Το 87% του παγκόσμιου πληθυσμού αρνήθηκε να ακολουθήσει τη λογική των σκληρών οικονομικών κυρώσεων που επέβαλαν οι ΗΠΑ και οι στενότεροι σύμμαχοί τους κατά της Μόσχας, με αποτέλεσμα οι «αντίπαλοι» της Δύσης να συσπειρωθούν σε κοινά μέτωπα αντίστασης. Δύο αμερικανοί διπλωμάτες αναλύουν την κατ΄ αυτούς επερχόμενη ανατροπή ισορροπιών και συμμαχιών Η επιβεβαίωση της στήριξης της Ουκρανίας είναι ηθικά επιτακτική, πέρα από πολιτικά απαραίτητη. Αλλά το να τίθενται ερωτήματα σχετικά με τις συνέπειες της σύγκρουσης και τις διφορούμενες στρατηγικές της Δυτικής συμμαχίας είναι εξίσου αναγκαίο. Η αφετηρία της εν λόγω σειράς ερωτημάτων είναι η διαπίστωση ότι η ειρήνη στην Ουκρανία δυστυχώς δεν είναι ζήτημα μερικών μηνών και οι συνέπειες της σύρραξης θα είναι μακροχρόνιες. Ηδη, ανατρέπονται ισορροπίες αλλά και συμμαχίες σε όλον τον κόσμο. Σε ανάλυσή τους στο Newsweek, οι αμερικανοί διπλωμάτες Ντέιβιντ Ράντελ και Μάικλ Γκφόλερ υπογραμμίζουν ότι «το γνωστό μας σύστημα παγκόσμιων πολιτικών και οικονομικών συμμαχιών αλλάζει και τίποτα δεν έχει καταστήσει αυτή την αλλαγή πιο ξεκάθαρη από τις ποικίλες αντιδράσεις στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι στενότεροι σύμμαχοί τους στην Ευρώπη και την Ασία έχουν επιβάλει σκληρές οικονομικές κυρώσεις στη Μόσχα, το 87% του παγκόσμιου πληθυσμού αρνήθηκε να μας ακολουθήσει. Οι οικονομικές κυρώσεις ένωσαν τους αντιπάλους μας σε κοινή αντίσταση. Λιγότερο προβλέψιμα, το ξέσπασμα του Β’ Ψυχρού Πολέμου, οδήγησε επίσης τις χώρες που κάποτε ήταν εταίροι ή αδέσμευτες να δεσμευθούν σε πολλαπλά επίπεδα. Η αλλαγή είναι πιο εμφανής στις ενεργειακές αγορές, όπου, σε αντίθεση με τα νομίσματα, οι κυβερνήσεις δεν μπορούν απλώς να τυπώνουν αυτό που χρειάζονται. Εδώ το δίκτυο των κυρώσεων είναι διάτρητο». Τα παραδείγματα είναι πολλά και τρανταχτά. Η Σαουδική Αραβία, παραδοσιακός εταίρος των ΗΠΑ, έχει συμμαχήσει με τη Ρωσία στο καρτέλ του διευρυμένου ΟΠΕΚ (Opec Plus). Οι Σαουδάραβες εισήγαγαν ρωσικό πετρέλαιο για εγχώρια χρήση, ούτως ώστε να εξάγουν περισσότερο από το δικό τους πετρέλαιο. Η Κίνα πουλάει στην Ευρώπη υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) από τη Σιβηρία και εισάγει ρωσικό πετρέλαιο, το οποίο στη συνέχεια το διυλίζει και το εξάγει. Εν τω μεταξύ, χάρη στις αγορές πετρελαίου από την Κίνα, το Ιράν έχει καταστεί ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ρωσικού σιταριού. Ο υπουργός Πετρελαίου της Ινδίας δήλωσε δημόσια ότι, ενώ η κυβέρνησή του δεν έχει καμία διαμάχη με τη Μόσχα, έχει «ηθικό καθήκον» να διατηρήσει χαμηλές τις τιμές της ενέργειας στο εσωτερικό, αγοράζοντας ρωσικό πετρέλαιο. Οι συμμαχίες διευρύνονται, η Ρωσία ξανοίγεται Ομως, το χειρότερο είναι ότι «οι συμμαχίες που δημιουργήθηκαν εν μέρει για την αντιμετώπιση της δυτικής οικονομικής και πολιτικής επιρροής, διευρύνονται. Η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία έχουν ανακοινώσει το ενδιαφέρον τους να ενταχθούν στην ομάδα των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική). Ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης συνδέει επί του παρόντος την Κίνα, τη Ρωσία, την Ινδία και το Πακιστάν, μεταξύ άλλων. Το Ιράν σχεδιάζει να ενταχθεί αυτόν τον μήνα, ενώ το Μπαχρέιν, η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ είναι πιθανό να καταστούν “συνομιλητές” ή υποψήφια μέλη. Επιπροσθέτως, η φιλόδοξη κινεζική πρωτοβουλία Belt and Road δένει πολλά αφρικανικά έθνη με το Πεκίνο με νήματα χρέους και εμπορίου», γράφουν οι αμερικανοί διπλωμάτες. Και η Μόσχα, όμως, ξανοίγεται, με τον υπουργό Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ να απευθύνεται πρόσφατα στους 22 ομολόγους του στον Αραβικό Σύνδεσμο και στη συνέχεια να περιοδεύει σε χώρες της Αφρικής. Επιθετικά κινείται το Κρεμλίνο και στη Λατινική Αμερική, ενισχύοντας τους στρατιωτικούς δεσμούς του με τη Νικαράγουα, τη Βενεζουέλα και την Κούβα. Υπενθυμίζεται πως οι δύο μεγάλες δυνάμεις της περιοχής, η Βραζιλία και το Μεξικό, αρνήθηκαν επισήμως να παράσχουν τη στήριξή τους στις Δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Το δολάριο ως αποθεματικό νόμισμα «παραμένει πυλώνας της παγκόσμιας οικονομικής τάξης, αλλά η εμπιστοσύνη σε αυτή την τάξη έχει πληγεί», γράφουν οι Ράντελ και Γκφόλερ, εξηγώντας πως οι οικονομικές κυρώσεις έχουν οπλοποιήσει μέρη του διεθνούς τραπεζικού και ασφαλιστικού τομέα, περιλαμβανομένου και του συστήματος μεταφοράς κεφαλαίων SWIFT. Οι εκκλήσεις για αποδολαριοποίηση πληθαίνουν και ακούγονται ολοένα πιο δυνατά, ενώ, όταν η Ρωσία ζήτησε να πληρώνεται για την ενέργεια που εξάγει σε ρούβλια, γουάν ή ντιρχάμ Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, η Κίνα και η Ινδία συμμορφώθηκαν. «Πριν από 80 χρόνια η βρετανική λίρα έχασε την εξέχουσα θέση της μεταξύ των νομισμάτων του κόσμου. Αυτό ακριβώς προσπαθούν να κάνουν οι αντίπαλοι της Αμερικής στο δολάριο. Και εάν οι Σαουδάραβες σταματήσουν ποτέ να τιμολογούν το πετρέλαιο σε δολάρια, μπορεί κάλλιστα να τα καταφέρουν», προειδοποιούν. Αντιδυτικά αισθήματα Ολοκληρώνοντας την ανάλυσή τους, επισημαίνουν πως «η παγκοσμιοποίηση μπορεί να λειτουργήσει μόνο εάν οι περισσότεροι συμμετέχοντες πιστεύουν ότι προωθεί τα συμφέροντά τους. Αν οι υπόλοιποι πιστεύουν ότι η Δύση χρησιμοποιεί άδικα το σύστημα για δικό της όφελος, η διεθνής τάξη που βασίζεται σε κανόνες καταρρέει και θα αναδυθούν εναλλακτικές επιλογές». Στην παρούσα φάση, αυτό σημαίνει πως οι πληθωριστικές πιέσεις και το ενδεχόμενο ύφεσης ανησυχούν ιδιαίτερα μεγάλο μέρος του κόσμου. Ενώ η πλούσια Δύση μπορεί να αντέξει το κόστος των κυρώσεων, άλλα μπλοκ χωρών αδυνατούν. Στη Βόρεια Αφρική και στη Μέση Ανατολή οι ελλείψεις σε ενέργεια και τρόφιμα έχουν αυξήσει σημαντικά τις πιθανότητες να σημειωθούν πολιτικές αναταραχές παρόμοιες με εκείνες της Αραβικής Ανοιξης. Αναμενόμενα, αυτές οι ανησυχίες εντείνουν τα αντιδυτικά αισθήματα σε μεγάλο μέρος του παγκόσμιου Νότου. Η Ρωσία, κραδαίνοντας τα πυρηνικά όπλα της, δεν δείχνει πρόθυμη να τερματίσει τον πόλεμο, ενώ οι ηγέτες