Του Γιώργου Χαρβαλιά
Κάποτε ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο τελευταίος Έλληνας πρωθυπουργός της Μεταπολίτευσης που διατηρούσε σοβαρές επιφυλάξεις για το γερμανικό μοντέλο της ευρωπαϊκής ενοποίησης, είπε ότι δεν μας αξίζει να καταντήσουμε γκαρσόνια της Ευρώπης. Ο Ανδρέας γενικώς έβλεπε μακριά, αλλά δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι θα βρισκόταν ένας μελλοντικός διάδοχός του στην πρωθυπουργία που θα εκπλήρωνε αυτή την απευκταία προφητεία: να κάνει την Ελλάδα σύγχρονη αποικία μαζικού τουρισμού και τους Έλληνες σερβιτόρους, εξαρτημένους από τα πουρμπουάρ των ξένων ταξιδιωτών.
Την θλιβερή αυτή εικόνα, που αποτελεί επιτομή αποτυχίας για το «αναπτυξιακό μοντέλο Μητσοτάκη», έχω περιγράψει εκτενώς σε παλαιότερα άρθρα μου για τη μάστιγα του… «all inclusive μπατιροτουρισμού», με κίνδυνο να θεωρηθώ γραφικός και ανήμπορος να κατανοήσω το «οικονομικό θαύμα» του σύγχρονου Μωυσή. Ευτυχώς, πολύ πρόσφατα, ήρθαν τέσσερις Έλληνες πανεπιστημιακοί ερευνητές του London School of Economics για να επιβεβαιώσουν τις ανησυχίες μου, δημοσιεύοντας μελέτη που έχει τον εύγλωττο, όσο και… καταθλιπτικό, τίτλο: «Η οικονομία της καφετέριας: Διαρθρωτικός μετασχηματισμός στην Ελλάδα, στον απόηχο της λιτότητας και των μεταρρυθμίσεων».
Λάβετε υπόψη σας ότι η λέξη «μεταρρυθμίσεις» στη μελέτη των Μιχάλη Νικηφόρου, Βλάση Μισσού, Χρήστου Πιέρρου και Νικόλαου Ροδουσάκη έχει μπει (πολύ σωστά) σε εισαγωγικά. Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια δεν είχε την τύχη να δεχθεί μεταρρυθμίσεις, αλλά μια συνολική απορρύθμιση της αγοράς, με καταβαράθρωση της πρωτογενούς παραγωγής και της βιομηχανικής υποδομής, προς όφελος ενός μοντέλου «τουριστικού εποικισμού».
Οι τέσσερις ερευνητές, που δημοσιεύουν τη μελέτη τους για λογαριασμό του συντηρητικών κατευθύνσεων Hellenic Observatory του LCE, αναδεικνύουν τον τουρισμό και την εστίαση ως παράγοντες οικονομικής στασιμότητας. Η «τουριστικοποίηση» της ελληνικής οικονομίας, σε συνδυασμό με την υποβάθμιση της παραγωγικής δραστηριότητας και των δημόσιων επενδύσεων στη διάρκεια της κρίσης χρέους, αλλά και οι συνακόλουθες «μεταρρυθμίσεις» που επέβαλαν οι δανειστές οδήγησαν σε ένα στρεβλό μοντέλο ανάπτυξης, απολύτως ευάλωτο σε εξωτερικούς παράγοντες.
Η εικόνα επιδεινώθηκε δραματικά τα τελευταία χρόνια, με την αποθέωση της μονοκαλλιέργειας του τουρισμού από τις κυβερνήσεις Μητσοτάκη και την ταυτόχρονη, σχεδόν βίαιη, επιβολή ενός εισαγόμενου «πράσινου μοντέλου» ενεργειακής διαχείρισης, το οποίο τείνει να χρεοκοπήσει διεθνώς, αφού πρώτα έστειλε τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος στα ύψη.
Στην έκθεσή τους, οι τέσσερις Έλληνες επιστήμονες τεκμηριώνουν με οικονομετρικά μοντέλα τη διαπίστωση ότι το Μνημόνιο διέλυσε την ελληνική οικονομία, γυρίζοντάς την δεκαετίες πίσω. Και ότι -σε αντίθεση με τα θρυλούμενα-, η κυβέρνηση Μητσοτάκη τής έδωσε τη χαριστική βολή!
Το καταστροφικό σπιράλ ξεκινά από την απότομη μείωση της ζήτησης και των μισθών, που έφεραν οι λεγόμενες «μεταρρυθμίσεις» των δανειστών με στόχο να καταστεί η χώρα περισσότερο «ανταγωνιστική». Δυστυχώς, η «ανταγωνιστικότητα» περιορίστηκε στον εσωτερικό… ανταγωνισμό της καφετέριας, καθώς αυτή αποτέλεσε τη «φτηνή διέξοδο διασκέδασης» για τις στρατιές των ανέργων και τους λιμοκτονούντες συνταξιούχους.
