Ανέκτησαν το DNA πολλών ζώων το αίμα των οποίων είχαν ρουφήξει κουνούπια.
Στην κινηματογραφική επιτυχία του 1993 Τζουράσικ Παρκ οι επιστήμονες έφεραν τους δεινοσαύρους ξανά στη ζωή εξάγοντας το DNA τους από αίμα που είχαν ρουφήξει κουνούπια και είχε παγιδευτεί σε κεχριμπάρι. «Πριν από εκατό εκατομμύρια χρόνια υπήρχαν κουνούπια, όπως και σήμερα», έλεγε ο αφηγητής Τζον Χάμοντ, ο ιδιοκτήτης του πάρκου, τον οποίο υποδύθηκε ο Ρίτσαρντ Άτενμπορο. «Και όπως και σήμερα, τρέφονταν με το αίμα ζώων ακόμη και δεινοσαύρων». Ερευνητές στη Φλόριντα υποστηρίζουν ότι έκαναν κάτι παρόμοιο.
Σε διάστημα οκτώ μηνών, η ομάδα του Πανεπιστημίου της Φλόριντα ταυτοποίησε το DNA 86 διαφορετικών ειδών ζώων από αίμα που είχαν ρουφήξει δεκάδες χιλιάδες κουνούπια της Φλόριντα. «Χρησιμοποιώντας κουνούπια, καταγράψαμε σπονδυλωτά που κυμαίνονταν από τα μικρότερα βατράχια έως τα μεγαλύτερα ζώα όπως τα ελάφια και οι αγελάδες καθώς και ζώα με πολύ διαφορετικούς τρόπους ζωής: δενδρόβια, μεταναστευτικά, μόνιμα, αμφίβια, καθώς και είδη που είναι αυτόχθονα, χωροκατακτητικά ή απειλούμενα» εξήγησε σε ανακοίνωσή του ο Δρ. Λόρενς Ριβς, εντομολόγος του πανεπιστημίου.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Φλόριντα ανέλυσαν το αίμα δεκάδων χιλιάδων κουνουπιών της πολιτείας, βρίσκοντας το DNA μεγάλου μέρους της τοπικής βιοποικιλότητας. Ο στόχος δεν ήταν να επαναφέρουν εξαφανισμένα είδη, αλλά να αποτυπώσουν ένα στιγμιότυπο όλων των ζώων που ζουν μέσα και γύρω από το υγροτοπικό καταφύγιο DeLuca του πανεπιστημίου.
Το καταφύγιο είναι μια προστατευόμενη περιοχή που βρίσκεται 80 μίλια νότια του Ορλάντο και διαχειρίζεται από το πανεπιστήμιο. Για να το πετύχουν αυτό, οι επιστήμονες έπρεπε να πιάσουν κουνούπια που είχαν τραφεί καλά. Ευτυχώς, αυτά τα κουνούπια συχνά παραμένουν ακίνητα μέχρι να γεννήσουν τα αυγά τους και έτσι συλλέχθηκαν εύκολα με παγίδες αναρρόφησης.
Μόνο τα θηλυκά κουνούπια τσιμπούν επειδή χρησιμοποιούν την πρωτεΐνη του αίματος για να αναπαραχθούν. Το αίμα που ρουφούν αποθηκεύεται στην κοιλιά τους και αργότερα χρησιμοποιείται για την ανάπτυξη των αυγών τους τα οποία μερικές φορές φτάνουν τα 200 κάθε φορά.
Τα θύματα
Σε διάστημα οκτώ μηνών, ο Ριβς και οι συνεργάτες του κατάφεραν να συλλέξουν περισσότερα από 2.000 «γεύματα αίματος» από 21 είδη θηλυκών κουνουπιών. Η ανάλυση του αίματος έδειξε ότι τα κουνούπια τρέφονταν μάλλον αδιακρίτως. Φαλακροί αετοί, κογιότ, κροταλίες, ενυδρίδες, φρύνοι, χελώνες, αλιγάτορες. Δεν είχε σημασία. Κανένα είδος δεν ήταν ασφαλές. Το αίμα περιλάμβανε σχεδόν όλη τη σπονδυλωτή βιοποικιλότητα της περιοχής, σύμφωνα με τους ερευνητές. Μόνο ένα από τα μεγάλα θηλαστικά κατάφερε να ξεφύγει από το ρούφηγμα των κουνουπιών.
Ο απειλούμενος πάνθηρας της Φλόριντα, ένα από τα δύο μεγάλα αιλουροειδή της πολιτείας μαζί με τον λύγκα, δεν εντοπίστηκε μέσω του αίματος των κουνουπιών. Όμως αυτό μπορεί να θεωρηθεί επιτυχία λόγω μιας ιδιαιτερότητας, σημείωσαν οι ερευνητές. Σύμφωνα με την Υπηρεσία Προστασίας Ψαριών και Άγριας Ζωής της Φλόριντα, απομένουν μόνο περίπου 120 έως 230 ενήλικοι πάνθηρες στη φύση, νότια της λίμνης Οκιτσόμπι στη νοτιοανατολική Φλόριντα. Οι πάνθηρες μπορεί να είναι τόσο σπάνιοι ώστε να είναι δύσκολο να βρεθούν ακόμη και τα κουνούπια που τρέφονται με το αίμα τους.