του Π.Α.) για ενιαία ταυτοποίηση και επικαιροποίηση των στοιχείων, εξαγγελίες που τοποθετούσαν την πραγμάτωσή τους εντός του 2020. Μάλιστα ο κ. Πιερρακάκης δήλωνε τότε: «Περισσότερα από 50 μητρώα “θα μιλάνε” μεταξύ τους. Αυτό θα οδηγεί στο επιθυμητό αποτέλεσμα, δηλαδή ο πολίτης να εμφανίζεται με ένα πρόσωπο στο Δημόσιο». Πώς είναι δυνατόν τώρα, με τη «μεγάλη τομή» που αναμένεται να επιφέρει ο Π.Α., σύμφωνα με τον ΓΓΠΣΨΔ κ. Αναγνωστόπουλο (συνέντευξη στη «Ναυτεμπορική», 10/06/25), ο στόχος να περιορίστηκε στην επικοινωνία μόλις των πέντε βασικών;

Άλλο δείγμα ανευθυνότητας αποτελεί η παράλειψη ενσωμάτωσης ρυθμίσεων στο Π.Δ., σύμφωνα με τις παρατηρήσεις της Αρχής. Αυτές αφορούν: α) τη μέριμνα για τη συμπλήρωση όλων των κινδύνων από τους οποίους πρέπει να προστατεύονται τα δεδομένα που τηρούνται στο μητρώο του Π.Α. (όπως η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε σωματική, υλική ή μη υλική βλάβη), β) τη δέσμευση του ΥΨΔ για προσαρμογή των μητρώων του Δημοσίου στη λογική της τήρησης ενός και μόνο τομεακού αναγνωριστικού ανά τομέα (π.χ. τήρηση μόνο του ΑΜΚΑ με κατάργηση του ΑΜΑ), ικανοποιώντας την αρχή της αναλογικότητας.

Η παράλειψη των παραπάνω ρυθμίσεων υποδηλώνει την αποφυγή δεσμεύσεων, την παντελή έλλειψη κατανόησης των σοβαρών κινδύνων που ελλοχεύουν και των μη αναστρέψιμων συνεπειών που απορρέουν από τον Π.Α., ο οποίος εξυπηρετεί ψευδεπίγραφα τον «αποκλειστικό» σκοπό της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων για την επαλήθευση της ταυτότητας.

ΕΦΑΡΜΟΓΗ myInfo

Επιβεβαίωση του εμπαιγμού μας αποτελεί η στιγμή που ο απλός πολίτης εισέρχεται στην εφαρμογή myInfo, επιβεβαιώνοντας/τροποποιώντας τα στοιχεία του με τη συνακόλουθη ενημέρωση των επιμέρους βασικών μητρώων. Εκεί συνειδητοποιεί ότι ο Π.Α. είναι περιττός, εφόσον η συγκεκριμένη διαδικασία είναι ανεξάρτητη από τον σχηματισμό του αριθμού. Αντιλαμβάνεται ότι συναίνεσε στο αυτοφακέλωμά του, ενδίδοντας, εκούσια ή ακούσια, στον ψηφιακό μετασχηματισμό του και ανταλλάσσοντας το θεόσδοτο αυτεξούσιό του με την ψευδαίσθηση της ευτυχίας που δίνει η ικανοποίηση των υλικών αναγκών.

Δίνει έτσι ασύγκριτο πλεονέκτημα στο κράτος, να τον λογαριάζει στο εξής ως αντικείμενο και όχι ως πρόσωπο, επιτηρώντας και ελέγχοντας κάθε πτυχή της ζωής του. Εν τέλει ο Προσωπικός Αριθμός θα επαληθεύει αποκλειστικά… μόνο τον ολοκληρωτικό χαρακτήρα του.

*Καθηγήτρια Πληροφορικής

Μοιραστείτε το άρθρο
Χωρίς σχόλια

Αφήστε ένα σχόλιο