Ενημερωτικό Portal του Ράδιο Γάμμα 94 FM, Πάτρα
 

Τα οξύμωρα της Δικαιοσύνης και ο νόμος περί ευθύνης υπουργών

Του Μανώλη Κοττάκη 

Εισαγωγική επισήμανση πριν έρθω στο κυρίως νομικό και πολιτικό θέμα του σημερινού σημειώματος. Ο εφέτης ανακριτής Λαρίσης έκλεισε την ανάκριση. Κατά την πολύμηνη διερεύνηση του δυστυχήματος των Τεμπών δεν κλήθηκε ποτέ για μαρτυρία κάποιος εκπρόσωπος της ιταλικής εταιρίας σιδηροδρόμων Hellenic Train. Δεν κλήθηκαν ποτέ για μαρτυρία οι ανάδοχοι εκτέλεσης της σύμβασης 717. Μεταξύ των οποίων εκπρόσωπος εταιρίας η οποία έχει κανάλι και τράπεζα. (Αντιθέτως, έχουν κληθεί ως ύποπτοι σε έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.) Δεν κλήθηκαν επίσης οι γενικοί γραμματείς του υπουργείου Μεταφορών για μαρτυρία. Δεν κλήθηκαν οι υπεύθυνοι της Διεύθυνσης Κυκλοφορίας του ΟΣΕ στην Αθήνα, οι οποίοι εκείνη τη μοιραία βραδιά είχαν πλήρη εικόνα (πιθανόν και ευθύνες) για το τι συνέβη με το δυστύχημα. Δεν κλήθηκαν εκπρόσωποι της ΓΑΙΟΣΕ, που έχουν αντικειμενική ευθύνη για την υπόθεση, ούτε του υπουργείου Υποδομών. Έχοντας στην κατοχή του ένα πόρισμα της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, το οποίο συντάχθηκε όχι την επομένη του δυστυχήματος αλλά δυόμισι ολόκληρα χρόνια μετά, για το ζήτημα της πυρόσφαιρας (και χελώνα να ήταν η Πυροσβεστική, πιο γρήγορα θα είχε κάνει), ο κύριος ανακριτής έκλεισε την υπόθεση. Παραθέτουμε γεγονότα, δεν κάνουμε σχόλια.

Στην ουσία του νομικού και πολιτικού θέματος τώρα: Ο κύριος ανακριτής, όταν έστειλε τη δικογραφία για τα πολιτικά πρόσωπα στο Κοινοβούλιο, δεν ονομάτισε κάποιον ούτε προχώρησε σε αξιολόγηση ποινικής συμπεριφοράς προσωποποιημένα. Αναφέρθηκε σε ευθύνες αορίστως, που θα μπορούσαν να είναι και κακουργηματικού χαρακτήρα, αφήνοντας όμως στο Κοινοβούλιο το ελεύθερο να προσδιορίσει σε ποια πρόσωπα θα αποδοθούν, με ποιο κατηγορητήριο.

Το αποτέλεσμα το ξέρουμε. Η Βουλή μάς είπε ότι τα Τέμπη είναι, κατά την άποψή της, πλημμέλημα. Το ίδιο πράττει τώρα και ο κύριος ανακριτής και για τους γενικούς γραμματείς με το πόρισμα που διαβιβάζει στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου. Δεν κατονομάζει. Αν και αυτοί δεν υπάγονται στον νόμο περί ευθύνης υπουργών… Μολονότι, όπως «επικοινώνησε» στους δημοσιογράφους, οι αρμοδιότητες που τους είχαν μεταβιβαστεί για το θέμα της ασφάλειας των σιδηροδρόμων τούς… αναβαθμίζουν σε πολιτικά πρόσωπα. Ο ανακριτής ζητά και εδώ ουσιαστικά από το δικαστικό συμβούλιο να προσδιορίσει εκείνο ποιοι γραμματείς έχουν ποιες ποινικές ευθύνες με τη μέθοδο της συνάφειας. Μεταξύ αυτών και κάποιοι γραμματείς οι οποίοι ήταν παρόντες στο ιστορικό τηλεφώνημα του γηραιού υπουργού του Μαξίμου μέσα στην Περιφέρεια Θεσσαλίας που τους καλούσε να τελειώνουν για το μπάζωμα γιατί αλλιώς θα τους… σκίσει. Την ώρα όμως που ο ανακριτής ως εκπρόσωπος της ελληνικής Δικαιοσύνης έχει διαβιβάσει δύο φορές στη Βουλή δικογραφίες για ενεργοποίηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών χωρίς να προσωποποιεί ότι τις ασκεί εναντίον συγκεκριμένων προσώπων, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία πράττει το ακριβώς αντίθετο. Με ισάριθμες δικογραφίες, η πρώτη αφορά το θέμα της σύμβασης 717 για τα Τέμπη με τη μορφή οικονομικού εγκλήματος και η δεύτερη την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ, είπε ονόματα. Προσωποποίησε υπουργικές ευθύνες. Είπε σαφώς πάνω σε ποιους υπουργούς «σκόνταψε». Δεν δείλιασε. Και με την επίκληση του επιχειρήματος ότι πρόκειται για κοινοτικό χρήμα και κοινοτικό Δίκαιο και όχι για ελληνικό δημόσιο χρήμα και ελληνικό Δίκαιο, προχώρησε σε αξιολόγηση ποινικών πράξεων για τους κυρίους Βορίδη και Αυγενάκη, μίλησε για ηθική αυτουργία στο αδίκημα της απιστίας. Ασχέτως του τι έκανε μετά το Κοινοβούλιο. Το οποίο πάντως δεν διαμαρτυρήθηκε για την ποινική αξιολόγηση και την προσωποποίηση σε επίπεδο υπουργών, απλώς έθεσε την κατηγορία σε ψηφοφορία και την απέρριψε. Αποδέχτηκε όμως το δικαίωμα των εισαγγελέων να κάνουν νομική αξιολόγηση πράξεων υπουργών και δημιούργησε κατά τούτο προηγούμενο.

