Ενημερωτικό Portal του Ράδιο Γάμμα 94 FM, Πάτρα
 

YΠΕΘΟ: Στο “μικροσκόπιο” τα “πράσινα” φορολογικά βάρη

Ήδη, εν όψει και των αποφάσεων για τη νέα προγραμματική περίοδο της ΕΕ, από το τέλος του περασμένου χρόνου έχει συσταθεί στο υπουργείο μια ειδική επιτροπή για να “σκανάρει” τις πραγματικότητες στο πεδίο και να προτείνει αλλαγές.

ενεργειακό

με τις τιμές ρεύματος και αερίου να παραμένουν ψηλά

το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών – ΥΠΕΘΟ φέρεται να “ζυγίζει” και πάλι τους “πράσινους” φόρους

Προτάσεις

Με βάση, δε, μελέτη του ΙΟΒΕ, για τη λεγόμενη “διαφορική φορολογία”, η  φορολογία, εκτός από την είσπραξη εσόδων που χρηματοδοτούν διάφορες δραστηριότητες του κράτους, αποτελεί εργαλείο για την αντιμετώπιση αρνητικών εξωτερικών επιδράσεων (negative externalities) που συνδέονται με την παραγωγή, χρήση ή κατανάλωση ορισμένων προϊόντων (π.χ. ρύπανση, εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, κίνδυνοι υγείας και συνακόλουθη επιβάρυνση δημόσιου συστήματος υγείας, κ.ά.) και την επίτευξη σχετικών επιμέρους στόχων πολιτικής, όπως η προστασία του περιβάλλοντος, η προστασία της υγείας και ο έλεγχος της δημόσιας δαπάνης υγείας.

Όπως αναφέρει το ΙΟΒΕ, οι φορολογικές δαπάνες (tax expenditures) είναι ειδικές προβλέψεις του φορολογικού κώδικα, όπως εξαιρέσεις, απαλλαγές, πιστώσεις φόρου και διαφορικοί φορολογικοί συντελεστές, οι οποίες ωφελούν συγκεκριμένες δραστηριότητες ή ομάδες φορολογούμενων. Στην ουσία επιτελούν παρόμοια λειτουργία με τις κρατικές δαπάνες, αλλά, καθώς δεν καταγράφονται στον προϋπολογισμό, στερούνται σε ορισμένες περιπτώσεις την απαιτούμενη διαφάνεια και λογοδοσία. Τα φορολογικά κίνητρα που επιδρούν μέσω των τιμών προϊόντων, εντάσσονται στις φορολογικές δαπάνες, και επηρεάζουν το αποτέλεσμα σε αγορές που χαρακτηρίζονται από εξωτερικότητες.

Μάλιστα, αναφέρει το ΙΟΒΕ, ότι η διαφορική φορολογία ομάδων υποκατάστατων προϊόντων, με στόχο την κατεύθυνση της ζήτησης σε προϊόντα με μικρότερες αρνητικές εξωτερικές επιδράσεις, αποτελεί ένα σημαντικό παράδειγμα στο πλαίσιο αυτό. Οι επιδοτήσεις αποτελούν ουσιαστικά την άλλη όψη των φόρων (αρνητικοί φόροι) και το ύψος τους καθορίζεται, τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο, όπως στην περίπτωση των φόρων.

Με βάση το ΙΟΒΕ, η χρήση διαφοροποιημένης φορολογίας για την επίτευξη περιβαλλοντικών στόχων έχει διεθνώς ένα ευρύ πεδίο εφαρμογών, οι οποίες είτε επικεντρώνονται άμεσα στον περιορισμό των εκπομπών ρύπων ή αποβλήτων, είτε αποσκοπούν στην ενίσχυση της καινοτομίας και της ανάπτυξης νέων προϊόντων, όπως στις περιπτώσεις υποστήριξης των ΑΠΕ και των ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Ενδεικτικά, στα πεδία αυτά στη μελέτη εξετάζονται οι περιπτώσεις στήριξης των ΑΠΕ στην Ιταλία, επιβολής φόρου άνθρακα στη Σουηδία, παροχής κινήτρων για τα οχήματα χαμηλών εκπομπών CO2 και επιβολής περιβαλλοντικού τέλους για τις πλαστικές σακούλες.

