Ρεπορτάζ του δικτύου Al Jazeera υπενθυμίζει την σκληρή υλική δοκιμασία του πολέμου, επιβεβαιώνοντας την επιταχυνόμενη και συνάμα οξύτατη φθορά του ουκρανικού στρατού
«Δεν υπάρχει η παραμικρή εκπαίδευση. Δεν τους ενδιαφέρει ότι δεν θα είμαι ζωντανός μετά την πρώτη εκπαίδευση». Με αυτά τα λόγια περιγράφει ουκρανός λιποτάκτης ονόματι Τιμοφέι, την εμπειρία του από την στρατιωτική εκπαίδευση, μιλώντας στο αραβικό ειδησεογραφικό δίκτυο Al Jazeera. Και σκιαγραφεί εικόνα προϊούσας κατάρρευσης, που οφείλεται σε μια σειρά δομικών και συγκυριακών παραγόντων.
Αποδρομή
«Δεν τους ενδιαφέρει καν αν ένας στρατιώτης ξέρει να σημαδεύει» συμπληρώνει, στο πλαίσιο του ίδιου ρεπορτάζ. Και στην ερώτηση γιατί δεν του έχει αποδοθεί επίσημα καθεστώς λιποτάκτη ή αδικαιολογήτως απαντά αφοπλιστικά: «Η μισή χώρα είναι στο τρέξιμο».
Πρόκειται για εξέλιξη που επιβεβαιώνουν κι οι εισαγγελικές αρχές της χώρας, οι οποίες κατέγραψαν τον περασμένο Οκτώβριο 235.000 αδικαιολόγητα απόντες στρατιώτες και σχεδόν 54.000 λιποτάκτες από τότε που η Ρωσία ξεκίνησε την εισβολή της τον Φεβρουάριο του 2022. Τα στατιστικά δεδομένα επιδεινώθηκαν κατά τη διάρκεια του τελευταίου χρόνου, αφού 176.000 περιπτώσεις αδικαιολόγητης απουσίας και 25.000 λιποταξίες καταγράφηκαν μεταξύ Σεπτεμβρίου 2024 και Σεπτεμβρίου 2025.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η νομική διαφορά μεταξύ λιποταξίας και αδικαιολόγητης απουσίας έγκειται στην «πρόθεση οριστικής αποχώρησης από την υπηρεσία». Ένας στρατιωτικός μπορεί να κατηγορηθεί για λιποταξία 24 ώρες μετά την αποχώρησή του από τη στρατιωτική του μονάδα, οπότε και αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης από πέντε έως 12 χρόνια, ενώ η αδικαιολόγητη απουσία τιμωρείται μέχρι και με 10 χρόνια φυλάκισης. «Πολλοί προτιμούν τη φυλακή» επισημαίνει μάλιστα το δημοσίευμα, με τον αντιστράτηγο Ίχορ Ρομανένκο, πρώην αναπληρωτής αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων της Ουκρανίας, να δηλώνει: «Ο αριθμός των λιποτάκτων μας είναι πολύ υψηλός».
Αδιέξοδα
Τα παραπάνω δεν συνιστούν επουδενί αιφνίδια διαπίστωση. Μόλις τον περασμένο Νοέμβριο το έγκυρο ψηφιακό περιοδικό Military Watch ανέφερε -παραπέμποντας σε στοιχεία της Eurostat- ότι από την αρχή του πολέμου 650.000 ουκρανοί πολίτες στρατεύσιμης ηλικίας (18-60) έχουν εγκαταλείψει την χώρα, ενώ οι ποινικές υποθέσεις που εκκρεμούν αφορούν το αδίκημα της λιποταξίας υπολογίζονται (290.000). Την ίδια περίοδο, ο Στρατάρχης Λόρδος Ντέιβιντ Ρίτσαρντς, δήλωνε στο πλαίσιο του podcast World of Trouble της βρετανικής εφημερίδας The Independent: «Η Ουκρανία δεν διαθέτει το αναγκαίο ανθρώπινο δυναμικό για να αντέξει έναν παρατεταμένο πόλεμο φθοράς απέναντι στη Ρωσία…Οι Ουκρανοί θα είχαν ελπίδα μόνο αν πολεμούσαμε στο πλάι τους. Έχουμε αποφασίσει όμως να μην εμπλακούμε γιατί η Ουκρανία δεν αποτελεί υπαρξιακό ζήτημα για εμάς».
Όλα αυτά, ενώ τα επίσημα στοιχεία αναφέρουν ότι περίπου έξι εκατομμύρια Ουκρανοί έχουν βρει καταφύγιο σε κράτη του εξωτερικού, με την κεντρική Ευρώπη να είναι ο κύριος προορισμός. Και ενώ επί σειρά ετών πριν την κρίση τα στατιστικά στοιχεία διαμόρφωναν ένα άκρως αρνητικό δημογραφικό προφίλ, όπως μαρτυρά κι ο έντονος ρυθμός πληθυσμιακής συρρίκνωσης, που αντιστράφηκε μόλις για μια δωδεκαετία (2001-13).
Αν όμως το ερώτημα των αντοχών του ουκρανικού στρατού φαίνεται εύκολο να απαντηθεί, δεν ισχύει το ίδιο για τη δέσμευση των ευρωπαίων συμμάχων του Κιέβου, οι οποίοι όταν διακηρύττουν την στήριξή τους στην Ουκρανία περιορίζονται αποκλειστικά στην αποστολή εξοπλιστικού υλικού και οικονομικής βοήθειας, δίχως να είναι πρόθυμοι να συζητήσουν το -εκλογικά αυτοκτονικό για τους ίδιους- σενάριο της αποστολής στρατευμάτων στο εμπόλεμο έδαφος.
«Οι Ευρωπαίοι δεν έχουν την παραμικρή ιδέα για το πώς να βοηθήσουν την Ουκρανία να νικήσει τον Πούτιν στο πεδίο της μάχης, και όμως ονειρεύονται να τον σύρουν ενώπιον του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου στη Χάγη» έγραφε πρόσφατα στον ιστότοπο Unherd o αναλυτής του Eurointelligence, Βόλφγκανγκ Μύνχαου. Παρατηρώντας παράλληλα, με καυστικό ύφος, πως «όταν οι άνθρωποι δεν έχουν στρατηγική, συχνά αναζητούν καταφύγιο στις διαδικασίες». Και οριοθετώντας έτσι, με λακωνικό τρόπο, τα ισχύοντα διαπραγματευτικά περιθώρια για τα ουκρανικά συμφέροντα και τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες.