Πρόκειται για ένα από τα πιο μεγαλύτερα τραγούδια όλων των εποχών, κάτι που εν πολλοίς οφείλεται στην απλότητα του. Είναι η τέχνη του songwriting, με μελωδίες απλές ακόμα και για την εποχή του, και συνάμα τόσο εθιστικές, που σε συνδυασμό με την ποίηση του Paul Simon εξασφάλισαν στο τραγούδι μία θέση στην αιωνιότητα. Το The Sound of Silence των Simon & Garfunkel αποτελεί ένα μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς, ένα τραγούδι larger than life, το οποίο σε μεγάλο βαθμό ταυτίστηκε και καθόρισε την καριέρα των δημιουργών του. Οι δε pop αναφορές του πολλές, από το πλήθος ταινιών όπου εμφανίστηκε, με σημαντικότερη το The Graduate του Mike Nichols με τον Dustin Hoffman, αλλά και το γεγονός ότι χρησιμοποιούταν ενίοτε ως χαλί για αφηγήσεις σχετικά με το Βιετνάμ. Η διασκευή των Disturbed στάθηκε αφορμή για να έρθει σε επαφή με το τραγούδι μία ολόκληρη γενιά ακροατών, ενώ άλλες διασκευές όπως αυτές των Heir Apparent και Nevermore απέδωσαν το τραγούδι με διαφορετικές και ενδιαφέρουσες προσεγγίσεις, χωρίς ωστόσο να γνωρίσουν την αποδοχή των Disturbed, κάτι που ίσως να μην ήταν και το ζητούμενο. 50+ χρόνια μετά την αρχική κυκλοφορία του Sound of Silence και έχει έρθει στο φως μία πολύ σημαντική ιστορία που θα εξηγήσει σημαντικό μέρος των στίχων. Ιστορία συγκινητική και άκρως βαρύνουσα.
Λαμβάνει χώρα πριν από 63 χρόνια, όταν και ο Art Garfunkel πηγαίνει για πρώτη φορά στο Columbia University. Συναντάει τον Sanford Greenberg (γεννημένος το 1940) και αμέσως γίνονται φίλοι, μοιραζόμενοι το πάθος τους για μουσική και λογοτεχνία. Σε μια εποχή που ο ιδεαλισμός δεν είχε δώσει τη θέση του στον κυνισμό του σήμερα, ορκίστηκαν ότι θα βρίσκονται πάντα ο ένας στο πλευρό του άλλου. Κάτι που όπως θα δούμε στη συνέχεια αποδείχτηκε αληθές. Ήδη από το πρώτο έτος των σπουδών, η τραγωδία χτυπά τον Greenberg του οποίου η όραση σταδιακά θολώνει και παρά τις αρχικές εκτιμήσεις των γιατρών για προσωρινή επιπεφυκίτιδα, μετατρέπεται σε σοβαρότατο γλαύκωμα που καταστρέφει σιγά σιγά τα οπτικά του νεύρα. Ο Sanford (Sandy) Greenberg θα ήταν σύντομα τυφλός. Το όνειρο του να γίνει δικηγόρος απομακρυνόταν και σε κατάσταση πλήρους κατάθλιψης μετακομίζει πίσω στο Buffalo, για να ζήσει με την οικογένεια του, η οποία ειρήσθω εν παρόδω δυσκολεύεται ιδιαίτερα οικονομικά. Παρόλο που διέκοψε τις επαφές με τους φίλους του από το πανεπιστήμιο, ο Art Garfunkel δεν είχε σκοπό να τον αφήσει έτσι εύκολα.
Ταξιδεύει στο Buffalo και εμφανίζεται στην πόρτα του φίλου του. Τον πείθει να δώσει άλλη μια ευκαιρία στις σπουδές του, υποσχόμενος πως θα βρίσκεται πάντα στο πλευρό του. Τηρεί την υπόσχεση του, βρισκόμενος εκεί σε κάθε του βήμα. Στο σημαντικότερο trivia της ιστορίας, ο Art Garfunkel θα ονομάσει τον εαυτό του “Σκότος” (“Darkness”) δίνοντας έναν ποιητικό τόνο στη νέα μεταξύ τους σχέση. Θα συνηθίσει να λέει ατάκες του στυλ “Το Σκότος θα σου διαβάσει τώρα” και θα προσαρμόσει λίγο πολύ τη ζωή του πάνω στη δική του. Ο Sandy Greenberg θα συνειδητοποιήσει σε πλήθος περιπτώσεων ότι ο φίλος του δεν τον εγκατέλειψε ποτέ. Ακόμα και την ημέρα που έπρεπε να τον αφήσει προσωρινά και ο Greenberg σκόνταψε και τραυματίστηκε, κατάφερε να μπει στο σωστό συρμό του μετρό και να βγει στη σωστή έξοδο, σκοντάφτοντας στη συνέχεια πάνω σε κάποιον ο οποίος θα ζητήσει γρήγορα συγνώμη. Ο Greenberg αναγνώρισε τη φωνή του φίλου του, ο οποίος δε σταμάτησε ούτε στιγμή να τον προσέχει εκείνη τη μέρα. Για το συγκεκριμένο συμβάν ο Greenberg θα δηλώσει πολλά χρόνια αργότερα : “Ήταν η σπίθα που με έκανε να ζήσω μια εντελώς διαφορετική ζωή, χωρίς φόβο, χωρίς αμφιβολία. Γι’ αυτό είμαι απίστευτα ευγνώμων στον φίλο μου”. Σήμερα ο Sanford Greenberg είναι ένας εξαιρετικά επιτυχημένος επιχειρηματίας και φιλάνθρωπος. Τα τρία παιδιά που έχει αποκτήσει με τη σύζυγο του, Susan Roseno, έχουν Νονό τον Art Garfunkel.