της δεν έχουν την πολυτέλεια να ηττηθούν. Την ίδια ώρα, η Δύση απομονώνεται, υπονομεύοντας έτσι την ίδια, βασισμένη σε κανόνες, διεθνή τάξη πραγμάτων που επεδίωξε να δημιουργήσει. «Η περισσότερο υποσχόμενη λύση σε αυτό το αδιέξοδο πιθανώς να είναι κάποιου είδους διπλωματικός συμβιβασμός», καταλήγουν οι δύο αμερικανοί διπλωμάτες. Το ότι η Δύση αποτελείται από δημοκρατίες, την καθιστά αυτομάτως πιο ευάλωτη σε διαιρέσεις και πιο δεκτική στην κριτική. Ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν κατέκρινε, για παράδειγμα, πριν από λίγες ημέρες τις εμπορικές και ενεργειακές πολιτικές των ΗΠΑ, κάνοντας λόγο για «δύο μέτρα και δύο σταθμά». Ενεργειακά και στρατιωτικά ζητήματα πλήττουν επίσης τις σχέσεις μεταξύ Παρισιού – Βερολίνου, ενώ η Γερμανία επικρίνεται και για τη διφορούμενη στάση της απέναντι στη Ρωσία. Λανθασμένες πολιτικές Η σημερινή κατάσταση στην Ουκρανία και στη διεθνή σκηνή είναι, επίσης, απόρροια λανθασμένων πολιτικών, όπως υποστηρίζει ο κορυφαίος αμερικανός πολιτικός επιστήμονας Τζον Τζ. Μερσχάιμερ, ένας από τους πιο σφοδρούς επικριτές της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Από το 2014 δηλώνει πως, ασκώντας πιέσεις για τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά, η Ουάσινγκτον αύξησε σημαντικά τις πιθανότητες ενός πολέμου μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων και ανάγκασε τη Μόσχα να σκληρύνει τη στάση της απέναντι στην Ουκρανία. Σε εκτενή συνέντευξη που παραχώρησε τον περασμένο Μάρτιο στο The New Yorker είχε μεταξύ άλλων σημειώσει πως κατά τη γνώμη του «η Δύση, και ειδικά οι ΗΠΑ, φέρoυν την κύρια ευθύνη για αυτή την καταστροφή. Αλλά κανένας αμερικανός υπεύθυνος χάραξης πολιτικής και πουθενά στο κατεστημένο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής δεν πρόκειται να το αναγνωρίσει: θα πουν ότι οι Ρώσοι είναι υπεύθυνοι». Σύμφωνα με τον Μερσχάιμερ, «η Ρωσία δεν αποτελεί σοβαρή απειλή για τις ΗΠΑ. Αντιμετωπίζουμε μια σοβαρή απειλή στο διεθνές σύστημα. Αντιμετωπίζουμε έναν ισάξιο ανταγωνιστή και αυτός είναι η Κίνα. Η πολιτική μας στην Ανατολική Ευρώπη υπονομεύει την ικανότητά μας να διαχειριστούμε την πιο επικίνδυνη απειλή που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Θα πρέπει να φύγουμε από την Ευρώπη για να αντιμετωπίσουμε την Κίνα. Και θα πρέπει να δουλεύουμε υπερωρίες για να δημιουργήσουμε φιλικές σχέσεις με τους Ρώσους. Οι Ρώσοι ανήκουν στον εξισορροπητικό συνασπισμό μας εναντίον της Κίνας. Αν ζείτε σε έναν κόσμο όπου υπάρχουν τρεις μεγάλες δυνάμεις –Κίνα, Ρωσία και ΗΠΑ– και μια από αυτές τις μεγάλες δυνάμεις, η Κίνα, είναι ισάξιος ανταγωνιστής, αυτό που πρέπει να κάνετε εάν είστε οι Ηνωμένες Πολιτείες, είναι να έχετε τη Ρωσία με το μέρος σας. Αντίθετα, αυτό που κάναμε με τις ανόητες πολιτικές μας στην Ανατολική Ευρώπη ήταν να οδηγήσουμε τους Ρώσους στην αγκαλιά των Κινέζων. Αυτό αποτελεί παραβίαση των βασικών αρχών της πολιτικής της ισορροπίας δυνάμεων», είχε εξηγήσει ο αμερικανός επιστήμονας. Πηγή: Protagon.gr