Τα εντυπωσιακά σε όγκο και παλμό αγροτικά μπλόκα που απλώνονται σε όλη τη χώρα (από χθες δυναμικό είναι το “παρών” και σε όλη την Κρήτη) δεν είναι ούτε φολκλόρ, ούτε μια ακόμη επαναλαμβανόμενη ελληνική συνήθεια. Δεν είναι επικοινωνιακό τέχνασμα, ούτε τελετουργικό πίεσης για λίγα ευρώ παραπάνω. Είναι το ύστατο σήμα κινδύνου ενός παραγωγικού κόσμου που καταρρέει αργά, σιωπηλά και, το χειρότερο, προβλέψιμα.
Όποιος συνεχίζει να τα αντιμετωπίζει ως “ενόχληση”, ως πρόβλημα κυκλοφορίας ή ως παροδική κρίση, αρνείται να δει τη μεγάλη εικόνα: ότι η Ελλάδα βαδίζει μεθοδικά προς την απώλεια της διατροφικής της βάσης, τη διάρρηξη της σχέσης της με τη γη και, τελικά, την αποδυνάμωση ενός κρίσιμου πυλώνα εθνικής κυριαρχίας.
Δεν πρόκειται για το ύψος μιας επιδότησης. Πρόκειται για το αν η χώρα θα εξακολουθήσει να παράγει τροφή ή αν θα μετατραπεί πλήρως σε χώρα εισαγωγών, Real Estate, ενεργειακών πάρκων και τουριστικής μονοκαλλιέργειας. Πρόκειται για το αν ο αγρότης- κτηνοτρόφος- μελισσοκόμος ή αλιέας θα παραμείνει φορέας παραγωγής και κοινωνικής σταθερότητας ή αν θα εκτοπιστεί ως «εμπόδιο» στην ανάπτυξη άλλων δραστηριοτήτων που αποδίδουν ταχύτερα, αλλά όχι απαραίτητα βιωσιμότερα.
Τα μπλόκα δεν είναι το πρόβλημα. Είναι το αποτέλεσμα. Και όποιος επιμένει να τα βλέπει αποκομμένα από το γενικότερο παραγωγικό και γεωπολιτικό πλαίσιο, απλώς συγκαλύπτει το πραγματικό διακύβευμα.
Η αγροτική κρίση δεν είναι συγκυριακή, είναι δομική
Η ελληνική ύπαιθρος δεν κατέρρευσε ξαφνικά. Υπονομεύθηκε σταδιακά, επί δεκαετίες, μέσα από πολιτικές που αντιμετώπισαν τη γη όχι ως στρατηγικό πόρο, αλλά ως μεταβιβάσιμο εμπόρευμα και τον αγρότη ως αριθμό σε μητρώο ενισχύσεων. Δεν υπήρξε ποτέ συγκροτημένη εθνική στρατηγική για τον πρωτογενή τομέα, προσαρμοσμένη στις ανάγκες της χώρας, στη γεωμορφολογία της, στον νησιωτικό και ορεινό χαρακτήρα της.
Αντίθετα, υπήρξε διαχρονικά μια λογική διαχείρισης κονδυλίων. Η Κοινή Αγροτική Πολιτική δεν εντάχθηκε ποτέ σε ένα εθνικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης. Ενσωματώθηκε μηχανιστικά, χωρίς διαπραγμάτευση, χωρίς στόχευση, χωρίς προσαρμογή. Και κάπως έτσι, οι επιδοτήσεις υποκατέστησαν τον σχεδιασμό, οι δηλώσεις αντικατέστησαν το προϊόν και η γραφειοκρατία πήρε τη θέση της πολιτικής.
Το τίμημα αυτής της επιλογής είναι σήμερα ορατό: εγκατάλειψη καλλιεργειών, γήρανση του αγροτικού πληθυσμού, έλλειψη διαδοχής, χαμηλή προστιθέμενη αξία, εξάρτηση από εισαγωγές ακόμη και σε προϊόντα που θα μπορούσαν να παράγονται επαρκώς στη χώρα.
