Νέα δεδομένα και ενδεχομένως ανατροπές στο υφιστάμενο πολιτικό σκηνικό πυροδοτεί η προαναγγελία νέου κόμματος «σε δόσεις» από τον Αλέξη Τσίπρα, καθώς μάλιστα υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι δεν θα καθυστερήσει ανάλογη πρωτοβουλία από τον Αντώνη Σαμαρά, ενώ δεν μπορεί να αγνοηθεί ούτε η παράμετρος Καρυστιανού. Η ολική επαναφορά του Αλ. Τσίπρα εκ των πραγμάτων εισάγει δύο πρόσθετες μεταβλητές στην πορεία προς τις προσεχείς κάλπες:
Επιτείνει την πολυδιάσπαση του πολιτικού συστήματος, καθώς μάλιστα προεξοφλείται πως ο σχηματισμός του οποίου θα ηγηθεί ο πρώην πρωθυπουργός θα προσεγγίσει ή θα υπερβεί το διψήφιο ποσοστό και θα εισέλθει με άνεση στην επόμενη Βουλή.
Μεταβάλλει τους συσχετισμούς στην αρένα της Κεντροαριστεράς, παρότι μένει να αποδειχθεί εάν μπορεί να αποτελέσει τον καταλύτη για ένα big bang που θα επιτρέψει στον χώρο να επανακάμψει με όρους πολιτικής ηγεμονίας, όπως έχουν επιτύχει η Ν.Δ. και ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την τελευταία εξαετία.
Σε κάθε περίπτωση, η παραίτηση Τσίπρα από τη Βουλή, που επί της ουσίας σηματοδοτεί την επιστροφή του σε πρωταγωνιστικό ρόλο στην ενεργό πολιτική, «αγγίζει» –και βραχυπρόθεσμα– σχεδόν το σύνολο του πολιτικού φάσματος.
Η δεύτερη θέση – Με την επιστροφή Τσίπρα, το ΠΑΣΟΚ, αντί να έχει το βλέμμα στραμμένο προς τη διεκδίκηση της πρώτης θέσης, ενδέχεται να κληθεί να δώσει μάχη –κατά πολλούς μάλιστα αβέβαιη– για τη δεύτερη.
Η Νέα Δημοκρατία είναι προφανές πως απειλείται λιγότερο από κάθε άλλο κόμμα από εκροές ψηφοφόρων της προς τον υπό ίδρυση σχηματισμό. Ομως, όπως επισημαίνεται, με δεδομένο ότι ως οροφή του εγχειρήματος Τσίπρα στην παρούσα φάση τοποθετείται το 20% των ψηφοφόρων που βλέπουν «θετικά» ή με «ενδιαφέρον» το εγχείρημα του πρώην πρωθυπουργού –θεωρείται κρίσιμο εάν το επόμενο διάστημα το συγκεκριμένο ποσοστό θα βαίνει αυξανόμενο ή μειούμενο–, δεν μπορεί να αξιοποιήσει την παρουσία του για τη συσπείρωση της εκλογικής της βάσης.
Δεν είναι δυνατή, δηλαδή, η επανασύσταση του «αντι-ΣΥΡΙΖΑ» μετώπου που οδήγησε τη Ν.Δ. στις εκλογικές νίκες του 2019 και του 2023. Επίσης, ο Κυρ. Μητσοτάκης θα πρέπει να αναπροσαρμόσει τη στρατηγική του: θα έχει και πάλι ως αντίπαλο έναν πρώην πρωθυπουργό, επί του οποίου έχει μεν καταγάγει πολλαπλές νίκες, αλλά πλέον και ο ίδιος μεταφέρει τα βάρη της πολυετούς παραμονής στο Μέγαρο Μαξίμου.
Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε σαφώς πιο κρίσιμο σταυροδρόμι. Οι διαρροές που θα έχει προς το κόμμα Τσίπρα δεν αναμένονται μεγάλες, καθώς στην εκλογική του βάση υπάρχουν ισχυρά αντανακλαστικά εναντίον του πρώην πρωθυπουργού που οικοδομήθηκαν κατά τη μνημονιακή περίοδο. Ο σχεδιασμός του Νίκου Ανδρουλάκη όμως να εδραιωθεί στον χώρο του Κέντρου και στη συνέχεια να προσπαθήσει να κυριαρχήσει στην Κεντροαριστερά ανατρέπεται, καθώς το κόμμα του πρώην πρωθυπουργού δύσκολα δεν θα αποτελέσει ισχυρό ανάχωμα στη συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Επί της ουσίας, με την επιστροφή Τσίπρα, το ΠΑΣΟΚ, αντί να έχει το βλέμμα στραμμένο προς τη διεκδίκηση της πρώτης θέσης, ενδέχεται να κληθεί να δώσει μάχη –κατά πολλούς μάλιστα αβέβαιη– για τη δεύτερη, με στάσιμα τα ποσοστά του και πιθανό, ως εκ τούτου, έναν νέο κύκλο εσωστρέφειας στη Χαριλάου Τρικούπη.
Δεσμοί με τη βάση – Με δεδομένους τους δεσμούς μεγάλης μερίδας της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Αριστεράς με τον πρώην πρωθυπουργό, θεωρείται σχεδόν βέβαιη η περαιτέρω υποχώρησή τους στις δημοσκοπήσεις.
Μεγάλοι χαμένοι των εξελίξεων είναι βεβαίως ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Αριστερά με την παρούσα μορφή και σύνθεσή τους. Οι όποιοι σχεδιασμοί για συντονισμό και εκλογική σύμπραξη των δύο σχηματισμών μπαίνουν στο «χρονοντούλαπο της Ιστορίας», καθώς στελέχη και από τα δύο κόμματα τελούν πλέον εν αναμονή πιθανού προσκλητηρίου από τον Τσίπρα, παρότι πληροφορίες αναφέρουν πως στο ορατό μέλλον ο πρώην πρωθυπουργός δεν θα απευθυνθεί σε εν ενεργεία βουλευτές.
Το υπό ίδρυση κόμμα μπορεί να οδηγήσει, επίσης, σε απομείωση των δυνάμεων της Πλεύσης Ελευθερίας. Σημαντική μερίδα δυνητικών ψηφοφόρων της Ζωής Κωνσταντοπούλου εμφανίζεται να βλέπει θετικά το εγχείρημα του Αλ. Τσίπρα, ενώ πολλοί εκτιμούν πως ο πρώην πρωθυπουργός θα έχει λόγω πολιτικών χαρακτηριστικών διείσδυση στα νεανικά κοινά –που δεν βίωσαν με ένταση την τρικυμιώδη περίοδο 2015-19–, τα οποία αποτελούσαν τον τελευταίο χρόνο προνομιακό χώρο για την Πλεύση Ελευθερίας.
Τέλος, η πολυδιάσπαση του πολιτικού σκηνικού και το ενδεχόμενο η επόμενη Βουλή να είναι ακόμη και δεκακομματική κατά ορισμένους μπορούν να επαναφέρουν στο προσκήνιο το ζήτημα της αλλαγής του εκλογικού νόμου. Ο Κυρ. Μητσοτάκης εμφανιζόταν έως τώρα πλήρως αρνητικός στο ενδεχόμενο μεταβολής των «όρων του παιχνιδιού», αλλά οι πολλαπλές αναφορές του στην ανάγκη πολιτικής σταθερότητας κατά την ομιλία του, την περασμένη Τρίτη, στον ΣΕΒ, κατά ορισμένους ίσως αποτελούν ένδειξη στροφής σε διαφορετική κατεύθυνση.