Ενημερωτικό Portal του Ράδιο Γάμμα 94 FM, Πάτρα
 

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποκλειστικά υπεύθυνος για την επάνοδο του Τσίπρα

Του Outsider

Η αντίληψη ότι η κοινωνία «αποδέχεται» τον Αλέξη Τσίπρα δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας μυστηριώδους μεταστροφής προς τον ίδιο· αντ’ αυτού, αντανακλά ένα βαθύτερο έλλειμμα στην εφαρμογή της εξουσίας από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και την «επιτελική ομάδα» του. Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι ένα «comeback» του Τσίπρα αλά… «αυτός ή εμείς», αλλά μια διεύρυνση της απαξίωσης της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας -και ειδικά του ύφους και της μεθόδου με την οποία ασκήθηκε η εξουσία- που τελικώς ανοίγει τον δρόμο για την επανεμφάνιση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Καταρχάς, το ύφος της άσκησης της εξουσίας από τον Μητσοτάκη δεν υπήρξε απλώς «σκληρό» ή «αποστασιοποιημένο»· υπήρξε μοντέλο διακυβέρνησης που μετατόπισε την κοινωνική εμπιστοσύνη, που υπό άλλες συνθήκες θα είχε χαθεί προς τον Τσίπρα, στο πεδίο της αμφισβήτησης της ίδιας της ΝΔ. Οι πολίτες που έζησαν ή παρακολούθησαν τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη κατάλαβαν ότι αυτό που βιώνουν -εμμονή σε υψηλή συγκέντρωση εξουσίας, περιορισμός της δημοκρατικής διαβούλευσης, «επικοινωνιακές» διαχειρίσεις κρίσεων- δεν είχε καμία σχέση με τις προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν από την προηγούμενη περίοδο του Τσίπρα. Με άλλα λόγια, όσοι δεν «ξέχασαν» τον Τσίπρα το έκαναν γιατί στην πραγματικότητα δεν ξεχάστηκε η δική τους εμπειρία από το σημερινό καθεστώς.

Η κοινωνική αποδοχή του Τσίπρα, λοιπόν, δεν έρχεται επειδή τα προβλήματα ξαφνικά εξαφανίστηκαν ή επειδή η κοινωνία νοσταλγεί απολύτως τα περασμένα. Έρχεται επειδή η συγκριτική εικόνα -«όσα ζούμε τώρα»- προβάλλει ως χειρότερη. Και τότε το εκλογικό εργαλείο είναι έτοιμο: όχι τόσο για μια ενθουσιώδη επανάκαμψη, όσο για μια «διόρθωση πορείας». Σε αυτό το σημείο, η ευθύνη του Μητσοτάκη είναι καθοριστική: με τις επιλογές του, άνοιξε τον δρόμο σε μια επαναφορά της αντιπολίτευσης.

Ενδεικτικά, το σκάνδαλο παρακολούθησης που αφορά τη μαζική υποκλοπή πολιτικών, δημοσιογράφων και δημόσιων προσώπων από τις υπηρεσίες ασφαλείας – φέρει το στίγμα της κυβέρνησης υπό το όνομα Μητσοτάκη.   Ένα τέτοιο «παραδειγματικό» γεγονός δεν πλήττει απλώς το ηθικό προφίλ της εξουσίας αλλά αναγεννά τη δυσαρέσκεια και την απογοήτευση. Όταν ο κόσμος αισθάνεται πως η διακυβέρνηση δεν λειτουργεί με διαφάνεια, αξιοκρατία και σεβασμό στο δημόσιο συμφέρον, τότε αναζητεί εναλλακτικές – έστω και με επιφύλαξη.

Παράλληλα, τα δημοσκοπικά στοιχεία δείχνουν αύξηση της αποστροφής προς την υπάρχουσα διακυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του. Για μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, η κυβέρνηση της ΝΔ φαίνεται να μη συνιστά «λύση», αλλά μέρος του προβλήματος. Και όταν το σύστημα που φαινόταν αναντικατάστατο αρχίζει να ερείδεται ως εμπιστοσύνη, τότε κάθε πολιτική δύναμη που προσφέρει έστω και τη σκιά εναλλακτικής -όπως ο Τσίπρας- παίρνει χώρο.

Ακόμα πιο σημαντικό: Ο Μητσοτάκης και η επιτελική του ομάδα δεν επένδυσαν σε μια ευρεία κοινωνική συμμαχία, αλλά σε στενό κορμό ιδεολογικής και επικοινωνιακής στρατηγικής. Αυτό αποδείχθηκε εύθραυστο σε κρίσεις (οικονομικές, ενεργειακές, υγειονομικές) ή και «εξωγενείς». Κι όταν ο πολίτης «καίγεται» -μεταφορικά και κυριολεκτικά- δεν αρκούν τα επικοινωνιακά «drive» για να καλύψουν τη βασική ανάγκη: να δει ότι το κράτος είναι πραγματικά δίπλα του. Πράγμα που σε μεγάλο βαθμό δεν συνέβη, με κύρια ευθύνη του κυβερνώντος κόμματος.

Συνεπώς, η επάνοδος του Τσίπρα  -ή η δυνατότητα επανόδου – δεν είναι τόσο δικό του επίτευγμα όσο η άμεση συνέπεια της συγκυρίας που δημιουργήθηκε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Ο Μητσοτάκης «είδε» το κομμάτι του εκλογικού σώματος που ποτέ δεν θα τον ψήφιζε, να τον αποστρέφεται ενεργά. Και άφησε εκτεθειμένη τη μεσαία τάξη, τις κοινωνικές ευαισθησίες, το αίσθημα δικαίου. Αυτή η αποστασιοποίηση, αυτή η κοινωνική και πολιτική απόσταση, έγινε το έδαφος για την αύξηση της αποδοχής -έστω ως «λιγότερο άσχημη επιλογή»- προς τον Τσίπρα.

Τελικά, η πολιτική είναι πάντα ζυγαριά. Όταν ο ένας δεν κρατάει το βάρος της εμπιστοσύνης, η άλλη πλευρά παίρνει πλεονέκτημα – όχι επειδή είναι τέλεια, αλλά επειδή δεν είναι εκείνος. Σε αυτή τη ζυγαριά, ο Μητσοτάκης δεν πέτυχε να κρατήσει την κοινωνική αποδοχή που διεκδικούσε· και έτσι, έχοντας ρίξει το ίδιο του το εκλογικό εργαλείο, άνοιξε τον δρόμο για την επάνοδο του Τσίπρα.

Συμπέρασμα: Η ευθύνη είναι καθαρά της κυβέρνησης της ΝΔ και προσωπικά του Κυριάκου Μητσοτάκη – όχι διότι ο Τσίπρας ήταν αιφνιδιαστικός ή ακαταμάχητος, αλλά διότι η αποτυχία του άλλου έκανε τη στιγμή του Τσίπρα ξανά ρεαλιστική. Αν το επόμενο πολιτικό επεισόδιο στη χώρα θέλει να εκκινήσει με «νέο αφήγημα», η αρχή θα έπρεπε να είναι η αυτοκριτική εκ μέρους της ΝΔ.

Μοιραστείτε το άρθρο
Χωρίς σχόλια

Αφήστε ένα σχόλιο