Η ΚΑΠ ως μηχανισμός εξάρτησης και αποπαραγωγικοποίησης
Η Κοινή Αγροτική Πολιτική δεν είναι τεχνικό πλαίσιο. Είναι βαθύτατα πολιτική. Και στην ελληνική περίπτωση λειτούργησε ως μηχανισμός αποπαραγωγικοποίησης της υπαίθρου. Αντί να στηρίξει τη μικρή και μεσαία αγροτική εκμετάλλευση, ευνόησε τη λογική της επιδότησης ανά στρέμμα, ανεξαρτήτως παραγωγικού αποτελέσματος.
Έτσι δημιουργήθηκε ένας αγρότης εξαρτημένος από τον φάκελο, από τον έλεγχο, από τη συμμόρφωση στους όρους, και όχι από τη σχέση του με τη γη και την αγορά. Η παραγωγή πέρασε σε δεύτερο πλάνο. Η αξία μεταφέρθηκε αλλού. Και η επιβίωση συνδέθηκε όχι με το προϊόν, αλλά με την εκταμίευση.
Ο σύγχρονος αγρότης δεν ελέγχει πλέον την τύχη του προϊόντος του. Δεν καθορίζει την τιμή, δεν έχει πρόσβαση στην τελική υπεραξία, δε συμμετέχει ουσιαστικά στις αποφάσεις της αγοράς. Η ισχύς έχει μεταφερθεί στη μεταποίηση, στη συσκευασία, στην πιστοποίηση, στο λιανεμπόριο
Η σημερινή εκδοχή της ΚΑΠ, με την περιβόητη “πράσινη αρχιτεκτονική”, βαθαίνει το πρόβλημα. Περιβαλλοντικές απαιτήσεις χωρίς επαρκή αντιστάθμιση, αυξημένη γραφειοκρατία, ποινές και κυρώσεις χωρίς υποστήριξη. Όλα αυτά δεν πλήττουν τις μεγάλες αγροβιομηχανίες του Βορρά. Πλήττουν τις μικρές, νησιωτικές, ορεινές και μεσογειακές παραγωγές.
Η Ελλάδα δεν απέτυχε απλώς να διεκδικήσει καλύτερους όρους. Αποδέχτηκε αδιαμαρτύρητα μια ΚΑΠ σχεδιασμένη για διαφορετικά παραγωγικά μοντέλα, διαφορετικές κλίμακες, διαφορετικές κοινωνίες. Και σήμερα θερίζει τα αποτελέσματα αυτής της αποδοχής.
Από την τροφή στη διαχείριση: πώς χάθηκε ο έλεγχος της παραγωγής
Ο σύγχρονος αγρότης δεν ελέγχει πλέον την τύχη του προϊόντος του. Δεν καθορίζει την τιμή, δεν έχει πρόσβαση στην τελική υπεραξία, δε συμμετέχει ουσιαστικά στις αποφάσεις της αγοράς. Η ισχύς έχει μεταφερθεί στη μεταποίηση, στη συσκευασία, στην πιστοποίηση, στο λιανεμπόριο. Ο παραγωγός περιορίζεται στον ρόλο του πρώτου κρίκου μιας αλυσίδας που άλλοι ελέγχουν.
Οι συνεταιρισμοί, αντί να λειτουργούν ως όχημα συλλογικής ισχύος, απαξιώθηκαν ή μετατράπηκαν σε διαχειριστικούς μηχανισμούς. Η συλλογικότητα αντικαταστάθηκε από ατομικές στρατηγικές επιβίωσης. Και έτσι, η αγροτική κοινωνία απογυμνώθηκε από πολιτική και οικονομική δύναμη.
Μεταλλαγμένα, νέες γονιδιακές τεχνικές και το τέλος της διατροφικής κυριαρχίας
Μέσα σε αυτό το ήδη ασφυκτικό πλαίσιο αποδιάρθρωσης του πρωτογενούς τομέα, η Ευρωπαϊκή Ένωση ανοίγει ένα ακόμη εξαιρετικά επικίνδυνο κεφάλαιο: την απορρύθμιση των γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών μέσω των λεγόμενων Νέων Γονιδιακών Τεχνικών (NGTs). Πίσω από την αθώα γλωσσική μετάλλαξη κρύβεται μια βαθιά πολιτική επιλογή: η παράδοση της τροφής, της γης και του σπόρου στα χέρια των πολυεθνικών.
