Η σκηνή είναι γνώριμη. Ένα βίντεο, ένα προϊόν, και ο Άδωνις Γεωργιάδης — όχι πια ως παρουσιαστής μεταμεσονύχτιας τηλεπώλησης, αλλά ως υπουργός της Ελληνικής Δημοκρατίας — να εγκωμιάζει τα καλλυντικά της Δήμητρας Κατσαφάδου. Το πρόβλημα; Δεν πρόκειται για ένα στιγμιότυπο νοσταλγίας από τα παλιά. Είναι μια εικόνα του σήμερα, όπου ο υπουργός εμφανίζεται ξανά να «διαφημίζει», με ύφος γνώριμο και φρασεολογία εμπορικής καμπάνιας, προϊόντα ιδιωτικής εταιρείας.
Η κίνηση αυτή προκάλεσε την έντονη αντίδραση άλλης επιχειρηματία του κλάδου καλλυντικών, η οποία εξέφρασε δημόσια την αγανάκτησή της για την «άτυπη προώθηση» μιας ανταγωνίστριας εταιρείας από έναν εν ενεργεία υπουργό. Και όχι άδικα. Γιατί κάθε φορά που ο Άδωνις Γεωργιάδης πιάνει μικρόφωνο, φαίνεται να ξεχνά ότι δεν πουλάει πια βιβλία ή νανογιλέκα -υποτίθεται ότι υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον.
Η μανία του να «πλασάρει» ό,τι αγγίζει – είτε πρόκειται για ιδέες, είτε για ανθρώπους, είτε για προϊόντα – φαίνεται να αποτελεί εγγενές χαρακτηριστικό του. Ένας πολιτικός που δεν μπόρεσε ποτέ να αποβάλει τον τηλεπωλητή από μέσα του. Και όσο κι αν η επικοινωνιακή του ευχέρεια ενίοτε θεωρείται «πλεονέκτημα», εδώ μετατρέπεται σε πρόβλημα δημοσίου ήθους. Διότι ο υπουργικός θώκος δεν είναι τηλεοπτικό στούντιο, και το κύρος του κράτους δεν προσφέρεται για διαφημιστικά σποτ.
Η εικόνα ενός υπουργού να προωθεί συγκεκριμένα προϊόντα υπονομεύει όχι μόνο την αξιοπιστία του ιδίου, αλλά και την έννοια της ίσης μεταχείρισης στην αγορά. Όσο κι αν προσπαθεί να πείσει ότι το έκανε «αυθόρμητα», η αίσθηση που μένει είναι πως ο Άδωνις δεν μπορεί — και ίσως δεν θέλει — να αποτινάξει τον ρόλο που τον έκανε γνωστό: εκείνον του τηλεπλασιέ.