Η πολυμερής συνάντηση του Σαρμ ελ Σέιχ στην οποία υπεγράφη διακήρυξη υποστήριξης της κατάπαυσης του πυρός στη Λωρίδα της Γάζας είχε μία μεγάλη ιδιαιτερότητα: δεν συμπεριλάμβανε τους κατεξοχήν πρωταγωνιστές της εν λόγω σύγκρουσης, ήτοι το Ισραήλ και τις παλαιστινιακές ένοπλες οργανώσεις, μεταξύ των οποίων δεσπόζει η Χαμάς.
Για την παρουσία του Ισραηλινού πρωθυπουργού, ειδικότερα, ασκήθηκε ενός είδους βέτο από ορισμένους συμμετέχοντες, προεξάρχοντος του Τούρκου προέδρου, το αεροσκάφος του οποίου έκανε κύκλους πάνω από την Ερυθρά Θάλασσα, μέχρι να επιβεβαιωθεί ότι ο Ταγίπ Ερντογάν δεν επρόκειτο να έχει κάποιο δυσάρεστο συναπάντημα με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου. Το ότι ούτε οι μεσολαβήσαντες για την κατάπαυση του πυρός και φερόμενοι ως εγγυητές της εφεξής δεν επιθυμούν να βρίσκονται στο ίδιο φωτογραφικό κάδρο με την ηγεσία του εβραϊκού κράτους είναι χαρακτηριστικό – ασχέτως του πραγματικού επιπέδου συνεργασίας που διακριτικά διατηρούν με αυτό.
Ο παλαιστινιακός λαός, πάλι, εκπροσωπήθηκε τρόπον τινά, από τον 89χρονο (και χωρίς ανανεωμένη λαϊκή εντολή εδώ και αρκετά χρόνια) πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής, τον εδρεύοντα στην Δυτική Όχθη του Ιορδάνη Μαχμούντ Αμπάς. Τη συμπερίληψη του τελευταίου (ως φαίνεται, διόλου δεδομένη εξαρχής) ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν χαρακτήρισε ως το “το επίτευγμα της ημέρας”, διότι, όπως είπε, είναι απαραίτητη η προάσπιση της προοπτικής μιας “λύσης των δυο κρατών” στο Μεσανατολικό.
Αλλά “λύση δύο κρατών” δεν πρόκειται να υπάρξει δίχως ένα δεσμευτικό πλαίσιο που να στηρίζεται στο κεκτημένο των ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών. Αντιθέτως, το “σχέδιο Τραμπ” αποτελεί μια ευφάνταστη νέα εκδοχή της πάγιας κοινής στρατηγικής ΗΠΑ και Ισραήλ: να μην υπάρξει πραγματική διεθνοποίηση του ζητήματος και να ωθείται διαρκώς προς το μέλλον η οριστική επίλυσή του.
Την ειρωνεία του πράγματος καθιστά εντονότερη η δήλωση του Ντόναλντ Τραμπ εν πτήσει προς το Ισραήλ ότι η κυβέρνησή του επέτρεψε να συνεχίσουν προσωρινά να δρουν μαχητές της (προς “εκρίζωση”!) Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας, ώστε να διατηρήσουν την τάξη.
