Ενημερωτικό Portal του Ράδιο Γάμμα 94 FM, Πάτρα
 

Περί βλάβης γενικώς

Γράφει ο Χρήστος Μπολώσης

«Τα περασμένα ωραία χρόνια», είναι η μόνιμη επωδός που ακούμε από όσους τα κεριά της τούρτας των γενεθλίων τους, είναι πιο βαριά από την ίδια την τούρτα.

Είναι όμως έτσι; Τα περασμένα χρόνια ήταν πράγματι και ωραία;

Όλοι έχουμε βρεθεί στην κατάσταση αναμονής στη σχετική αίθουσα ενός νοσοκομείου ή ενός ιατρείου. Άλλες φορές περιμένοντας τα ευχάριστα νέα και άλλες, τα όχι και τα απολύτως ευχάριστα.

Όλες τις φορές όμως κρεμόμαστε από τα χείλη του γιατρού «επί τη εμφανίσει» του. Ακόμα και οι καθαρίστριες νομίζουμε ότι κάτι ξέρουνε.

Κάτι σχεδόν ανάλογο, συμβαίνει και όταν πας το αυτοκίνητό σου στην αντιπροσωπεία για προγραμματισμένο σέρβις ή για κάποια έκτακτη βλάβη.

Παλιά, τα σέρβις δεν τα πολυξέραμε και το όχημα πήγαινε στο συνεργείο της γειτονιάς όταν ξέμενε αμίλητο κι ακούνητο και με κάποιο τρόπο έφθανε στο συνεργείο του κυρ Γιώργη. Η οδική βοήθεια δεν είχε ακόμα ανακαλυφθεί και η μεταφορά γινόταν, συνήθως, με τη ρυμούλκηση από το φορτηγάκι του κυρ Γιώργη.

Ήταν δε ο κυρ Γιώργης ή μάλλον ο μάστρο-Γιώργης, ένας άνθρωπος τίγκα στη λίγδα και το γράσο, που τις περισσότερες φορές, άγνωστο γιατί, φορούσε ένα επίσης κάργα λιγδιασμένο τζόκεϋ. Ήταν οι τίμιες μουτζούρες της δουλειάς, όπως είπε στον μεγαλομπακάλη Χαρίλαο Ντούκουρα (Γιάννης Ιωαννίδης) ο υπάλληλός του Κώστας (Νίκος Βασταρδής), που τον κατηγορούσαν άδικα για κλοπή, στην ταινία «Έλα στον θείο».

Εξηγούσες λοιπόν τα καθέκαστα («εκεί που πήγαινε καλά ξαφνικά μούσβησε» ή «στην ανηφόρα σκορτσάρει το άτιμο» κ.λπ.) και ο μάστρο-Γιώργης, πέφτει με τα μούτρα στη  μηχανή και αρχίζει το ψαχούλεμα. Ενίοτε συμμετείχες κι εσύ στο ψάξιμο ή μάλλον, για να το θέσω ορθότερα, ενοχλούσες τον μάστορα, είτε με τις συνεχείς ερωτήσεις σου, είτε με το να τον εμποδίζεις στις κινήσεις του.

Κάποτε η βλάβη εντοπίζεται και μπορεί να λάβεις μέρος κι εσύ στην επιδιόρθωση εκτελώντας τις εντολές του μάστρο-Γιώργη, όπως «πιάσε μου σε παρακαλώ το μυτοτσίμπιδο» ή «κράτα εδώ σφιχτά τη ντίζα μέχρι να σου πω».

Κάποτε η επισκευή τελείωνε, και ο μάστορας έκανε τον λογαριασμό στο επίσης τίγκα στη λίγδα σημειωματάριό του και ανακοίνωνε: «800 δραχμές. Δεν σου έβαλα εργατικά επειδή είσαι φίλος». Ψέματα. Και εργατικά χρέωσε και μάλιστα φουσκωμένα επειδή… «είσαι φίλος». Πλήρωνες ευχαριστημένος που γλύτωσες τα εργατικά και έφευγες. Για απόδειξη ούτε λόγος.

Τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει και επειδή ακριβώς έχουν αλλάξει, μου δόθηκε η αφορμή γι΄ αυτό το σημείωμα.

Οι μάστρο-Γιώργηδες έχουν σχεδόν εκλείψει και αν υπάρχουν είναι αρκετά διαφορετικοί.

