Του Θεόδωρου Α. Κουτρούκη*
Στο υπό συζήτηση εργασιακό νομοσχέδιο ξεχωρίζει η διάταξη με την οποία επιτρέπεται -υπό προϋποθέσεις- η 13ωρη ημερήσια απασχόληση για ορισμένες ημέρες τον μήνα, με τη «συναίνεση» του εργαζομένου και την τήρηση της υποχρεωτικής 11ωρης ανάπαυσης ανά 24ωρο.
Η διάταξη αυτή είναι ατυχής. Αν συνυπολογιστούν τα διαλείμματα εκτός χρόνου εργασίας και οι χρόνοι μετακίνησης από και προς τον τόπο εργασίας, η δυνατότητα να επιτευχθεί η 11ωρη ανάπαυση του εργαζομένου (ιδίως στα μεγάλα αστικά κέντρα) είναι μη ρεαλιστική. Από την άλλη πλευρά, το εγχείρημα της συναίνεσης του μισθωτού πάσχει. Ο μεμονωμένος εργαζόμενος στη συντριπτική πλειονότητα των επαγγελμάτων / ειδικοτήτων δεν διαθέτει τη διαπραγματευτική δύναμη που θα του επέτρεπε να αρνηθεί μια ανάλογη πρόταση του εργοδότη του.
Επιπλέον, η νομοθέτηση της δυνατότητας των επιχειρήσεων να απασχολούν το προσωπικό τους πέραν των 12 ωρών ημερησίως δεν θα είναι ευεργετική. Η διεύρυνση του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει σε μείωση της επαγγελματικής ικανοποίησης των απασχολουμένων, αύξηση της εργασιακής εξουθένωσης, πτώση της παραγωγικότητας, επιδείνωση της ποιότητας των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών, ακόμη και σε αύξηση του κατά μονάδα κόστους εργασίας. Επιπλέον, ενδέχεται να επιβαρύνει δυσμενώς την ισορροπία οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής, και να μειώσει τη δυνατότητα των μισθωτών να διαθέτουν επαρκή χρόνο για την επαγγελματική τους εκπαίδευση και ανάπτυξη.
Η νομοθετική εύνοια της επιμήκυνσης του ημερήσιου ωραρίου δεν θα συνδράμει, εξάλλου, την εμβάθυνση της συνεργατικής σχέσης των κοινωνικών εταίρων. Στις εξαιρετικές περιπτώσεις που σε έναν κλάδο ή χώρο παραγωγής κριθεί αναγκαία η καθιέρωσή πρόσθετων ωρών εργασίας για μια βραχυχρόνια περίοδο, αυτό θα μπορούσε να διευθετηθεί από την εργοδοτική και την εργατική πλευρά με τη χρήση του μηχανισμού των συλλογικών διαπραγματεύσεων (εφόσον το θεσμικό πλαίσιο της αγοράς εργασίας το επιτρέψει). Μια ανάλογη εξέλιξη θα καθιέρωνε κι ένα πρόσθετο κίνητρο για τους εργοδότες να συνομολογήσουν συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Με αυτόν τον τρόπο πιθανώς θα αυξανόταν ο βαθμός κάλυψης της αγοράς εργασίας από συλλογικές συμβάσεις, όπως επιτάσσει το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο.
Σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία που αναγνωρίζει σημαίνοντα ρόλο στους κοινωνικούς εταίρους θα πρέπει να αποφεύγεται ο υπερβολικός κρατικός παρεμβατισμός, ο οποίος, άλλωστε, δεν προωθεί τη βελτίωση των εργασιακών σχέσεων. Η αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας των Ελλήνων εργαζομένων πρέπει να αποτελούν ύψιστη προτεραιότητα της εργατικής πολιτικής. Σε αυτή τη στρατηγική δεν θα συμβάλει η εν λόγω διάταξη για το 13ωρο.
*Καθηγητής Εργασιακών Σχέσεων ΔΠΘ