Γιατί, παρότι είχε δηλώσει στο παρελθόν ότι αφήνει πίσω του την υποκριτική και τον κινηματογράφο, ο κορυφαίος βρετανός ηθοποιός Ντάνιελ Ντέι Λιούις ξαναβρέθηκε μπροστά στην κάμερα για τις ανάγκες της ταινίας «Ανεμώνη»
Hταν το πρόσωπο της ημέρας την Κυριακή που μας πέρασε, αλλά θα μπορούσε άραγε να γίνει διαφορετικά; Γιατί αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις επισκέφθηκε την Αθήνα για να συμμετάσχει σε προώθηση ταινίας του σε συνδυασμό με εκδήλωση φιλανθρωπικού περιεχομένου. Από εκείνη την πρώτη φορά που ήρθε για την ταινία «Το αριστερό μου πόδι» πίσω στο μακρινό 1989, η επαφή του με την Εταιρεία Προστασίας Σπαστικών «Πόρτα Ανοιχτή» και την κυρία Δάφνη Οικονόμου είναι τόσο στενή που τον έχει φέρει πάμπολλες φορές στην ελληνική πρωτεύουσα.
Ταινίες όπως οι «Συμμορίες της Νέας Υόρκης», «Λίνκολν» και «Αόρατη κλωστή» έδωσαν στον σπουδαίο βρετανό ηθοποιό ευκαρίες να κάνει στάσεις στην Αθήνα.
Και πάντα, μα πάντα, ο φιλανθρωπικός σκοπός είναι το λάβαρό του σε αυτές τις επισκέψεις, ο τρόπος με τον οποίο ένας διεθνής αστέρας με ταπεινότητα δηλώνει την ουσία πίσω από τη λάμψη των φώτων. ‘Η τη σωστή χρήση αυτής της λάμψης.
Γι’ αυτό εξάλλου ο Ντέι Λιούις είναι τόσο αγαπητός και καταφέρνει πάντα να κερδίσει το κοινό του, όπως συνέβη το βράδυ της περασμένης Κυριακής στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών όπου στο πλαίσιο του 31ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Νύχτες Πρεμιέρας της Αθήνας έγινε η πανελλήνια πρώτη της τελευταίας ταινίας του, «Ανεμώνη».
Η «D-Day»
Ιδιαίτερη στιγμή για τον Ντέι Λιούις αυτή η ταινία, καθώς είναι η πρώτη μεγάλου μήκους που σκηνοθετεί ο γιος του, Ρόναν Ντέι Λιούις. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας, πατέρας και γιος βρίσκονταν στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρεταννία και με την κυρία Οικονόμου ανάμεσά τους μοιράζονταν σκέψεις για τη ζωή, τον κινηματογράφο και το έργο της Εταιρείας Προστασίας Σπαστικών.
Βεβαίως, ο ίδιος ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις ήταν το θέμα (με εύστοχο χιούμορ η κυρία Οικονόμου αποκάλεσε την ημέρα «D-Day») – κυρίως λόγω του γεγονότος ότι μετά από επτά χρόνια σιωπής, τελικά την έσπασε και επανήλθε μπροστά στον κινηματογραφικό φακό.
«Just for the sake of it» (απλώς για χάρη του) το έθεσε με απλά λόγια ο Ντ. Ντέι Λιούις δηλώνοντας έτσι την ουσιαστική, έμπρακτη βοήθεια που ήθελε να προσφέρει στον γιο του, ο οποίος κάνει τα πρώτα δειλά βήματά του στον χώρο του σινεμά. Επτά χρόνια μετά την «Αόρατη κλωστή» και ενώ ο Ντέι Λιούις είχε δηλώσει ότι αποσύρεται, «αποφάσισα να ξαναδουλέψω για χάρη του Ρόναν, για να είμαι μαζί του. Ισως να θυμήθηκα τις εποχές που πάλευα μόνος μου να κάνω τα πρώτα μου βήματα σε αυτόν τον καλλιτεχνικό χώρο».
Γνωστός για τις πάντα εκλεκτικές εμφανίσεις του στον κινηματογράφο, ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις ξεχώρισε για πρώτη φορά στο «Αγαπημένο μου πλυντήριο» (1987) του Στίβεν Φρίαρς, κέρδισε το Οσκαρ Α’ ρόλου για το «Αριστερό μου πόδι» του Τζιμ Σέρινταν και έγινε ο αγαπημένος χιλιάδων θαυμαστριών του για τις ερμηνείες του σε εμβληματικές ταινίες όπως η «Αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι» και «Ο τελευταίος των Μοϊκανών».