Τις αποκαλύψεις για την ιστορία πίσω από το The Sound of Silence έκανε πρόσφατα η πλατφόρμα Accidental Talmudist, η οποία επιδίδεται σε καθημερινή μελέτη του Ταλμούδ, με ζωντανές εμφανίσεις σε facebook και youtube. Η συγκλονιστική ιστορία των δύο αντρών, αποδόθηκε μέσα από την πένα του Paul Simon, σε ένα από τα πλέον συγκλονιστικά μουσικά “κείμενα” που γράφτηκαν ποτέ :
Hello darkness, my old friend
I’ve come to talk with you again
Because a vision softly creeping
Left its seeds while I was sleeping
And the vision that was planted in my brain
Still remains
Within the sound of silence
In restless dreams, I walked alone
Narrow streets of cobblestone
‘Neath the halo of a street lamp
I turned my collar to the cold and damp
When my eyes were stabbed by the flash of a neon light
That split the night
And touched the sound of silence
And in the naked light, I saw
Ten thousand people, maybe more
People talking without speaking
People hearing without listening
People writing songs that voices never shared
And no one dared
Disturb the sound of silence
“Fools” said I, “You do not know
Silence like a cancer grows
Hear my words that I might teach you
Take my arms that I might reach you”
But my words, like silent raindrops fell
And echoed in the wells of silence
And the people bowed and prayed
To the neon god they made
And the sign flashed out its warning
In the words that it was forming
Then the sign said, “The words on the prophets are written on the subway walls
In tenement halls”
And whispered in the sound of silence.
Σε συνέντευξη του στο National Public Radio, ο Paul Simon θα δηλώσει χαρακτηριστικά : “Σκέφτομαι για τα τραγούδια ότι δεν είναι μόνο αυτό που λένε οι λέξεις, αλλά επίσης το τι λέει η μελωδία και τι λέει ο ήχος στο σύνολο του. Πιστεύω ότι αν δεν έχεις τη σωστή μελωδία, δεν έχει σημασία τι έχεις να πεις, ο κόσμος δεν θα ακούσει. Τα λόγια είναι διαθέσιμα μόνο όταν ο ήχος εισέρχεται και κάνει τους ανθρώπους ανοιχτούς στη σκέψη. Το κλειδί στο ‘The Sound of Silence’ είναι η απλότητα της μελωδίας και των λέξεων, που ασχολούνται με τη νεανική αποξένωση. Είναι ένας νεανικός στίχος, αλλά σίγουρα όχι κακός για έναν 21χρονο. Δεν είναι μια περίπλοκη σκέψη, αλλά μια σκέψη που ανέπτυξα διαβάζοντας σημειώσεις στο κολλέγιο, ή κάτι τέτοιο. Δεν ήταν κάτι που βίωνα σε κάποιο βαθύ, βαθύ επίπεδο, ουσιαστικά ήταν μια μετεφηβική αγωνία, αλλά είχε σημαντικό ποσοστό αλήθειας και έτσι είχε απήχηση σε εκατομμύρια ανθρώπους.”.
Στα δε απαραίτητα trivia, αξίζει να αναφερθεί πως ο Neil Peart, σε ένα μονάχα δείγμα της στιχουργικής του δεινότητας και ευφυίας, θα διασκευάσει την τελευταία στροφή ώστε να δώσει στο “The Spirit of Radio” των Rush τον cult χαρακτήρα που απολαμβάνει σήμερα : “For the words of the profits were written on the studio wall, Concert hall. And echoes with the sound of salesmen..”. Οι στίχοι σε πρώτη ανάγνωση αποδίδουν την έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, ωστόσο σίγουρα επιδέχονται βαθύτερης ανάλυσης ώστε να καταλήξουν ιδιαίτερα προσωπικοί για τον καθένα. Όταν συναντήθηκαν οι Paul Simon και Art Garfunkel με τους υπευθύνους της Columbia Records, έπρεπε να τους πείσουν ώστε να το ηχογραφήσουν ως ντουέτο, καθώς η εταιρεία ήθελε ελαφρά τη καρδία να το δώσει σε ένα group ονόματι The Pilgrims. Ο δε σκηνοθέτης του The Graduate, Mike Nicols, παρά το γεγονός ότι αμφιταλαντευόταν για τη χρήση του τραγουδιού στην ταινία, εν τέλει όχι μόνο πείστηκε, αλλά θεώρησε τον ήχο των Simon & Garfunkel εξαιρετικά ταιριαστό με το ύφος του film, ώστε να συμπεριλάβει τελικά και το Mrs. Robinson. Τέλος και όπως αναφέρθηκε, το τραγούδι σχετίστηκε κατά πολύ με το Anti-Vietnam μέτωπο, παρά το γεγονός ότι δε γράφτηκε συγκεκριμένα επ’αυτού, ωστόσο μέχρι να γίνει επιτυχία, ο πόλεμος ήταν ήδη στην πλέον κρίσιμη καμπή του. Σε κάθε περίπτωση, όπως και τότε έτσι και σήμερα αρκούσε και αρκεί ένα “Hello Darkness my old friend” ώστε να καθηλώσει τον ανυποψίαστο ακροατή. Ένα τραγούδι που δίνει στην έννοια “κλασικό” την πραγματική της υπόσταση.