Τα ποσά

Σημειώνεται, ότι με βάση τα τελευταία  στοιχεία της  ΕΛΣΤΑΤ τα συνολικά έσοδα από τους φόρους που αφορούν το κλίμα και το περιβάλλον ανήλθαν το 2023 σε  9.257 δισ ευρώ, καταγράφοντας μείωση κατά  24,4% σε σύγκριση με το 2022. Οι επιχειρήσεις κατέβαλαν 6.184,6  δισ. ευρώ, ενώ τα νοικοκυριά και οι μη μόνιμοι κάτοικοι πλήρωσαν 3.072 δισ. ευρώ ενώ οι ενεργειακοί φόροι, που ήταν η συντριπτική  πλειονότητα των περιβαλλοντικών φόρων, έφτασαν τα   7.547 δισεκ.

Στους “πράσινους φόρους” ή πιο σωστά στα “πράσινα βάρη συγκαταλέγονται τέλη, όπως αυτά της ανακύκλωσης, της ανθεκτικότητας, ή για την πράσινη σακούλα, οι φόροι στο ντίζελ κίνησης, τα μεταχερισμένα αυτοκίντα, αλλά και τα “πράσινα” βάρη στην ακτοπλοΐα, τις αερομεταφορές και τη βιομηχανία

Να σημειωθεί, π.χ, ότι  με βάση το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ETS), στην ακτοπλοΐα, η υποχρέωση παράδοσης δικαιωμάτων εισάγεται σταδιακά: 40% το 2024, 70% το 2025 και 100% το 2026. Το 2025 ενεργοποιήθηκε ο νέος κανονισμός «FuelEU Maritime», ως βασικού μέρους της δέσμης Fit for 55 της ΕΕ, που έχει να κάνει με την ποιότητα των καυσίμων και, τέλος, από την 1η Μαΐου όλη η Μεσόγειος Θάλασσα και όλα τα πλοία εντός αυτής πρέπει να χρησιμοποιούν καύσιμο μειωμένης περιεκτικότητας σε θείο, το επονομαζόμενο low sulfur marine gasoil (LS-MGO), το οποίο είναι ακριβότερο μέχρι και 50% από τα καύσιμα υψηλής περιεκτικότητας σε θείο.

Η “ταμπακιέρα”

Όλα αυτά συνιστούν, πάντως ένα “κουμπαρά” για τον οποίο, όμως, ερίζουν πολλοί. Ωστόσο επαφίεται στο κράτος το πού θα κατευθύνει πόρους, κίνητρα και επιδοτήσεις.

Πάντως, ο στρατηγικός στόχος, όπως καταφαίνεται, είναι, σε ένα κλίμα διευκόλυνση του επιχειρείν και ρητορικής μείωσης φόρων, να στηριχθεί ο πράσινος μετασχηματισμός της οικονομίας.

Εξηλεκτρισμός της οικονομίας

Κάτι, που για να γίνει, απαιτείται ο εξηλεκτρισμός της οικονομίας, που αποτελεί μεγάλη στρατηγική πρόκληση, που προϋποθέτει ορθολογική ανάπτυξη των ΑΠΕ, προώθησης της αποθήκευσης, βελτίωση των δικτύων και κυρίως εφαρμογή στην πράξη των αρχών της ενεργειακής δημοκρατίας.

Εν τω μεταξύ, πέρα από τα προαναφερόμενα, που είναι και τα βασικά για τον εξηλεκτρισμό της οικονομίας, το ΥΠΕΘΟ εξετάζει το πώς θα δώσει κίνητρα για την προώθηση της υιοθέτησης πράσινων πρακτικών από το “επιχειρείν” στο φόντο και του καθορισμού των στρατηγικών στοχεύσεων της ΕΕ.

Η ΕΕ

Σημαντικό, πάντως, στοιχείο του νέου προϋπολογισμού είναι ότι με βάση όσα έχει αναφέρει η Επιτροπή, οι πηγές των εσόδων θα κινηθούν μέσα από πέντε άξονες:

