Στο αεροδρόμιο του Πόρτλαντ, ένας άνδρας γύρω στα σαράντα ζητά ένα απλό εισιτήριο μονής διαδρομής. Πληρώνει με μετρητά, δίνει το όνομα “Dan Cooper”, και χαμογελά ευγενικά στην υπάλληλο. Κανείς δεν γνωρίζει πως αυτή η στιγμή θα γίνει το πρώτο κεφάλαιο μιας από τις πιο μυστηριώδεις υποθέσεις της αμερικανικής ιστορίας.
Το ημερολόγιο γράφει 6 Νοεμβρίου 1971. Το εισιτήριο γράφει Northwest Orient, Πτήση 305, Πόρτλαντ – Σιάτλ, για τις 24 Νοεμβρίου. Τίποτα δεν προδίδει ότι ο κάτοχός του ετοιμάζει το τέλειο έγκλημα χωρίς ίχνος.
Δεκαοκτώ μέρες αργότερα, ο ίδιος άνδρας επιβιβάζεται στην πτήση 305. Στο κάθισμα 18C, φορά γκρι κοστούμι, μαύρη γραβάτα και λευκό πουκάμισο. Παραγγέλνει ουίσκι με σόδα και δείχνει στη συνοδό πτήσης ένα σημείωμα: «Έχω βόμβα. Θέλω 200.000 δολάρια και τέσσερα αλεξίπτωτα». Η φωνή του είναι σταθερή. Δεν απειλεί, δεν φωνάζει.

Η διαπραγμάτευση
Οι πιλότοι ειδοποιούν τον πύργο ελέγχου. Το FBI κινητοποιείται, αλλά ο κύριος Cooper παραμένει ήρεμος. Πίνει το ουίσκι του, καπνίζει Raleigh και συζητά για τον καιρό.
Το άλμα
Κάπου πάνω από την οροσειρά Cascade, μέσα στη νύχτα και τη βροχή, ο Cooper ζητά να κατεβεί το αεροσκάφος στα 3.000 μέτρα και να ανοίξει η πίσω ράμπα.
Στις 8:13 μ.μ., ένα λαμπάκι στο πιλοτήριο ανάβει: η πίσω πόρτα άνοιξε.
Κανείς δεν τον βλέπει ξανά. Ο άνθρωπος με το μαύρο κοστούμι και τη γραβάτα εξαφανίζεται κυριολεκτικά στον αέρα.

Το κυνηγητό
Το FBI ξεκινά την πιο εκτεταμένη έρευνα στην έως τότε ιστορία του. Βρίσκει δεκάδες υπόπτους, ψευδώνυμα, θεωρίες: από πρώην πιλότους μέχρι βετεράνους του Βιετνάμ.
Καμία ταυτοποίηση δεν αποδεικνύεται πειστική.
Το 1980, ένα αγόρι βρίσκει τρία σαπισμένα πακέτα μετρητών στις όχθες του ποταμού Columbia — ίδια σειριακή αρίθμηση με τα λύτρα.
Είναι το μοναδικό απτό ίχνος.
Ο θρύλος γεννιέται
Ο D.B. Cooper μετατρέπεται σε αστικό μύθο. Ταινίες, τραγούδια, graphic novels και podcasts προσπαθούν να λύσουν το αίνιγμα: πέθανε στο άλμα ή δραπέτευσε και έζησε κρυμμένος;
Το 2016, το FBI κλείνει επίσημα τον φάκελο, δηλώνοντας ότι «ο άνθρωπος που πήδηξε στο σκοτάδι» παραμένει άγνωστος.
Κανένα πτώμα, κανένα αλεξίπτωτο, καμία απόδειξη. Μόνο η υπόσχεση μιας τέλειας εξαφάνισης.
Μύθος στην εποχή του κυβερνοεγκλήματος
Περισσότερα από 50 χρόνια μετά, η υπόθεση ξαναζωντανεύει. Τα αδέλφια McCoy βγήκαν δημόσια και υποστήριξαν ότι ο πατέρας τους, Richard McCoy, ήταν ο πραγματικός D.B. Cooper.
Όπως είπαν κράτησαν το μυστικό ώσπου να πεθάνει η μητέρα, φοβούμενοι ότι θα μπορούσε να κατηγορηθεί και εκείνη. Κατάλαβαν τι έχει συμβεί όταν βρήκαν σε αποθήκη ένα αλεξίπτωτο «μοναδικό στον κόσμο», πανομοιότυπο με εκείνο που είχε προετοιμάσει ο ειδικός Earl Cossey για τον Cooper.
Η ομοσπονδιακή υπηρεσία, αν και έχει κλείσει επίσημα τον φάκελο από το 2016, επικοινώνησε με την οικογένεια, πήρε δείγματα DNA και εξετάζει νέα στοιχεία. Επισήμως όμως το μυστήριο του D.B. Cooper παραμένει άλυτο.
Σήμερα η ιδέα ότι κάποιος μπορεί να «εξαφανιστεί» μοιάζει αδύνατη. GPS, κάμερες, ψηφιακά ίχνη — κανείς δεν χάνεται πια. Κι όμως, ένας άνθρωπος μπήκε στο σύστημα στις 6 Νοεμβρίου 1971…μόνο και μόνο για να αποδείξει ότι μπορεί να το εγκαταλείψει.