Προς τι τότε το “σχέδιο Τραμπ” και η μεσανατολική περιοδεία-αστραπή του Αμερικανού προς υποστήριξή του;
Πέρα από τον προφανή ψυχαναγκασμό του να αυτοδοξάζεται, ο ένοικος του Λευκού Οίκου στη μεν Ιερουσαλήμ θέλησε να προβάλλει ως κοινό θρίαμβο την παύση και ισραηλινή αναδίπλωση που ο ίδιος επέβαλε, κάνοντας σε αντάλλαγμα και λόμπινγκ υπέρ της απαλλαγής του Νετανιάχου από τις δικαστικές περιπέτειές του, στο δε Σαρμ ελ Σέιχ να αναθερμάνει (μετά την ισραηλινή επιδρομή στο Κατάρ) τις σχέσεις του με τις φίλιες μουσουλμανικές δυνάμεις, αναγορεύοντάς τες σε οιονεί συνδιαχειριστές του παλαιστινιακού ζητήματος. Ταυτοχρόνως δε να ανακόψει τον συρμό αναγνωρίσεων παλαιστινιακού κράτους από δυτικές δυνάμεις και να αντιστρέψει, ει δυνατόν, τον στιγματισμό του Ισραήλ στα μάτια της διεθνούς κοινής γνώμης, αλλά και διεθνών θεσμών που το κατηγορούν για γενοκτονία. Κοινώς, να προφυλάξει το εβραϊκό κράτος από τον ίδιο τον εαυτό του, εφόσον ξεπέρασε κάποια όρια, την ίδια ώρα που θα διατηρεί τον έλεγχο του 53% του εδάφους της Γάζας.
Πάντως, οι εκατοντάδες των δισεκατομμυρίων που απαιτούνται για την απομάκρυνση εκατομμυρίων τόνων συντριμμιών (και των χιλιάδων νεκρών που κρύβουν), την συντήρηση των δύο εκατομμυρίων εν πολλοίς άστεγων κατοίκων της Λωρίδας της Γάζας και την ανοικοδόμηση της περιοχής δεν συνιστούν ένα περιβάλλον “επιχειρηματικής επιστοσύνης”, το οποίο θα έθελγε ακόμη και τις πετρελαιοπαραγωγούς αραβικές μοναρχίες.
Το πραγματικά νέο στοιχείο είναι η συνυπογραφή της διακήρυξης του Σαρμ ελ Σέιχ από τον Ταγίπ Ερντογάν, στον οποίο άλλωστε ο Τραμπ επενδύει κατά δήλωσή του πολλές προσδοκίες για ανάληψη καταλυτικού ρόλου και στην ουκρανική κρίση. Ένα άλλο αξιοσημείωτο νέο στοιχείο είναι η πρόσκληση συμμετοχής η οποία απευθύνθηκε στο Ιράν – και δεν έγινε αποδεκτή, λόγω του πρόσφατου “Πολέμου των Δώδεκα Ημερών”. Εάν όντως ο Τραμπ έχει κατά νου ένα άνοιγμα των διαύλων με την Τεχεράνη, η αισιοδοξία του ως προς τον οριστικό χαρακτήρα της εκτόνωσης των εντάσεων ίσως είναι περισσότερο δικαιολογημένη. Όμως η πιθανότερη εκδοχή είναι ότι πρόκειται για διπλωματικό αντιπερισπασμό ενόψει περισσότερο επιθετικών επιλογών. Άλλωστε και στις παραμονές του “Πολέμου των Δώδεκα Ημερών” οι ΗΠΑ βρέθηκαν να συνομιλούν με την ιρανική πλευρά, ο δε Τραμπ είχε πραγματοποιήσει άλλη μία “θριαμβευτική” περιοδεία στη Μέση Ανατολή.
Πριν από 34 χρόνια η πολύ καλύτερα προετοιμασμένη Διάσκεψη της Μαδρίτης υποτίθεται ότι δρομολόγησε την επίλυση του Παλαιστινιακού προβλήματος. Ωστόσο, τους πενιχρούς καρπούς της τους βλέπουμε όλοι, ενώ ο τότε ηγέτης των ΗΠΑ ο οποίος πίεσε το Ισραήλ για την αποδοχή της, ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος, απέμεινε (για λόγους που σχετίζονται και με τη μεσανατολική πολιτική του) πρόεδρος της μίας θητείας, αφήνοντας ένα σκληρό δίδαγμα για όλους τους διαδόχους του. Το πολιτικό θέατρο του Σαρμ ελ Σέιχ δεν θα χρειασθεί καν αντίστοιχο βάθος χρόνου για να κριθεί.