Όπως αναφέρεται στη μελέτη των τεσσάρων, από το 2009, έτος έναρξης της κρίσης, η μείωση της παραγωγικότητας έφτασε το 16%, ενώ ταυτόχρονα οι πραγματικοί μισθοί, παρά τους κυβερνητικούς κομπασμούς, μειώθηκαν από 26% έως 35%. Και, ως τραγική ειρωνεία, το «ριμπάουντ» στις θέσεις απασχόλησης, για το οποίο επίσης επαίρεται και κορδώνεται ο κύριος Μητσοτάκης, έγινε στον τομέα με τη χαμηλή παραγωγικότητα που σταθερά γιγαντώνεται, δηλαδή αυτόν της φιλοξενίας και της εστίασης.
Οι Έλληνες έγιναν γκαρσόνια, όπως φοβόταν ο Ανδρέας, και μάλιστα ιδιαιτέρως κακοπληρωμένα. Πτυχιούχοι πανεπιστημίου και εργαζόμενοι υψηλής εξειδίκευσης, που έχασαν τις δουλειές τους, έχουν φτάσει να απασχολούνται ως ρεσεψιονίστ, σερβιτόροι, ακόμη και ως ντελιβεράδες. Η Ελλάδα μαζί με την Ισπανία έχει πλέον το μεγαλύτερο ποσοστό υποαπασχολούμενων αποφοίτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, αφού οι πτυχιούχοι δεν βρίσκουν δουλειές ανάλογες των προσόντων τους και φτάνουν να εργάζονται «part time» σε δύο και τρεις «δουλειές του ποδαριού», εφαρμόζοντας το περίφημο 13ωρο και βάλε…
Πέραν του χαμηλού επιπέδου παραγωγικότητας, ο υπερδιογκωμένος τομέας των καταλυμάτων και της φιλοξενίας έχει απορυθμίσει πλήρως την αγορά ακινήτων, εκτοξεύοντας τις τιμές των ενοικίων στα ύψη χάρη στην έκρηξη των βραχυχρόνιων μισθώσεων μέσα από πλατφόρμες τύπου Airbnb. To… κοκτέιλ «εκρηκτική ακρίβεια, απρόσιτα ενοίκια για τους Έλληνες, αναξιοπρεπείς πραγματικοί μισθοί, χαμηλή παραγωγικότητα και σχέσεις εργασίας που θυμίζουν λάστιχο» οδηγεί την ελληνική οικονομία σε αργό θάνατο.
Όπως επισημαίνουν οι τέσσερις Έλληνες οικονομολόγοι, στην πράξη, η Ελλάδα ζει μια ιστορική οπισθοδρόμηση, ξαναγυρνώντας στην κλίμακα των αναπτυσσόμενων χωρών. Η οικονομία της είναι πλέον δισυπόστατη: από τη μια αγωνίζεται με το παραμύθι των χρυσοφόρων start-ups, των πολυδιαφημισμένων data centers και του πράσινου ενεργειακού μοντέλου να προσεγγίσει τους τομείς τεχνολογικής και ψηφιακής καινοτομίας, αλλά, από την άλλη, εξακολουθεί να μην παράγει τίποτα! Η ανάπτυξη στηρίζεται σε τομείς χαμηλής παραγωγικότητας, που απλώς απορροφούν πλασματικά την ανεργία μέσα από τη φτηνή εργασία που παρέχει η τριτοκοσμική συμπίεση των μισθών.
Επιπλέον, όπως επισημαίνουν οι συγγραφείς της μελέτης για την «οικονομία της καφετέριας», η στρατηγικού χαρακτήρα εξάρτηση από τον τομέα της εστίασης και της φιλοξενίας είναι προβληματική, γιατί ο μαζικός τουρισμός, εκτός από έσοδα, φέρνει και προβλήματα: περιβαλλοντική υποβάθμιση, επιβάρυνση υποδομών, ασυμμετρίες στην αγορά και μίσθωση ακινήτων, εποχιακή ανεργία, ακόμη -όπως προς τιμήν τους επισημαίνουν- και πολιτισμική διάβρωση.
Ο τουρισμός -κακά τα ψέματα- δεν είναι από μόνος του τομέας που μπορεί να στηρίξει την οικονομία μιας μεσαίου μεγέθους χώρας. Είναι καλός για τις Μαλδίβες και τον Άγιο Μαυρίκιο, αλλά άκρως επισφαλής ως πυλώνας ανάπτυξης για την Ελλάδα, ιδίως αν σκεφτεί κανείς ότι πλέον εισάγουμε τέσσερις φορές τον πληθυσμό της χώρας σε ξένους επισκέπτες, πλην όμως η μέση κατά κεφαλήν δαπάνη είναι μικρότερη από αυτήν του τουρίστα στη γειτονική Αλβανία! Το διανοείστε;
Και αυτό το κατάντημα, αυτή την υποσαχάρια αθλιότητα, την αβάσταχτη υποβάθμιση της αξιοπρέπειας των εργαζομένων, που έχει οδηγήσει στη φτωχοποίηση της ελληνικής νεολαίας και την απόδρασή της στο εξωτερικό, έχουν το θράσος κάποιοι να το ονομάζουν ελληνικό «success story». Ευτυχώς που υπάρχουν ακόμη (λίγοι) ανεξάρτητοι Έλληνες πανεπιστημιακοί για να μας επαναφέρουν στη μελαγχολική πραγματικότητα…