Του Φαήλου Μ. Κρανιδιώτη*
Η πιο δυναμική περίοδος του Ελληνισμού στον 20ό αιώνα ήταν από το 1909 ως το 1922.
Η Επανάσταση στο Γουδί και η κλήση του Βενιζέλου από την Κρήτη για να αναλάβει τα ηνία του Έθνους οδήγησαν στον εκσυγχρονισμό του κράτους και στην αναδιοργάνωση και ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων.
Ο έτερος παράγοντας που οδήγησε στις νίκες των δύο Βαλκανικών Πολέμων ήταν η απόλυτη σύμπνοια μεταξύ του Πρωθυπουργού και του Βασιλιά.
Το Έθνος μπήκε στον αγώνα σύσσωμο, διπλασίασε την Ελλάδα και θα υπογραμμίσω και κάτι άλλο: δεν υπήρχε αριστερά για να υπονομεύσει τον αγώνα, να λάβει εντολές από ξένες δυνάμεις, όπως έγινε μετά το 1918, με την ίδρυση του ΣΕΚΕ, του «μπαμπά» του ΚΚΕ, που έδωσε τα ρέστα του, υπονομεύοντας με πράξεις ξεκάθαρης εσχάτης προδοσίας τον τιτάνιο εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της Μεγάλης Στρατιάς στη Μικρά Ασία.
Το Άλφα και το Ωμέγα όμως της στρατηγικής του Ελευθερίου Βενιζέλου, που οδήγησε στις νίκες των Βαλκανικών Πολέμων, ήταν οι συμμαχίες.
Η συνεννόηση με τη Σερβία του Νίκολας Πάσιτς, το Μαυροβούνιο και τη Βουλγαρία ήταν μια τεράστια πολιτική και διπλωματική επιτυχία.
Η δε Βουλγαρία υποτίμησε τις δυνατότητες του Ελληνικού Στρατού και το μαχητικό φρόνημα των στελεχών και των στρατιωτών μας, έχοντας ως προηγούμενη εμπειρία το φιάσκο του πολέμου του 1897.
Οι Βούλγαροι δέχθηκαν τη συμφωνία να κρατήσει κάθε χώρα τα εδάφη της Μακεδονίας που θα μπορέσει να απελευθερώσει από τους Τούρκους, νομίζοντας πως ο Ελληνικός Στρατός δεν είχε κάνει μεγάλα βήματα στη μαχητική του ικανότητα σε σχέση με το 1897, πως οι μονάδες μας θα «κολλούσαν» κάπου λίγο μετά τη συνοριακή γραμμή και οι Βουλγαρικές μεραρχίες θα ήταν αυτές που θα εξεδίωκαν τους Τούρκους από τη Μακεδονία και θα έμπαιναν ως απελευθερώτριες και νόμιμοι πλέον ιδιοκτήτες, αφού αυτό συμφωνήθηκε, στη Θεσσαλονίκη, στη Δράμα, στις Σέρρες, στην Κατερίνη, στη Φλώρινα, στην Έδεσσα, παντού.
Δεν γνωρίζω αν αυτό οφειλόταν σε εσφαλμένες πληροφορίες, δεν μπορεί να μη γνώριζαν για τη Γαλλική και την Αγγλική Αποστολή, για την αναδιοργάνωση του Στρατού και του Ναυτικού αντιστοίχως, για τις αγορές νέων όπλων, από τυφέκια, πολυβόλα και πυροβόλα έως πολεμικά πλοία, με πρώτο το καμάρι του Στόλου, το «Αβέρωφ».
Κυρίως υποτιμούσαν τη μαχητικότητα των ανδρών του Στρατού μας.
Δεν αντελήφθησαν πως η ντροπή του 1897 λειτούργησε καταλυτικά και ευεργετικά, δημιουργώντας μια πάνδημη απαίτηση να ξεπλυθεί η ντροπή, που ειδικά στο σώμα των Αξιωματικών έγινε ιερός όρκος.