Η Εισαγγελία αυτή που ιδρύθηκε το 2021 είναι ένας ευρωπαϊκός θεσμός. Αλλά οι εισαγγελείς που υπογράφουν τα διαβιβαστικά πορίσματα που αποστέλλονται στη Δικαιοσύνη είναι Έλληνες, έχουν γραφεία στην Αθήνα και, σύμφωνα με νόμο που ψηφίστηκε επί αυτής της κυβέρνησης, ανήκουν στο Σώμα της ελληνικής Δικαιοσύνης. Γι’ αυτό άλλωστε ο περίφημος «Φραπές», ο οποίος φαίνεται ότι γνωρίζει άριστα τη νομοθεσία, συζητούσε με κάποιον το γεγονός ότι ο υπουργός Δικαιοσύνης Γιώργος Φλωρίδης μπορούσε να αντικαταστήσει την εισαγγελέα Παπανδρέου από τη θέση της. Το συζητούσε γιατί γνώριζε ότι η νομοθεσία το… επιτρέπει.

Εδώ λοιπόν υπάρχει το εξής οξύμωρο:

– Ο εφέτης ανακριτής που είναι πλήρως ενσωματωμένος στην ελληνική Δικαιοσύνη, μόλις σκοντάφτει επάνω σε πολιτικά πρόσωπα, δεν προχωρά σε ποινική αξιολόγηση των πράξεών τους, όπως του ζητά ο νόμος 3126/2003, αλλά και αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι να προσδιορίσει τουλάχιστον ποιοι υπουργοί ελέγχονται για τυχόν παραβίαση του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Αποστέλλει στη Βουλή δικογραφίες που αναφέρονται σε αδικήματα χωρίς πρόσωπα. Ενώ, ως γνωστόν, τα αδικήματα τα διαπράττουν πρόσωπα, όχι τα ρομπότ της Τεχνητής Νοημοσύνης. Ακόμη. Η πρακτική του αυτή μάλλον αντίκειται σε αυτές που ακολούθησαν στο παρελθόν συνάδελφοί του που εφάρμοσαν τον νόμο περί ευθύνης υπουργών από το 2001 που αναθεωρήθηκε το Σύνταγμα έως τις μέρες μας σε πλείστες όσες περιπτώσεις. Ούτε αυτοί έκαναν αξιολόγηση αλλά ονομάτιζαν υπουργούς στις περισσότερες περιπτώσεις.

Από την άλλη πλευρά, Έλληνες δικαστές, ενσωματωμένοι στην ελληνική Δικαιοσύνη, πλήρως εντεταγμένοι όμως στον θεσμό της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, προχωρούν και στην προσωποποίηση των ποινικά ελεγχόμενων προσώπων, αλλά και σε ποινική αξιολόγηση των πράξεών τους.

Αν η πατρίδα μας είχε συνταγματικό δικαστήριο, αυτό το παράδοξο που νομικά ονομάζεται «διάχυτος έλεγχος» ενδεχομένως να είχε επιλυθεί. Τώρα όμως όχι. Με συνέπεια να σχηματίζεται στο ευρύ κοινό η εντύπωση ότι η ελληνική Δικαιοσύνη κάνει τα πάντα για να αποφύγει τις ευθύνες της και δεν τολμά, ενώ η ευρωπαϊκή όχι, και τολμά.

Τροφή για σκέψη εν όψει και της ξεχασμένης αυτή τη στιγμή αναθεώρησης του Συντάγματος.

Μοιραστείτε το άρθρο
Χωρίς σχόλια

Αφήστε ένα σχόλιο