Της Κύρας Αδάμ
Η κυβέρνηση ξεμπέρδεψε γρήγορα στο πρόσωπο του κομματικού στελέχους Απ. Τζιτζικώστα την επιλογή επιτρόπου της χώρας στις Βρυξέλλες και τώρα τα ευρωπαϊκά συμφέροντα της Ελλάδας κρέμονται από την προσωπική σχέση Μητσοτάκη – Φον ντερ Λάιεν, μετά την απεριόριστη και άνευ ανταλλαγμάτων μέχρι στιγμής υποστήριξη του Έλληνα πρωθυπουργού στην επανεκλογή της προέδρου της Ε.Ε.
Δι’ αυτού του τρόπου η χώρα είναι κρεμασμένη στο άρμα της κυρίας Φον ντερ Λάιεν, η οποία δείχνει αποφασισμένη σε αυτή τη δεύτερη θητεία της να ολοκληρώσει «την υποταγή και την καταστροφή της Ευρώπης» στα αμερικανικά σχέδια για τη διάσωση της Ουκρανίας, αφού ολοκληρωθεί ο διαμελισμός της πολύπαθης αυτής χώρας με το ξεπούλημά της σε δυτικούς οικονομικούς και επιχειρηματικούς κολοσσούς.
Απολύτως χαρακτηριστικό όσο και ύπουλο και επικίνδυνο παράδειγμα αποτελεί η προσπάθεια σοβαρών και πολυετών δεξαμενών σκέψης στις Βρυξέλλες να πείσουν εαυτούς και αλλήλους ότι «η ευρωπαϊκή γεωργία και η γεωργία της Ουκρανίας… είναι συμπληρωματικές» – την ίδια στιγμή που παραδέχονται ότι «όταν ένας Ευρωπαίος αγρότης παράγει έναν τόνο σιτάρι με 180 ή 200 ευρώ/ανά τόνο, ο Ουκρανός παραγωγός παράγει τον ίδιο τόνο μόνον με 100 ευρώ/ανά τόνο». Αν αυτό λέγεται συμπληρωματική οικονομία και όχι άκρως ανταγωνιστική, όπως δείχνει η πραγματικότητα, οι οικονομικές σχολές πρέπει να κλείσουν.
Η πραγματικότητα όμως είναι αυτή τη στιγμή καλά κρυμμένη και οι Βρυξέλλες κάνουν ό,τι μπορούν για να μη βγει στην επιφάνεια.
Η πραγματικότητα λέει ότι οι Ευρωπαίοι αγρότες είναι αυτή τη στιγμή -με αφορμή την Ουκρανία- απέναντι στα μεγάλα αμερικανικά συμφέροντα των παγκόσμιων κολοσσών της Monsanto, Cargill, Dupont, J.P. Morgan και άλλους γίγαντες στους οποίους έχει «παραχωρηθεί» η γεωργία της Ουκρανίας.
Υπενθυμίζεται ότι οι αμερικανικές εταιρίες Cargill, DuPont και Monsanto έχουν αγοράσει σχεδόν 170.000.000 στρέμματα στην ανατολική και τη νότια Ουκρανία, περιοχές με το πιο εύφορο έδαφος παγκοσμίως, αρπάζοντας ουσιαστικά ό,τι πολυτιμότερο είχε η χώρα.
Προσθέτουμε ότι η γερμανική Bayer εξαγόρασε την αμερικανική Monsanto, το 2016, μια εταιρία γνωστή για την παραγωγή της χημικής ουσίας Agent Orange, και το glyphosate – το ισχυρότερο ζιζανιοκτόνο για τον έλεγχο των ζιζανίων (το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπο με τις βαριές διεθνείς επιστημονικές κατηγορίες πρόκλησης καρκίνων), και προσπαθούν παντοιοτρόπως να επανακάμψουν στην Ε.Ε. Οι Monsanto και Bayer μαζί με την επίσης αμερικανική Cargill, που διατηρεί επίσης τεράστιες εκτάσεις στην Ουκρανία, είναι οι παγκόσμιοι ηγέτες καλλιεργειών και παραγωγής «γενετικά τροποποιημένων» προϊόντων για τα οποία υπάρχουν ισχυρές αντιδράσεις και πιέσεις ώστε να μην «περάσουν» στη διατροφική μας αλυσίδα.
Ανοίγει την κερκόπορτα
Τονίζεται ιδιαιτέρως ότι μέχρι στιγμής η Ευρωπαϊκή Ένωση απαγορεύει ρητώς και με βαριές κυρώσεις τη χρήση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στα λιπάσματά της (σ.σ.: γι’ αυτό και ήταν πολύτιμα τα απαγορευμένα τώρα ρωσικά λιπάσματα που δεν περιέχουν ΓΤΟ με αυστηρότατο σχετικό ρωσικό νόμο). Όμως η «συμπληρωματική ουκρανική γεωργική παραγωγή με αυτήν της Ευρώπης» ανοίγει την κερκόπορτα για την εισαγωγή στην Ευρώπη των καρκινογόνων ζιζανιοκτόνων, που θα «εμπλουτίσουν» το τραπέζι του Ευρωπαίου πολίτη κάτω από τη μύτη του «για το καλό της ελευθερίας και του ευρωπαϊκού αγώνα» εναντίον της Ρωσίας.
Το βασικό χαρακτηριστικό είναι ότι οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις στην Ουκρανία είναι πολλαπλάσιες σε μέγεθος των ευρωπαϊκών, ακόμα και των μεγάλων ευρωπαϊκών αγροτικών μονάδων. Κατά συνέπεια, όχι μόνο δεν πρόκειται για συμπληρωματικές γεωργίες, αλλά για πλήρως ανταγωνιστικές.
Κι όμως οι πνευματικοί ταγοί της Ευρώπης στις δεξαμενές σκέψεων αναγράφουν χωρίς ενδοιασμό ότι «η ρωσική γεωργία είναι ανταγωνιστική με την ευρωπαϊκή γεωργία και την ουκρανική, που είναι συμπληρωματική με την ευρωπαϊκή γεωργία».
Πρόκειται για μια εξόφθαλμη αντίφαση που συντρίβει την κοινή λογική. Και πρέπει να συνυπολογιστεί ότι τα τελευταία τουλάχιστον τρία χρόνια οι Βρυξέλλες χωρίς αιδώ και κυρίως χωρίς έλεγχο προβαίνουν με το «έτσι θέλω» σε διαρκή μείωση του προϋπολογισμού της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής που στοχεύει στην εξοικονόμηση των πόρων που οδεύουν νυχθημερόν προς την Ουκρανία.