  • Τα έσοδα από το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών της ΕΕ (ΣΕΔΕ) αναμένεται να αποφέρουν περίπου 9,6 δισεκ. ευρώ ετησίως, κατά μέσο όρο.
  • Τα έσοδα από το μηχανισμό συνοριακής προσαρμογής άνθρακα (ΜΣΠΑ) που εκτιμώνται στα 1,4 δισεκ. ευρώ ετησίως, κατά μέσο όρο.
  • Τα έσοδα από έναν νέο φόρο στα μη ανακυκλώσιμα ηλεκτρονικά απόβλητα. Συγκεκριμένα, μέσω της εφαρμογής ενιαίου συντελεστή στο βάρος των μη συλλεγόμενων ηλεκτρονικών αποβλήτων, αναμένονται περίπου 15 δισεκ. ευρώ ετησίως, κατά μέσο όρο.
  • Τα έσοδα από έναν πρόσθετο ειδικό φόρο κατανάλωσης καπνού, που αναμένεται να αποφέρει περίπου 11,2 δισεκ. ευρώ ετησίως, κατά μέσο όρο.
  • Τα έσοδα από έναν νέο εταιρικό φόρο επί του κύκλου εργασιών μεγάλων εταιρειών, που δραστηριοποιούνται και πωλούν στην ΕΕ με καθαρό ετήσιο κύκλο εργασιών τουλάχιστον 100 εκατ. ευρώ. Αναμένεται να αποφέρει περίπου 6,8 δισεκ. ευρώ ετησίως, κατά μέσο όρο.

Ο στόχος είναι μέσα από αυτές τις πηγές εσόδων, αλλά και άλλες δράσεις, να υπάρχει ένα αποτέλεσμα που θα “γεμίζει” με  58,5 δισ. ευρώ τον χρόνο τον Ευρωπαϊκό “κουμπαρά” σε τιμές 2025.

Καμπανάκι επιχειρήσεων

Αναμφίβολα, σε αυτό το “κλίμα” κι εν όψει όσων έρχονται, οι ελληνικές Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις (ΜμΕ) με ασφυκτικές συνθήκες ρευστότητας, αλλά και άλλη βάρη, θα πρέπει να καταβάλουν μεγάλη προσπάθεια, ώστε να “αναβαθμιστούν ενεργειακά”, συμμορφούμενες, παράλληλα, και με το ρυθμιστικό πλαίσιο, που επιβάλλουν οι κοινοτικοί και οι εθνικοί κανονισμοί σε σχέση με τις εκπομπές ρύπων, τους στόχους για “πρασίνισμα” της κάθε δραστηριότητας κτλ.

Όπως αναφέρει στην τελευταία της Έκθεση το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, σε αυτό το νέο τοπίο, “οι μικρές επιχειρήσεις καλούνται να προσαρμοστούν σε απαιτήσεις και κανόνες που συχνά διαμορφώνονται χωρίς επαρκή μέριμνα για την κλίμακα, τα μέσα και τις δυνατότητές τους. Η πράσινη μετάβαση συνδέεται με υψηλό κόστος, ανάγκη για τεχνογνωσία, πρόσβαση σε κατάλληλες υποδομές και εργαλεία. Όμως, ταυτόχρονα, ανοίγει και προοπτικές για πιο βιώσιμες, καινοτόμες και ανθεκτικές μορφές δραστηριότητας. 

Αν και η σημασία της περιβαλλοντικής προστασίας αναγνωρίζεται σήμερα καθολικά, τόσο από την κοινωνία όσο και από την επιχειρηματική κοινότητα, εξακολουθούν να απουσιάζουν οι στοχευμένες επενδύσεις που θα επέτρεπαν στις μικρές επιχειρήσεις να αντεπεξέλθουν ουσιαστικά στις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής. Οι υφιστάμενοι μηχανισμοί στήριξης παραμένουν συχνά αποσπασματικοί και ανεπαρκείς, γεγονός που δυσχεραίνει την έγκαιρη και αποτελεσματική προσαρμογή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο νέο περιβαλλοντικό και κανονιστικό πλαίσιο.”

Στο φόντο αυτό φορείς της αγοράς ζητούν παρέμβαση σε δύο μέτωπα, σε αυτό του κόστους ενέργειας, αλλά σε ανάλογο που έχει να κάνει με το επίπεδο πρόσβασης των “μικρών” σε αναγκαίους, για τις ενεργειακές αναβαθμίσεις πόρους.

Χαρακτηριστικά, ο Εμπορικός Σύλλογος Πειραιώς εκφράζει την έντονη ανησυχία και αγανάκτηση του εμπορικού κόσμου, για το δυσβάσταχτο ενεργειακό κόστος που συνεχίζει να πλήττει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Όπως αναφέρει, “παρά τις πρόσφατες εξαγγελίες για «μειώσεις» στους λογαριασμούς, το πρόβλημα παραμένει βαθύτερο, καθώς συνδέεται με τη δομή και λειτουργία της ίδιας της αγοράς ενέργειας στη χώρα μας.

Μοιραστείτε το άρθρο
Χωρίς σχόλια

Αφήστε ένα σχόλιο