Του Νίκου Γ. Μερτζάνη
Η Ελλάδα με κάθε απόφαση της κυβέρνησης οδηγείται σε μια γκρίζα περιοχή, από όπου είναι δύσκολος ο γυρισμός, γιατί δεν έχουν φτιαχτεί οι δρόμοι. Από τη μια οι αυξήσεις στους διοικητές και τους υποδιοικητές των νοσοκομείων, οι οποίοι διορίζονται από τον εκάστοτε υπουργό, και από την άλλη η κοροϊδία με τις αυξήσεις στις εφημερίες του ιατρικού προσωπικού και όχι στον μισθό τους. Από την μια οι αυξήσεις στους εξωκοινοβουλευτικούς υπουργούς και από την άλλη ένας ολόκληρος λαός που περιμένει την ανακοίνωση του όποιου pass για να συμπληρωθεί η μαγική σύνθεση της κυβέρνησης. Όσο σκληρό κι αν ακούγεται, η μετατροπή των Ελλήνων σε πολίτες «εθισμένους» στη «φιλανθρωπία» του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη αποτελεί συνθήκη κρίσιμη για τη δυστοπία στην οποία ζούμε.
Έλλειψη αντιπολίτευσης, έλλειψη πίστης σε κάτι νέο και διαφορετικό από αυτό που επικρατεί, έλλειψη ενημέρωσης είναι οι υπόλοιπες συνθήκες για την ασφαλή πορεία της κυβέρνησης, η οποία προχωρά σε κινήσεις που δεν τόλμησε καμία από τις προηγούμενες κυβερνήσεις.
Οι αυξήσεις σε εξωκοινοβουλευτικούς υπουργούς και διοικητές/υποδιοκητές νοσοκομείων είναι μόνο ένα δείγμα της ευκολίας με την οποία το Μέγαρο Μαξίμου όχι απλά προσπερνά τα εμπόδια, αλλά ούτε καν τα βλέπει, γιατί όντως δεν υπάρχει καμία σοβαρή αντίδραση σε όποια απόφαση έχει πάρει.
Μοιάζουν οι Έλληνες λαός κοιμισμένος, φωνάζουν στις «ρούγες του διαδικτύου», όλοι αυτοί που παλεύουν από τον καναπέ τους. Μοιάζουν βολεμένοι στα όσα έχουν, θα απαντήσει ο γράφων, και θα υποστεί κάθε αντίδραση από τους αναγνώστες αυτού του άρθρου.
«Βόλεμα»
Κι όμως, η αλήθεια είναι πιο κοντά στην άποψη περί βολέματος, η οποία άρχισε να κυριαρχεί τα χρόνια του εγκλεισμού της πανδημίας και των βοηθημάτων που μοιράζονταν σε όσους είχαμε «φυλακίσει» μαζί με τα σώματά μας ακόμη και τα μυαλά μας. Αυτά τα δύο χρόνια ήταν καταλυτικά για την Ελλάδα. Αυτά τα δύο χρόνια ο ελληνικός λαός έβαλε πολύ χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών του. Μάθαμε να ζούμε με έναν περίπατο για τον οποίο ζητούσαμε άδεια, ψωνίζαμε για να φάμε και περιμέναμε τα χρήματα που έρχονταν κάθε μήνα από το κράτος, εγκλωβισμένοι σε τηλεοπτικές οθόνες που διακινούσαν επί πληρωμή τη μετεξέλιξη των Ελλήνων από ενεργό πληθυσμό σε βολεμένο πληθυσμό.
Δεν είναι καθόλου παράξενη αυτή η διαπίστωση, αν μελετήσει κανείς τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών και φυσικά τα εκλογικά αποτελέσματα του καλοκαιριού. Όσον αφορά τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων, οι απαντήσεις της πλειοψηφίας των πολιτών, που θεωρούν ότι η κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί για να αναχαιτίσει την «εισαγόμενη ακρίβεια», αποδεικνύουν ότι οι Έλληνες πλέον δεν εμπιστεύονται την πραγματικότητα, αλλά την κυβερνητική προπαγάνδα. Η αλήθεια είναι ότι λαμβάνω ως δεδομένο ότι φυσικά δεν είναι δυνατόν να έχουμε την ακριβότερη αγορά από όλες τις υπόλοιπες χώρες και να επικρατεί η προπαγάνδα περί «εισαγόμενης ακρίβειας». Εκτός κι αν «όλη η ακρίβεια του κόσμου εισήχθη στην Ελλάδα» και έμειναν στις υπόλοιπες χώρες οι μειωμένες τιμές.
Η βόλτα στο σούπερ μάρκετ και όποιο αίσθημα ανικανότητας ανταπόκρισης στις άμεσες ανάγκες του κάθε πολίτη χάνονται έπειτα από μια περιήγηση στο διαδίκτυο και μια ώρα απέναντι σε κάποιο δελτίο ειδήσεων, όπου επικρατούν οι δηλώσεις των στελεχών της κυβέρνησης πως για όλα φταίνε όλοι οι άλλοι εκτός από αυτούς που προσπαθούν και κόπτονται για εμάς. Έλλειψη αντιπολίτευσης, έλλειψη πίστης σε κάτι νέο και διαφορετικό από αυτό που επικρατεί, έλλειψη ενημέρωσης, εθισμός στη «φιλανθρωπία του πρωθυπουργού», το βόλεμα και ο πήχης που είναι χαμηλά επιφέρουν και την έλλειψη αντίδρασης από την πλευρά των πολιτών.