Του Χρήστου Μπολώση
Χθες ήταν η Παγκόσμια Ημέρα Αποταμίευσης.
Τότε που καθιερώθηκε (31 Οκτωβρίου 1924), με ημιεπίσημη μασκότ το γουρουνάκι-κουμπαράς, είχε νόημα, ενώ μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έφτασε στο απόγειό της μέχρι το 1970.
Τότε στα σχολεία οι μαθητές έγραφαν εκθέσεις με σχετικό θέμα και οι καλύτερες βραβεύονταν με βιβλιάρια καταθέσεων με συμβολικά ποσά.
Ακόμα και με προσλήψεις σε τράπεζες.
Φίλος μου προσελήφθη έτσι και έφθασε στα ανώτατα κλιμάκια κορυφαίας τραπέζης.
Όμως «αλλάζουν οι καιροί, περνάν τα χρόνια, του κόσμου το ποτάμι είναι θολό», όπως τραγούδησε ο Μανώλης Μητσιάς τους στίχους του Νίκου Γκάτσου σε μουσική του Ηλία Ανδριόπουλου.
Τώρα τι να αποταμιεύσεις, που στου μήνα τα μισά μένεις ρέστος;
Και για ποια γουρουνάκια-κουμπαράδες μιλάμε;
Τώρα κάνα μπουκάλι λάδι, λίγη φέτα και ξαναζωντάνεμα του κελαριού της γιαγιάς κατά την περιγραφή της κυρα-Δέσποινας Ανυφαντούλη (Μήτση Κωνσταντάρα) στον «Στρίγγλο που έγινε αρνάκι», όταν βομβάρδιζε τον κ. «Πετροχείλο» (Λ. Κωνσταντάρας) με τα περασμένα μεγαλεία της: «Από πάνω το βούτυρο της χρονιάς, από κάτω το λάδι της χρονιάς και να τα μακαρόνια, και να τα ρύζια, και να οι μανέστρες, και να τα κεφαλοτύρια, και να ο μπελτές, καθόσον, άτιμη κοινωνία, που άλλους τους ανεβάζεις και άλλους τους κατεβάζεις στα τάρταρα…