Τώρα όλες οι επισκευές και τα σέρβις γίνονται στις αντιπροσωπείες ή σε εξουσιοδοτημένα μεγάλα συνεργεία.

Πας το αυτοκίνητό σου για επισκευή και σου λένε: «άστο –σε άψογο ενικό βέβαια– και θα σε ειδοποιήσουμε». Πάει δηλαδή η συμμετοχική σου δημοκρατία στην επισκευή.

Το ίδιο και καλύτερο συμβαίνει και με τις επίσημες αντιπροσωπίες. Εκεί το πας και το όχημα… εξαφανίζεται, ενώ εσύ περιμένεις στην Αίθουσα Αναμονής όπου ενίοτε προσφέρεται και καφές.

Και έτσι φτάσαμε στην αρχή του σημειώματός μας. Δηλαδή στην Αίθουσα Αναμονής.

Η αίθουσα αναμονής λοιπόν του συνεργείου έχει αρκετές ομοιότητες με αυτήν του γιατρού. Αγωνία μέχρι να σε εξετάσει και να σου πει ότι εκείνο το πονάκι δεν είναι κάτι ανησυχητικό μέχρι να αρχίσει τα «χρειαζόμαστε αξονική, μαγνητική, τρίπλεξ καρωτίδων, ακτινογραφία θώρακος, γενική αίματος και ούρων και βλέπουμε». Εσένα εν τω μεταξύ σου έχουν κοπεί τα πόδια, έχει ξεραθεί το στόμα σου,  τα στομάχι σου ανακατεύεται, το κεφάλι σου πάει να σπάσει και γενικώς ετοιμάζεσαι για γενική κατάρρευση. Το βλέπει αυτό ο γιατρός, ο εξαίρετος καρδιολόγος μου,  και σπεύδει να σε παρηγορήσει:

– Άκουσε, εμείς οι γιατροί  βλέπουμε τους  ανθρώπους  της ηλικίας σας, ως εξής:

α. Τους μεταξύ 80 και 85 ετών, σαν μωρά

β. Τους μεταξύ 85 με 90, σαν νήπια και

γ. Τους μεταξύ 90 με 95 στην εφηβεία.

Από το σπίτι μου έτυχα μιας τέτοιας ανατροφής, που δεν μου επέτρεψε να απαντήσω στον γιατρό…

Ενδιαφέρουν

α. Στον πρόλογο του σημειώματός μας της 16 Οκτωβρίου υπό τον τίτλο «Εσύ παππού πολέμησες στον Μακεδονικό Αγώνα;», αναφέραμε: «Η Ημέρα του Μακεδονικού Αγώνα, τιμάται κάθε χρόνο την πρώτη Κυριακή μετά τη 13η Οκτωβρίου (ημερομηνία θανάτου του Παύλου Μελά το 1904). Ψάχνοντας στο διαδίκτυο, βρήκα ένα καταπληκτικό κείμενο που είναι η επιτομή του «Μακεδονικού Αγώνα». Είναι μία συνομιλία ενός παππού με το εγγονάκι του. Ως συγγραφέας του, φέρεται ο ιατρός κ. Φώτης Μιχαήλ.

Ε λοιπόν όχι μόνο «φέρεται» ως συγγραφέας του κείμενου που ακολούθησε ο ιατρός κ. Φώτης Μιχαήλ, αλλά είναι υπαρκτό πρόσωπο και ζει και βασιλεύει, πού αλλού, στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης.

Με πολύ χαρά καλωσορίζουμε τον γιατρό στην παρέα μας, ελπίζοντας ότι εκτός από την υγεία μας θα βοηθήσει να γιατρευτούν χρόνιες ασθένειες της ιστορικής μνήμης μερικών.

β. Με αφορμή το κείμενο με τίτλο «Αστικές συγκοινωνίες της Αθήνας», ο παλιός συμμαθητής και φίλος κ. Κώστας  Δ., ζωντανεύει κάποιες σκηνές, με φόντο το Περιστέρι των αρχών της δεκαετίας του ‘60:

«Μου θύμισες πολλά με το άρθρο σου.

Εποχή της μίας λεωφόρου και ενός “κοψομούρικου” λεωφορείου. Εκτός από τα προβλήματα αραιών δρομολογίων, με οδηγό το αδελφό της μητέρας μου και τη σαρδελοποίηση των επιβατών.

Την τεράστια καθυστέρηση μέχρι να περάσει τη γέφυρα της Κολοκυνθούς, αφού οι έξοδοι προς Αθήνα ήσαν μόνο οι δύο γέφυρες, η δεύτερη του Ροσινιόλ.