Η πρόσφατη συμφωνία Κομισιόν-Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου οδηγεί στην ουσιαστική κατάργηση βασικών δικλίδων ασφαλείας: αξιολόγηση κινδύνου, σήμανση, ιχνηλασιμότητα, υποχρεωτικά μέτρα συνύπαρξης. Ο καταναλωτής δε θα γνωρίζει τι τρώει. Ο αγρότης δε θα γνωρίζει αν ο σπόρος του επιμολύνθηκε. Και ο βιολογικός τομέας αφήνεται ουσιαστικά ακάλυπτος.
Το επιχείρημα είναι γνωστό και επαναλαμβανόμενο: «καινοτομία», «κλιματική ανθεκτικότητα», «απάντηση στην ξηρασία». Το ίδιο αφήγημα είχε χρησιμοποιηθεί και για την πρώτη γενιά μεταλλαγμένων, που υποτίθεται θα έλυνε το πρόβλημα της παγκόσμιας πείνας. Δεν το έκανε. Αντίθετα, δημιούργησε μονοπώλια σπόρων, πατέντες ζωής και αγρότες ομήρους νομικών και οικονομικών δεσμεύσεων.
Για χώρες όπως η Ελλάδα – και ιδιαίτερα για περιοχές όπως η Κρήτη – η επιλογή αυτή είναι υπαρξιακά επικίνδυνη. Η κρητική γεωργία και κτηνοτροφία βασίζονται στην ποικιλία, στη μικρή κλίμακα, στη βιοποικιλότητα, στον ντόπιο σπόρο και στη γνώση των γενεών. Η εισαγωγή καθεστώτος χωρίς σήμανση και έλεγχο δεν είναι «πρόοδος», είναι ρήξη με κάθε έννοια διατροφικής αυτονομίας.
Ακόμη σοβαρότερο: οι πατέντες. Σε ένα τοπίο όπου ο αγρότης ήδη πνίγεται στα χρέη και στις εξαρτήσεις, η πιθανότητα να βρεθεί κατηγορούμενος επειδή ο αγρός του “μόλυνε” γειτονική πατενταρισμένη καλλιέργεια είναι ο απόλυτος εφιάλτης. Η γη παύει να είναι παραγωγικός χώρος και μετατρέπεται σε νομικό ναρκοπέδιο.
Η απορρύθμιση των ΝΓΤ δεν είναι τεχνικό ζήτημα. Είναι το τελικό στάδιο της αποταυτοποίησης της τροφής. Όταν ο σπόρος δεν ανήκει στον παραγωγό, όταν η πληροφορία κρύβεται από τον καταναλωτή, όταν η επιστήμη υποκαθίσταται από εταιρικά δελτία Τύπου, τότε δε μιλάμε για αγροτική πολιτική. Μιλάμε για απώλεια κυριαρχίας.
Κρήτη: παραγωγική ταυτότητα υπό εκποίηση
Η Κρήτη αποτελεί εμβληματικό παράδειγμα αυτής της μετάβασης. Ένας τόπος με ισχυρή κτηνοτροφική παράδοση, με ελαιώνες, με τοπικές ποικιλίες, με πολιτισμό τροφής και διατροφική αυτάρκεια, μετατρέπεται σταδιακά σε πεδίο επενδυτικής μετάλλαξης.
Γη υψηλής παραγωγικότητας περνά σε Real Estate. Ελαιώνες πιέζονται από οικιστικές αναπτύξεις. Φωτοβολταϊκά απλώνονται σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Ανεμογεννήτριες καταλαμβάνουν ορεινούς βοσκότοπους. Όχι ως συμπληρωματικές χρήσεις, αλλά ως κυρίαρχες.
