O πολιτικός κόσμος ασχολείται με το χθες και όχι με το μέλλον, ελλείψει οράματος και στρατηγικής
Του Δημήτρη Γαρούφα*
Τα τελευταία 10-15 χρόνια οι Έλληνες πολίτες δικαιολογημένα ανησυχούν για το μέλλον της χώρας, γιατί μπορεί σε τεχνικό επίπεδο να γίνεται μια προσπάθεια ψηφιακού εκσυγχρονισμού, αλλά σχεδόν το σύνολο του πολιτικού προσωπικού δεν ασχολείται με τα μεγάλα προβλήματα, αναζητώντας λύσεις που θα διασφαλίζουν ένα καλό μέλλον. Ενδεικτικά μόνο αναφέρουμε ότι στις πυρκαγιές του φετινού καλοκαιριού κάηκαν τεράστιες δασικές εκτάσεις, ενώ με τις πλημμύρες που ακολούθησαν πνίγηκε η Θεσσαλία και αποδείχθηκε ότι δεν υπήρχε υποδομή του κράτους για αντιμετώπιση ακραίων καιρικών φαινομένων. Ενδεικτικά και πάλι, θα αναφερθούμε σε κάποια μεγάλα προβλήματα με τα οποία κανείς από τον πολιτικό μας κόσμο δεν ασχολείται.
1) Το Δημογραφικό είναι από τα μεγαλύτερα προβλήματα της χώρας, αλλά ουσιαστικά κανείς δεν ασχολείται .Θα έπρεπε ο πολιτικός μας κόσμος, ξεπερνώντας τα παιχνίδια μικροπολιτικής, με ευρεία συναίνεση να συμφωνήσει σε εκπόνηση και υλοποίηση προγράμματος για αντιμετώπιση του προβλήματος, με στήριξη πολυτέκνων, ενίσχυση της οικογένειας, κίνητρα για αύξηση γεννήσεων κ.λπ. Αντ’ αυτού, βλέπουμε από δήθεν προοδευτικούς πολιτικούς φωνές για αντιμετώπιση του προβλήματος κυρίως με ενσωμάτωση μεταναστών από τρίτες χώρες, αλλά ο τρόπος που μιλούν δίνει την εντύπωση αποδοχής μιας ακραίας κατάστασης αντικατάστασης του πληθυσμού. Μπορεί βέβαια να ενσωματώσαμε επιτυχώς τα τελευταία 30 χρόνια εκατοντάδες χιλιάδες Αλβανούς, αλλά αυτό ήταν εφικτό γιατί προέρχονταν από γειτονική χώρα, μέρος αυτών ήταν χριστιανοί και οι άλλοι αδιάφοροι σε θέματα θρησκείας, λόγω απαγόρευσης έκφρασης θρησκευτικού αισθήματος που είχε επιβάλει το καθεστώς Χότζα, και όλοι ήθελαν διακαώς την ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία. Αλλά τώρα οι μετανάστες από μεσανατολικές χώρες είναι στην πλειονότητά τους μουσουλμάνοι, γεγονός που εμποδίζει μεικτούς γάμους, και κυρίως προέρχονται από χώρες με πολιτιστικά στοιχεία ασύμβατα με τον ελληνικό τρόπο σκέψης και ζωής.
2) Σε ό,τι αφορά την Παιδεία μας, από πανεπιστημιακούς και πολιτικούς ακούστηκε ότι ο απόφοιτος δημοτικού σχολείου πριν από δεκαετίες ήξερε περισσότερα από τον σημερινό απόφοιτο λυκείου.
3) Μιλάμε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο που θέλουμε να παίζουμε στα Βαλκάνια, αλλά η περίπτωση της Αλβανίας και η συμπεριφορά της στο θέμα του δημάρχου Χειμάρρας αποδεικνύουν ότι δεν κερδίσαμε τους γειτονικούς λαούς Κι όχι μόνο δεν κάναμε όσα έπρεπε για να έχουμε φιλικά τα Βαλκάνια, αλλά αφήσαμε να ατονήσουν ακόμα και φορείς που προωθούσαν τη διαβαλκανική φιλία και συνεργασία, οι οποίοι είχαν ιδρυθεί με έδρα τη Θεσσαλονίκη από επιστημονικούς και επαγγελματικούς φορείς του βορειοελλαδικού χώρου, η δράση των οποίων συνέβαλε στην εμπέδωση κλίματος φιλίας και συνεργασίας με ανάδειξη του ελληνικού πρωταγωνιστικού ρόλου.
4) Προωθούνται πολιτικές και στρατηγικές για διαμόρφωση «εθνικής στρατηγικής ισότητας μεταξύ ετεροφύλων και ομοφύλων», σαν να αποτελεί αυτό μέγιστο πρόβλημα για τη χώρα μας, ενώ ουσιαστικά δεν υπάρχει πρόβλημα, γιατί η ελληνική κοινωνία είναι ανεκτική στο διαφορετικό και στην ιδιαιτερότητα. Ωστόσο, δεν πρέπει, λόγω υπερβολής, να δίνουμε την εντύπωση ότι προωθούμε την ιδιαιτερότητα ως κανόνα με θεσμούς που μάλλον θα λειτουργήσουν διαλυτικά για την ελληνική οικογένεια.
Δυστυχώς, από τη χώρα μας μάλλον λείπει το όραμα για το μέλλον… Δεν λειτουργούμε προληπτικά, κι αυτό αποδείχθηκε πανηγυρικά με τις φετινές πυρκαγιές και τις πλημμύρες που ακολούθησαν, δεδομένου ότι έλειπε η αναγκαία υποδομή αποφυγής ή, τουλάχιστον, μείωσης των καταστροφών που ακολούθησαν.
Πολύ φοβάμαι ότι η χώρα οδηγείται σε παρακμή γιατί ο πολιτικός κόσμος ασχολείται με το χθες και όχι με το μέλλον, ελλείψει οράματος και στρατηγικής. Και, όπως έγραφε ο ποιητής Γ. Σεφέρης, μάλλον ως χώρα «στα σκοτεινά πηγαίνουμε, στα σκοτεινά προχωρούμε»…
*Δικηγόρος, πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης