Του Outsider
Σε καιρούς όπου το πολιτικό προσωπείο καλύπτει την ουσία, η διαγραφή του Αντώνη Σαμαρά από τη Ν.Δ. δεν είναι απλώς ένα κομματικό επεισόδιο· είναι ένα σημείο καμπής στην αντίληψη του τι σημαίνει ηγεσία και τι σημαίνει απλώς διαχείριση εξουσίας. Ο Σαμαράς αναδεικνύει με σαφήνεια τη διαφορά ανάμεσα στον ηγέτη που διεκδικεί, υποστηρίζει και αφουγκράζεται τις ανάγκες της κοινωνίας και τον διαχειριστή που υπακούει στις πολιτικές ισορροπίες, τη μετριοπάθεια και το κόστος της εξουσίας.
Πρώτα απ’ όλα, η κριτική του Σαμαρά στην εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη -ιδιαίτερα στον ρόλο του κ. Γεραπετρίτη- καταδεικνύει ότι ο ηγέτης δεν σιωπά όταν θεωρεί ότι μια στρατηγική ή μια επιλογή αντίκειται στα συμφέροντα ή την αξιοπρέπεια της χώρας. Κατά την περίοδο του Νίκου Δένδια ως υπουργού Εξωτερικών, δεν είχε εμφανιστεί αυτή η έντονη αντίθεση· ο Σαμαράς σήμερα πράττει αλλιώς. Ηγεσία σημαίνει ότι δεν φοβάσαι να διαφωνήσεις όταν πιστεύεις ότι κάτι δεν πάει καλά, ακόμη κι αν η διαφωνία αυτή φέρει πολιτικό κόστος.
Έπειτα, η θέση του για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών -και η αντίθεσή του στην επέκταση πέρα από το σύμφωνο συμβίωσης, προβλέποντας και την τεκνοθεσία- δείχνει ακλόνητη σταθερότητα σε ένα θέμα όπου η κοινωνία και τα πολιτικά κόμματα μετακινούνται. Ο διαχειριστής ενδέχεται να υποκύψει σε πίεση της κοινής γνώμης ή σε ενδοενωτική πολιτική· ο ηγέτης όμως ορίζει τις κόκκινες γραμμές, τις επισημαίνει, και προειδοποιεί. Όταν αυτές οι προειδοποιήσεις επιβεβαιώνονται, η ηγεσία εκπέμπει αξιοπιστία.
Τρίτον, σε θέματα που αγγίζουν την καθημερινότητα και την αξιοπρέπεια της πλειοψηφίας -όπως η ακρίβεια στη ζωή, το κόστος διαβίωσης, το τιμητικό και ουσιαστικό καθήκον της κυβέρνησης να προστατεύει τα πιο ευάλωτα στρώματα- ο Σαμαράς φαίνεται να κατανοεί ότι δεν αρκεί να αντιδράς· πρέπει να δείχνεις δρόμους. Αντιθέτως, η διαχείριση εις βάρος της κοινωνικής δικαιοσύνης και της επαφής με την πραγματικότητα, για χάρη συλλογής περισσότερων εσόδων μέσω ΦΠΑ χωρίς να μετράς το αποτέλεσμα στον πολίτη, δείχνει διαχειριστική λογική, όχι ηγετική.
Στη υπόθεση των Τεμπών, με το τραγικό δυστύχημα και όλα όσα ακολούθησαν -η υπόθεση της απεργίας Ρούτσι, η κραυγή ενός πατέρα που ζητούσε απλώς το αυτονόητο- ο ηγέτης δεν μένει θεατής. Ο ηγέτης απαιτεί λογοδοσία, διαφάνεια, αλλαγές· δεν απολογείται μόνο για την εικόνα της κυβέρνησης αλλά για το ακρωτηριασμένο τραύμα της κοινωνίας. Ο διαχειριστής μπορεί να αποσιωπήσει, να καλύψει, να υπεκφύγει. Ο Σαμαράς, με την κριτική του, επαναφέρει το ηθικό ζητούμενο: τι σημαίνει υπεύθυνη διακυβέρνηση.
Επιπλέον, η «σημιτοποίηση» της κυβέρνησης υπό την ηγεσία Μητσοτάκη -δηλαδή η εμφάνιση υπουργών και στελεχών με ρίζες στις κυβερνήσεις του Κώστα Σημίτη, με ιδεολογικές συγγένειες ή πρακτικές προσεγγίσεις- δημιουργεί ζωτικά αίσθηση αποξένωσης στους ψηφοφόρους της ΝΔ που αναζητούν συνεκτικότητα, συνέπεια, ιδεολογικό πυρήνα. Ο ηγέτης διαμορφώνει τα χαρακτηριστικά της παράταξής του· ο διαχειριστής αφήνει την παράταξη να διαλυθεί υπό το βάρος των συμβιβασμών και της πολιτικής ευκολίας.
Τελικά, η διαφορά ανάμεσα στον ηγέτη και τον διαχειριστή έγκειται στην τόλμη, τη σταθερότητα, την ικανότητα να βλέπεις πέρα από το επόμενο δημοσκοπικό κύμα. Κι αυτό κάνει ο Αντώνης Σαμαράς. Όχι επειδή θέλει απλώς να αποδείξει κάτι, αλλά διότι αισθάνεται ότι εκπροσωπεί μια συνείδηση πολιτικής ευθύνης.
Η διαγραφή του δεν είναι μόνο τιμωρία· είναι παραδοχή ότι η εσωκομματική ισορροπία της ΝΔ δεν αντέχει πια τη διαφωνία, τη φωνή που θυμίζει ότι η εξουσία δεν είναι αυτοσκοπός, είναι υπηρεσία. Ο ηγέτης δεν φοβάται τη διαφωνία, τη θεωρεί αναγκαία. Ο διαχειριστής την αποφεύγει ως ρήγμα στην ενότητα.
Κλείνοντας, ο Αντώνης Σαμαράς, ακόμη και αποχωρώντας -ή εξαναγκασμένος να αποχωρήσει- από τα εσωτερικά της ΝΔ, υπενθυμίζει ότι η πολιτική δεν είναι μόνο ποσοστά· είναι αρχές, είναι συνέπεια, είναι ευθύνη όταν οι περιστάσεις σε καλούν. Κι αυτός είναι ο πυρήνας της ηγεσίας, κάτι που ο διαχειριστής, όσο ικανός κι αν είναι στην πολιτική σταδιοδρομία, δεν μπορεί να καλλιεργήσει αν δεν το έχει μέσα του.