Υπήρξε και ατύχημα. Το κουτσομούρικο είχε σκοτώσει ένα παιδί.

Το δεύτερο είναι το τραμ που τερμάτιζε στην Παναγίτσα στην Κολοκυνθού.

Στο πίσω μέρος που τυλιγόταν το σχοινί του τρολέ υπήρχε ένα οβάλ άνοιγμα.

Ο υποφαινόμενος έκανα τη μαγκιά μου. Πατούσα στο άνοιγμα και κρατιόμουν από εξόγκωμα που τυλιγόταν το σχοινί  και πήγαινα σε όλη τη διαδρομή μέχρι το τέρμα της Αλεξάνδρας.

Επιστροφή ή με τον ίδιο τρόπο ή με τα πόδια.

Αριστερά από την εκκλησία υπήρχε ένα μπουζουκάδικο, το Ροσινιόλ. Προς την πλευρά της όχθης υπήρχε ένας καλαμιώνας όπου κρυβόμουν και παρακολουθούσα τα “τεκταινόμενα”.

Η κοίτη του ποταμού ήταν το πεδίο έρευνας για μέταλλα που συγκέντρωνα και πουλούσα στο παλιατζή (απέναντι από το Δημοτικό του Αγ. Αντώνη) για χαρτζιλικάκι, που μεταφραζόταν σε καραμέλες τσάρλεστον ή κουρκουμπίνια.

Στα Περιβόλια πριν τη γέφυρα υπήρχε μια τεράστια μουριά, όπου ήμουν σχεδόν καθημερινά σκαρφαλωμένος την εποχή των ώριμων μούρων. Δίπλα στη μουριά υπήρχε μια στέρνα με χρυσόψαρα, δύο/τρία από αυτά στόλιζαν μια γυάλα στο σπίτι μου.

Να μην ξεχάσω και το μικρό ρέμα που διέρρεε την οδό Σμύρνης. Είχε πάντα λίγο νερό και συντηρούσε βατράχια. Όταν εκκολάπτονται οι γυρίνοι έπαιρνα αρκετούς και παρακολουθούσα τη διαδικασία της μεταμόρφωσής τους σε βατράχια.

Στη μεγάλη πλημμύρα που έγιναν (σημείωση: αναφέρεται στις μεγάλες πλημμύρες του 1961 που το Περιστέρι πλήγηκε ιδιαιτέρως, από την υπερχείλιση του Κηφισού) τεράστιες καταστροφές με πολλούς νεκρούς, συνέβησαν ένα γελοίο, μια σωτηρία ατόμου και ένα θλιβερό γεγονότα.

Ο κυρ Βασίλης, μανάβης και μεθύστακας μπήκε στη σκάφη της κυρά Μερσίνας και κωπηλατούσε προς το ξεχειλισμένο ορμητικό ρέμα. Ευτυχώς τον πρόλαβε η κυρά Μερσίνα και τον γλύτωσε από βέβαιο πνιγμό.

Όταν χαμήλωσαν τα νερά πήγα μέχρι την πλατεία. Το νερό υπερκάλυπτε βίαια τη γέφυρα. Ένας βιαστικός αποφάσισε να διακινδυνεύσει να το περάσει. Όμως τον παρέσυρε το νερό και τον στρίμωξε, το μισό σώμα μέσα στο νερό και το επάνω τμήμα έξω.

Ευτυχώς μια ομάδα ψυχωμένων νέων έκαναν ανθρώπινη αλυσίδα και τον έσωσαν. Σχεδόν συγχρόνως το νερό έφερε στα πόδια μου ένα πνιγμένο αγοράκι, που το ξαναείδα στο πίσω κάθισμα ενός περιπολικού.

Συγγνώμη που σπατάλησα τον χρόνο σου, αλλά δεν μπόρεσα να συγκρατήσω την παρόρμηση να σου τα γράψω. Καλό ξημέρωμα».

Τίποτα δεν σπατάλησες φίλε Κώστα ή μάλλον ναι. Μου ξόδεψες μερικά δάκρυα, που έφεραν η ανάμνηση αυτής της εποχής, αφού και το σπίτι μας, ευρισκόμενο στα Δυτικά των Δυτικών, είχε πλημμυρίσει τότε…

§. Όταν πηγαίναμε μαζί σχολείο που έλεγε και ο Πασχάλης και εκσφενδονίζαμε καμιά πέτρα,  η οποία αναιδώς κατέβαζε κάνα τζάμι, ο δάσκαλος ρωτούσε: «Ποιος το έκανε αυτό;» ο δράστης αναλάμβανε την ευθύνη με συνέπεια να… φάει της χρονιάς του. Τώρα, ας πούμε σε κάποιο υπουργείο  γίνεται ο κλέψας του κλέψαντος,  οι φραπέδες πάνε κι έρχονται, οι ανακρίσεις προσπαθούν να βάλουν το μαχαίρι στο κόκαλο, ο υπουργός αναλαμβάνει την ευθύνη, τιμωρείται κάνας εισηγητής β΄ και πάμε για φρέσκα. Προχθές η ΑΕΚ, διασυρθείσα, εισέπραξε δύο τεμάχια από τον ΠΑΟΚ μέσα στο γήπεδό της και ο προπονητής  ανέλαβε την ευθύνη. Και λοιπόν; Τι θα πει αυτό; Μπορεί να εξηγηθεί με απλά Ελληνικά; Φυσικά είναι αντιληπτό ότι σημαίνει «ξέρετε εγώ έκανα λάθη διότι δεν εφάρμοσα το 4-4-2 ή το 2-2-3-3 ή ο «σύστημα πλημμύρα» και μας βρήκε μπόσικους ο Κωνσταντέλιας και τα υπόλοιπα τα ξέρετε. Εν τάξει και το σφάλειν ανθρώπινο,  αρκεί οι σφαλιάρες, όταν μάλιστα είναι και σβουριχτές όπως η προχθεσινή, να πιάνουν τόπο. Διότι με δυό τρία ακόμα «αναλαμβάνω την ευθύνη» πέταξε και το πρωτάθλημα και το κύπελλο.

§. Ο δρόμος, εκτός από τη δική του ιστορία, είχε και πολύ κίνηση. Γι΄ αυτό σταμάτησα στην άκρη το αυτοκίνητο, άναψα τα «αλάρμ»  και λέω στο στεφάνι μου «πήγαινε να πάρεις κανένα ξηροκάρπι,  που ωφελεί και στον προστάτη» (νάτα και  τα προσωπικά δεδομένα). Κάτι μουρμούρισε, κάτι σαν «όλο στο φαΐ έχεις στον νου σου», αλλά πήγε και σε λίγο γύρισε μ’ ένα σακουλάκι. Στο σπίτι διαβάζω τη μικρή ταμπελίτσα και παγώνει το αίμα μου: «Αράπικο φιστίκι ελληνικό». Τρελάθηκα. Αμέσως πήγα  στο γραφείο του Παραρτήματος της ΚΙΓΕΑΚΡΟ (Κίνηση  για την Ειρήνη, τον Αφοπλισμό, κατά του Ρατσισμού και της Ομοφοβίας) που είναι στη γειτονιά μου και κατήγγειλα το γεγονός. Αμέσως ειδοποιήθηκαν καμιά δεκαριά ακτιβιστές και πάμε στο ξηροκαρπάδικο, και αρχίζουμε να το πετροβολούμε, ώσπου του κατεβάζουμε τη βιτρίνα και το κάνουμε καλοκαιρινό. Μετά, γράψαμε ένα ψήφισμα προς όλους τους φορείς και τις  συλλογικότητες, απαιτώντας τα φιστίκια να μετονομασθούν σε «μελαχρινά». Ένας-δυό που πήγαν να διαμαρτυρηθούν, τους πλακώσαμε δημοκρατικότατα στο ξύλο. Μετά, πήγαμε στο σουβλατζίδικο του Παντελή και πλακωθήκαμε στα σουβλάκια και στις μπύρες. Ε πώς! Οι αγώνες θέλουν και καλοπέραση.