Και ήταν μια άλλη εποχή, που και τότε οι αμοιβές των στελεχών ήταν χαμηλές, όμως ακόμη και οι οικογένειες της μικρής, αλλά αληθινής Εθνικής Αστικής Τάξης θεωρούσαν μεγάλη τιμή να στέλνουν ένα από τα παιδιά τους στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, διότι η Μεγάλη Ιδέα ήταν η εθνική ιδεολογία που διαπερνούσε όλο το Έθνος, όλες τις τάξεις, και έως τότε δεν υπήρχε αριστερά να την υπονομεύσει.
Τόσο λοιπόν οι Αξιωματικοί και οι Μόνιμοι Υπαξιωματικοί όσο και οι Στρατιώτες που διοικούσαν, κυρίως αγρότες, ποιμένες, εργάτες, ήταν σαν ένα νέο, ρωμαλέο άλογο, με αίμα που βράζει, που με δυσκολία το συγκρατεί ο αναβάτης του για να μην ορμήσει ασυγκράτητο από την αφετηρία.
Όταν λοιπόν δόθηκε το σύνθημα, η εξόρμηση του ανθού του Έθνους, καλά εξοπλισμένου, εκπαιδευμένου, με λαμπρούς και γενναίους ηγήτορες, που έδιναν το παράδειγμα, ήταν θυελλώδης.
Χωρίς αυτό το φρόνημα και χωρίς αυτές τις συμμαχίες «πολλαπλασιαστές ισχύος», η ήττα των Τούρκων και μετά των Βουλγάρων δεν θα ήταν εφικτή.
Έτσι, με το αίμα των παιδιών του, έχοντας δίπλα τους συμμάχους που έφερε κοντά μας η πολιτική δεξιοτεχνία του Βενιζέλου, το Έθνος έλαβε αυτό που συμφώνησε με τους συμμάχους αυτούς.
Μπήκαμε πρώτοι στην Κατερίνη, στη Θεσσαλονίκη και σε άλλες μακεδονικές πόλεις, και όταν οι Βούλγαροι, μετά την αρχική έκπληξη για την έκταση της νικηφόρας προέλασής μας, τόλμησαν να αμφισβητήσουν τα συμφωνηθέντα, τους νικήσαμε και αυτούς, έχοντας πλάι μας τους Σέρβους και τους Μαυροβούνιους, γιατί είχαν πεισθεί πως είχαν κοινά συμφέροντα μαζί μας.
Έχοντας λοιπόν όπλα, φρόνημα και συμμαχίες, νικήσαμε την Οθωμανική Αυτοκρατορία, απελευθερώσαμε μεγάλο μέρος των υπόδουλων αδελφών μας και μετά νικήσαμε και την υπερφίαλη Βουλγαρία, που παρίστανε την Πρωσία των Βαλκανίων.
Μακρηγόρησα στην ιστορική αναδρομή, διότι θεωρώ την Ιστορία την αληθινή πολιτική επιστήμη.
Βλέπεις, αν κάνεις αυτό, τι είναι πιθανό να συμβεί.
Είναι λοιπόν κεφαλαιώδους σημασίας οι αγορές σύγχρονων όπλων.
Μόνον όποιος δεν έχει ελληνική ψυχή δεν ένιωσε ρίγος στη θέα της Γαλανόλευκης να σηκώνεται για πρώτη φορά στον ιστό του «Κίμωνα», της νεότευκτης φρεγάτας Belhara του στόλου μας, όπως και όταν προσγειώθηκε το πρώτο Ελληνικό Rafale στην Τανάγρα.

Η μεγάλη όμως είδηση είναι η ολοένα στενότερη συμμαχία με το Ισραήλ.
Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ μαζί στη γη, μαζί στη θάλασσα, μαζί και στον αέρα, αλλάζουμε το παιχνίδι, ανατρέπονται συσχετισμοί και δημιουργούνται λαμπρές προοπτικές, όχι μόνον ασφάλειας, οικονομικής ευημερίας και για τις τρεις χώρες, αλλά και συνθήκες ισχύος, όπου, εάν υπάρξει βούληση και τόλμη, μπορούμε να εξουδετερώσουμε για πάντα την κοινή απειλή από την Τουρκία και να ανατραπούν τα τετελεσμένα της παράνομης κατοχής του 38% της Κύπρου.
*Δικηγόρος, Πρόεδρος της Νέας Δεξιάς