Η κτηνοτροφία – ιδίως η αιγοπροβατοτροφία – συμπιέζεται ασφυκτικά: από το κόστος ζωοτροφών, από την απώλεια βοσκής, από τη γραφειοκρατία, από τις καθυστερήσεις πληρωμών. Το μήνυμα είναι σαφές: ο κτηνοτρόφος δε χωρά στο νέο αναπτυξιακό αφήγημα. Το μόνο που χωράει είναι οι “κομπιναδόροι”, ημέτεροι και κολλητοί και οι κάθε λογής μούφες ειδικών καθεστώτων, των ΟΠΕΚΕΠΕδων…
Ενέργεια αντί τροφής: ένα στρατηγικό αδιέξοδο
Η ενεργειακή μετάβαση, όπως υλοποιείται, δεν είναι ουδέτερη. Όταν η παραγωγή ενέργειας ανταγωνίζεται ευθέως την παραγωγή τροφής για τη γη, τότε δημιουργείται ένα στρατηγικό αδιέξοδο. Το κράτος επιδοτεί τη μετατροπή της αγροτικής γης σε ενεργειακό πεδίο, ενώ αφήνει την τροφή εκτεθειμένη στις διεθνείς αγορές.
Σε περιόδους κρίσης, αυτό δεν είναι θεωρητική συζήτηση. Είναι ζήτημα επιβίωσης.
Χρέη, καθυστερήσεις και άτυπη στάση πληρωμών
Η οικονομική ασφυξία των αγροτών είναι δομική. Καθυστερήσεις πληρωμών, προεξοφλήσεις, χρέη προς προμηθευτές, αδυναμία πρόσβασης σε ρευστότητα. Η ύπαιθρος λειτουργεί επί πιστώσει. Και όταν το σύστημα μπλοκάρει, το μπλόκο βγαίνει στον δρόμο. “Ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να εκραγεί” είναι τα χρέη των αγροτών. Ήδη οι πανελλήνιοι σύλλογοι προμηθευτών αγροτικών εφοδίων, γεωπόνων και εργαζομένων στον κλάδο, μαζί με τον πανελλήνιο σύλλογο φυτοπροστασίας, τον σύνδεσμο επιχειρήσεων πολλαπλασιαστικού υλικού και τον σύνδεσμο παραγωγών και εμπόρων λιπασμάτων, με επιστολή τους στην κυβέρνηση περιγράφουν μία κατάσταση πρωτοφανή για τα δεδομένα του πρωτογενούς τομέα στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Όπως προκύπτει, το μεγαλύτερο μέρος του ετήσιου τζίρου 1 δισ. ευρώ γεωργικών εφοδίων είναι χρέη των αγροτών που προμηθεύονται επί πιστώσει λόγω έλλειψης ρευστότητας στην αγορά εξαιτίας της καθυστέρησης καταβολής επιδοτήσεων και αποζημιώσεων.
Οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι μας είναι απογοητευμένοι, θυμωμένοι και, το χειρότερο απ’ όλα, δεν έχουν ελπίδα και όραμα για το αύριο, με τους περισσότερους απ’ αυτούς να χρωστούν μεγάλα ποσά χρημάτων στα γεωπονικά καταστήματα, έναντι των γεωργικών εφοδίων που έχουν ήδη χρησιμοποιήσει.
Κυριαρχία- τροφή- γη- εξάρτηση: ο πυρήνας του προβλήματος
Χώρα που δεν παράγει επαρκή τροφή είναι χώρα εξαρτημένη. Χώρα που εκχωρεί τη γη της χάνει τον έλεγχο του μέλλοντός της. Χώρα που αντιμετωπίζει τον αγρότη ως “κόστος” και όχι ως στρατηγικό εταίρο, υπονομεύει την ίδια της την υπόσταση. Η διατροφική επάρκεια δεν είναι αναχρονισμός. Είναι εθνική ασφάλεια.
Γιατί τα μπλόκα είναι δίκαια και αναγκαία
Οι αγρότες δε ζητούν προνόμια. Ζητούν να μην εξαφανιστούν. Ζητούν στρατηγική, όχι επικοινωνία. Ζητούν να παραμείνουν στη γη τους και να συνεχίσουν να παράγουν τροφή.
Χωρίς αγρότες, δεν υπάρχει ύπαιθρος. Χωρίς ύπαιθρο, δεν υπάρχει χώρα.
Αν το πολιτικό σύστημα συνεχίσει να αγνοεί αυτό το μήνυμα, τότε τα μπλόκα δε θα είναι το τέλος. Θα είναι η αρχή.
Γιατί μια χώρα που δεν ελέγχει τη γη και την τροφή της, δεν ελέγχει τίποτα.