§. Στην παραλία της Θεσσαλονίκης υπάρχει μία μαρμάρινη πλάκα που γράφει: «Μνήμη των μαχητών του ΕΛΑΣ, που απελευθέρωσαν τη Θεσσαλονίκη  από τα Ναζιστικά στρατεύματα κατοχής στις  30 Οκτωβρίου 1944». Συγκλονίστηκα. Δεν το ήξερα και βάλθηκα να ψάχνω να βρω ποια μάχη έγινε εκείνες τις μέρες μεταξύ ΕΛΑΣ και Ναζί, συνέπεια της οποίας ήταν η απελευθέρωση της Νύμφης του Θερμαϊκού. Δεν βρήκα κάτι. Το μόνο που βρήκα είναι ότι τα Γερμανικά στρατεύματα Κατοχής «εξεκκένωσαν», δηλαδή αποχώρησαν ήσυχα και ανεμπόδιστα, τη Θεσσαλονίκη στις 30 Οκτωβρίου. Άρα ο ΕΛΑΣ απελευθέρωσε την ήδη απελευθερωμένη Θεσσαλονίκη. Έτσι είναι όταν την ιστορία τη γράφουν κομμουνιστές δήμαρχοι, τη συντηρούν κομμουνιστές δήμαρχοι και τους το επιτρέπουν συντηρητικοί (λέμε τώρα) κυβερνώντες και συντηρητικοί (ξαναλέμε τώρα) υπουργοί εσωτερικών. Εγώ όμως να ρωτήσω κάτι και απάντηση δεν περιμένω. Γιατί ο ΕΛΑΣ δεν απελευθέρωσε τη Θεσσαλονίκη νωρίτερα και άφησε να περάσουν κοντά τέσσερα χρόνια και οι Θεσσαλονικείς, αλλά και η γύρω περιοχή, να υποφέρουν κάτω από τη μπότα του κατακτητού; Δεν μπορεί κάποιον λόγο θα είχαν. Ο σοβαρότερος πρέπει να ήταν, μάλλον το ότι περίμεναν πρώτα να φύγουν οι Γερμανοί και μετά να απελευθερώσουν τη Συμπρωτεύουσα, οπότε αξίζουν μία μαρμάρινη πλάκα.

§. Αυτή τη μεγαλοστομία θα την ακούσαμε πολλές φορές αυτές τις μέρες, με αφορμή την Εθνική μας επέτειο. Ποιο «ΟΧΙ» όμως; Πόθεν προήλθε; Υπάρχουν αρκετές εκδοχές, όμως μη επαρκώς επιστημονικώς αποδεδειγμένες. Π.χ. φύτρωσε μόνο του, σαν χαμομήλι στους αγρούς ή ξεπήδησε από το αυγό, όπως τα χαρούμενα δεινοσαυράκια, σε ταινίες φαντασίας. Η άποψη ότι το ηρωικό ΟΧΙ ήταν του Ελληνικού λαού, στέκει μεν, αφού όμως δεχθούμε τις παρακάτω προϋποθέσεις. Προφανώς τότε θα υπήρχαν  τα σάϊτ, τα τσατ και το «Χ» και μεμιάς οι (ορθώς πράττοντας) κοιμώμενοι Έλληνες εκλήθησαν, σε ένα ταχύτατο γκάλοπ, να απαντήσουν στο ερώτημα: «ΝΑΙ ή ΟΧΙ». Κάτι σαν τότε με τον Τσίπρα. Μετά τα σάϊτ, τα τσατ και το «Χ»… μπαζωθήκαν και ξαναβγήκαν στις μέρες μας. Τέλος πάντων. Και για να σοβαρευτούμε, αν μπορεί αυτό να γίνει σ’ αυτόν τον τόπο. Στο βιβλίο του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, πολιτικού κρατουμένου του καθεστώτος Μεταξά, «Τα χρόνια του Μεγάλου Πολέμου 1939-1944», διαβάζουμε: «……Λέγουν όσοι αντικρίζουν με εμπάθεια και αυτά τα ανάγλυφα γεγονότα της ιστορίας, ότι το ‘’Όχι’’ δεν το είπε Μεταξάς, ότι το είπεν  ο Ελληνικός Λαός. Ναι το είπε ο Ελληνικός Λαός, αλλά αφού το είχε ειπεί ο Μεταξάς…» Άντε τώρα να του ‘ξηγάς του Κανελλόπουλου. Και άντε και του τα ‘ξήγησες, σάμπως θα τα καταλάβει; Ζήτω το Έθνος των Ελλήνων πατριώτες.

…ή και απλώς στη Γαλλία
Μάλλον δίκιο είχε…
Α, όλα κι όλα. Βουνό το δίκιο του Διγενή
Προκήρυξη του ΚΚΕ με την οποία… εμψυχώνει τον μαχόμενο στη Βόρειο Ήπειρο Ελληνικό Στρατό!….
Μετά από λίγο ο ΕΛΑΣ… απελευθέρωσε τη Θεσσαλονίκη…
Μοιραστείτε το άρθρο
Χωρίς σχόλια

Αφήστε ένα σχόλιο