Βρισκόταν στο βόρειο ημισφαίριο του πλανήτη και η ύπαρξη του ενισχύει το σενάριο ύπαρξης ζωής εκεί.
Στοιχεία που είναι κρυμμένα σε βράχους του Άρη υποδηλώνουν ότι ο Κόκκινος Πλανήτης μπορεί κάποτε να διέθετε ένα μεγάλο ωκεανό κάτι που έχει υποδειχθεί και από προηγούμενα ευρήματα ενισχύοντας έτσι περαιτέρω τις πιθανότητες να είχαν αναπτυχθεί κάποτε στον πλανήτη συνθήκες φιλικές στην παρουσία της ζωής.
Η επιστημονική κοινότητα συμφωνεί ευρέως ότι ο Κόκκινος πλανήτης φιλοξενούσε κάποτε ποτάμια και λίμνες στις περιοχές μεγάλων κρατήρων. Έχει υποδειχθεί και η ύπαρξη ενός ωκεανού χωρίς ωστόσο να έχουν αναδειχθεί στοιχεία που να πιστοποιούν σε μεγάλο τουλάχιστον ποσοστό την παρουσία αυτού του ωκεανού.
Μια μελέτη του Πανεπιστημίου του Αρκάνσας στις ΗΠΑ παρουσιάζει νέες ισχυρές γεωλογικές ενδείξεις ότι ένας ωκεανός κάποτε κάλυπτε το βόρειο ημισφαίριο του Άρη.
«Δεν γνωρίζουμε καμία μορφή ζωής στη Γη ούτε οπουδήποτε στο Σύμπαν που να μην χρειάζεται υγρό νερό. Άρα όσο περισσότερο νερό υπήρχε στον Άρη, τόσο μεγαλύτερη θα μπορούσε να είναι και η πιθανότητα ύπαρξης ζωής» αναφέρει ο Κόρι Χιουζ υποψήφιος διδάκτορας γεωεπιστημών και κύριος συγγραφέας της μελέτης που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση «Geophysical Research Letters».
Η σύγκριση
Η ερευνητική ομάδα συνέκρινε βράχους που σχηματίστηκαν από ποτάμια στη Γη με εκείνους που έχουν παρατηρηθεί στον Άρη.
Στην ανάλυσή τους συμπεριέλαβαν ψαμμίτη από έναν αρχαίο ποταμό που κυλούσε σε μια περιοχή του βορειοδυτικού Αρκάνσας πριν από περίπου 300 εκατομμύρια χρόνια.
Ο Χιουζ είχε ήδη αφιερώσει χρόνια στη μελέτη του Άρη πριν αποφασίσει να συνεργαστεί με τον Τζον Σο ειδικό στα δέλτα ποταμών της Γης στο Πανεπιστήμιο του Αρκάνσας. Πίστευε ότι μελετώντας τα γήινα ποτάμια θα μπορούσε να κατανοήσει καλύτερα την επιφανειακή γεωλογία και την ιστορία του Άρη.
Φανταστείτε έναν φυσικό ποταμό χωρίς τεχνητά αναχώματα. Το ρεύμα του μετακινείται συνεχώς, σχηματίζοντας «καμπύλες» και «έλικες» στο τοπίο.
Τα ποτάμια μεταφέρουν ιζήματα (λάσπη, άργιλο και βράχους) που σταδιακά αναδιαμορφώνουν το περιβάλλον.
Όταν το ποτάμι πλησιάζει τη θάλασσα, το ρεύμα του επιβραδύνεται, με αποτέλεσμα τα ιζήματα να κατακάθονται και να σχηματίζουν δέλτα.
Η περιοχή όπου το ποτάμι αρχίζει να επιβραδύνεται και να στενεύει ονομάζεται πίσω ζώνη ρεύματος. Στο παράδειγμα του ποταμού Μισισιπή αυτή η ζώνη ξεκινά περίπου 370 χιλιόμετρα από τις εκβολές του.
Ο Χιούζ εντόπισε παρόμοια γεωλογικά χαρακτηριστικά σε δορυφορικές εικόνες του Άρη υποδηλώνοντας ότι αρχαία ποτάμια σχημάτιζαν δέλτα με μεγάλες πίσω ζώνες ρεύματος ένδειξη ότι εκβάλλονταν σε ωκεανό. «Πρόκειται για μια διεργασία μεγάλης κλίμακας, γι’ αυτό μπορούμε να τη δούμε ακόμα και από το Διάστημα. Αυτά είναι πολύ ώριμα δέλτα, μια ισχυρή ένδειξη ότι υπήρχε αρχαίος ωκεανός ή τουλάχιστον μια μεγάλη θάλασσα» λέει ο Χιούζ.
H «αντίστροφη τοπογραφία»
Πώς γνωρίζουν οι επιστήμονες τη μορφή ενός ποταμού που στέρεψε πριν από δισεκατομμύρια χρόνια; Καθώς ένα ποτάμι ρέει τα πιο βαριά ιζήματα κατακάθονται στον πυθμένα. Όταν το ποτάμι ξεραθεί αυτά τα ιζήματα θάβονται και με τον χρόνο μετατρέπονται σε ψαμμίτη. Στη Γη οι τεκτονικές πλάκες μπορούν να ωθήσουν αυτούς τους βράχους προς την επιφάνεια.
Η διάβρωση τότε απομακρύνει τα μαλακότερα υλικά αφήνοντας υψώματα εκεί όπου κάποτε κυλούσε το ποτάμι μια διαδικασία που λέγεται αντιστροφή τοπογραφίας. Ο Άρης όμως δεν έχει τεκτονικές πλάκες οπότε οι ανεστραμμένες ράχες του πιθανότατα σχηματίστηκαν καθώς η άμμος γύρω από τον ψαμμίτη διαβρώθηκε.
Όταν ο Χιουζ έφτασε στο πανεπιστήμιο ο Σο τον κάλεσε να επισκεφθεί τον ψαμμίτη Wedington, έναν σχηματισμό βράχου στο βορειοδυτικό Αρκάνσας.
Ανακάλυψαν ότι οι απότομοι βράχοι της περιοχής ήταν μέρος ενός παλιού ποταμού δέλτα που είχε αντιστραφεί τοπογραφικά ο μοναδικός γνωστός τέτοιος σχηματισμός στη Γη.
«Ήρθα εδώ για να μελετήσω κάτι που τελικά βρισκόταν κυριολεκτικά στην αυλή του πανεπιστημίου. Δεν υπάρχει καλύτερη λέξη για να το περιγράψει κανείς από τη “σύμπτωση”» εξηγεί ο Χιούζ.