Ο χαμαιλέοντας της υποκριτικής
Η σποραδικότητα στις εμφανίσεις του αρχίζει στη δεκαετία του 1990 κατά τη διάρκεια της οποίας έπαιξε σε μόλις πέντε ταινίες (ανάμεσα στις οποίες «Τα χρόνια της αθωώτητας» και «Εις το όνομα το πατρός»). Στα 68 του σήμερα, ο γιος του ποιητή και συγγραφέα Σέσιλ Ντέι Λιούις και της ηθοποιού Τζιλ Μπάλκον θεωρείται ένας από τους πιο καταξιωμενους ηθοποιούς του παγκόσμιου κινηματογράφου – για πολλούς ο καλύτερος.
Ενας εκλεκτικός χαμαιλέοντας της υποκριτικής, ο οποίος μπορεί μεν να εμφανίζεται σπανίως στη μεγάλη οθόνη, αλλά όποτε το κάνει η επιστροφή του έχει διαστάσεις γεγονότος. Και του χαρίζει Οσκαρ, όπως συνέβη το 2008 με το «Θα χυθεί αίμα» και το 2013 με τον «Λίνκολν» του Στίβεν Σπίλμπεργκ.
Στο παρελθόν ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις είχε δηλώσει ότι δεν είναι βέβαιος για το αν υπάρχει κάτι συγκεκριμένο που τον ελκύει στους ρόλους που αποφασίζει να επιλέξει. «Σίγουρα δεν σκέφτομαι έτσι όταν έρχεται η ώρα να παίξω» είπε. «Μόνον όταν χρειάζεται να μιλήσω για τη δουλειά μου – κάτι που με κάνει να αισθάνομαι ιδιαιτέρως άβολα – μου δίνεται η δυνατότητα να σκεφτώ αυτά τα ερωτήματα. Ομως την ώρα που έχω αυτόν τον ανεξήγητο πειρασμό, να ανταλλάξω τη ζωή μου με τη ζωή ενός άλλου, να παίξω, η διαδικασία γίνεται κατά τέτοιον τρόπο που δεν νιώθω την ανάγκη να αναρωτηθώ γιατί το κάνω. Νομίζω ότι όταν παίζω ρόλους αντιδρώ σε συγκεκριμένες ανάγκες που έχω τη συγκεκριμένη εποχή που παίζω. Γι’ αυτό και παίζω τόσο λίγο».
Και όπως επεσήμανε πριν από μια εβδομάδα, όταν ρωτήθηκε για την τάση του να παραμένει εντός χαρακτήρα που υποδύεται καθ’ όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων, «όταν καλείσαι να παίξεις σε έναν κόσμο που φτιάχνεις εσύ ο ίδιος μαζί με πολλούς άλλους, θα πρέπει πραγματικά να σου αρέσει που το κάνεις, ειδάλλως δεν θα έμπαινες στη διαδικασία».
Μιλώντας για την «Ανεμώνη»
Πατέρας και γιος Ντέι Λιούις συνεργάστηκαν και στη δημιουργία του σεναρίου της «Ανεμώνης», που ναι μεν έχει να κάνει με μια σχέση πατέρα – γιο, όχι όμως απαραιτήτως με αυτοβιογραφικά στοιχεία, κάτι που και οι δύο απέκλεισαν. Για την ακρίβεια, για αλλού ξεκίνησαν και αλλού κατέληξαν. «Αρχικά σκεφτήκαμε να γράψουμε κάτι μαζί – κάτι που να έχει όλα τα στοιχεία μιας μεγάλης παραγωγής. Δεν τα καταφέραμε. Κάναμε όμως κάτι διαφορετικό».
Στην «Ανεμώνη» ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις υποδύεται τον Ρέι, έναν βετεράνο του Δημοκρατικού Στρατού της Ιρλανδίας ο οποίος για κάποιον λόγο έχει αποξενωθεί από τον υπόλοιπο κόσμο ζώντας μόνος του μέσα σε ένα δάσος. Ομως έχει αφήσει πίσω του ένα παιδί, το οποίο έχει πια μεγαλώσει και αντιμετωπίζει τα δικά του σοβαρά προβλήματα. Χρειάζεται τον πατέρα του και γι’ αυτόν τον λόγο ο μεγαλύτερος αδελφός του Ρέι, ο Τζεμ (Σον Μπιν), επίσης πρώην στρατιωτικός, αποφασίζει να τον φέρει πίσω. Το τι θα μεσολαβήσει ανάμεσά τους είναι η ταινία «Ανεμώνη», την οποία θα δούμε εν καιρώ στις αίθουσες σε διανομή Tanweer.