Ενημερωτικό Portal του Ράδιο Γάμμα 94 FM, Πάτρα
 

Ψευδομάρτυρες για το κράτος-μαφία οι αξιόπιστοι για το FBI

Του Γιώργου Χαρβαλιά

Η περίπτωση της Novartis είναι απολύτως ανάλογη με εκείνη της Siemens. Και οι πέτρες γνωρίζουν στην επιχειρηματική πιάτσα ότι οι πολυμετοχικοί αυτοί κολοσσοί λειτουργούν με γερμανικό πρωτόκολλο εμπορικής πρακτικής, που επιτρέπει τη μέθοδο του… λαδώματος ξένων αξιωματούχων και κρατικών λειτουργών προκειμένου να προωθηθούν οι εξαγωγές και οι εταιρίες να έχουν πάσης φύσεως προνομιακή μεταχείριση.

Σε υποανάπτυκτες, άκρως διεφθαρμένες κοινωνίες η μέθοδος αυτή λειτουργεί μια χαρά. Πλην όμως αποτελεί αθέμιτη πρακτική ανταγωνισμού έναντι άλλων μεγάλων εταιριών που δεν επιλέγουν να χρησιμοποιούν εργαλεία εκμαυλισμού. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο οι Αμερικανοί αποφάσισαν μια ωραία ημέρα να κόψουν το καλαμπούρι στους μιζαδόρους. Η αρχή έγινε το 2008, με τη Siemens, και η συνέχεια ήρθε το 2016, με τη Novartis.

Και οι δύο αυτές εταιρίες ήταν εισηγμένες στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης. Υπάγονταν συνεπώς στον νόμο κατά της διαφθοράς στο εξωτερικό (Foreign Corrupt Practices Act) και η Αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC) είχε δικαίωμα, σε συνεργασία με το ομοσπονδιακό υπουργείο Δικαιοσύνης (FBI), να ερευνήσει τις δραστηριότητές τους σε τρίτες χώρες χωρίς την εμπλοκή των τοπικών δικαστικών ή διωκτικών Αρχών.

Καθώς οι Αμερικανοί δεν αστειεύονται τους «τσάκωσαν επ’ αυτοφώρω» με τη βοήθεια «μαρτύρων καταγγελίας» (whistleblowers), για τους οποίους, εκτός από χρηματική αμοιβή, προβλέπεται ρητά και η τήρηση καθεστώτος ανωνυμίας.

Και στις δύο περιπτώσεις οι Αμερικανοί έκαναν τη δουλειά τους, υποχρεώνοντας τις εταιρίες να ομολογήσουν την ενοχή τους και να συμβιβαστούν εξωδικαστικά με την καταβολή δυσθεώρητων προστίμων, εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων, για να αποφύγουν τις περαιτέρω συνέπειες. Η διαδικασία αυτή εμπεριέχει τη σιωπηρή παραδοχή ότι η υπόθεση δεν θα έχει συνέχεια. Εφόσον, δηλαδή, εξασφαλίσουν την «αποζημίωση», οι αμερικανικές Αρχές αυτόματα χάνουν το ενδιαφέρον τους και δεν δίνουν δεκάρα για το αν θα προχωρήσουν οι έρευνες/διώξεις στη κάθε μπανανία όπου έδρασαν οι μιζαδόροι. Ούτε, βεβαίως, καθοδηγούν την τοπική Δικαιοσύνη, ειδικά μάλιστα αν -όπως συνέβη στην Ελλάδα- δεν ζητηθεί ρητά η συνδρομή του FBI. Έτσι, λοιπόν, στην περίπτωση της Siemens οι βασικοί πρωταγωνιστές (Χριστοφοράκος – Καραβέλας) αφέθηκαν να διαφύγουν στο εξωτερικό και οι υπόλοιποι απηλλάγησαν πανηγυρικά μερικά χρόνια αργότερα, ενώ στην περίπτωση της Novartis -του «σκανδάλου… σκευωρία», κατά τον ελληνικό συστημικό Τύπο- οι εμπλεκόμενοι πολιτικοί όχι μόνο «δικαιώθηκαν», αλλά βρέθηκαν να κυνηγούν τους προστατευόμενους μάρτυρες!

Το ιστορικό της υπόθεσης που μόλις περιέγραψα συνοπτικά φαντάζομαι πως γνωρίζουν άριστα και οι εισαγγελείς αυτού του τόπου. Γνωρίζουν, επίσης, ότι οι Έλληνες πολιτικοί είναι επαγγελματίες ψεύτες, καθ’ έξιν λαοπλάνοι και ανακόλουθοι. Το παραμύθι το έχουν στο τσεπάκι τους, όπως, άλλωστε, και κάποιοι συνάδελφοί τους από άλλες χώρες.

Αντιστοίχως οι επικεφαλής των ξένων πολυεθνικών με τη «γερμανική εμπορική ηθική», που προαναφέραμε, όπως ο Χριστοφοράκος και ο Φρουζής, δεν είναι τα καλύτερα παιδιά. Άνθρωποι που δωροδοκούν γιατρούς, πολιτικούς και δημόσιους λειτουργούς για να πετύχουν επιχειρηματικούς στόχους είναι εξ ορισμού αδίστακτοι. Και οι μαρτυρίες τους πρέπει να αντιμετωπίζονται με μεγάλη επιφύλαξη.

Τούτων δοθέντων, προκύπτει το εξής ερώτημα: Γιατί κατά την κρίση της αρμόδιας εισαγγελέως οι μαρτυρίες δύο στελεχών της Novartis, που αποφάσισαν να ανοίξουν το στόμα τους με ή χωρίς οικονομικό κίνητρο (το αμερικανικό σύστημα προβλέπει αμοιβή -προσέξτε το αυτό- μόνο στην περίπτωση που οι μάρτυρες κριθούν αξιόπιστοι για τη διαλεύκανση της υπόθεσης), είναι ψευδείς; Ή γιατί θεωρούνται μειωμένης αξιοπιστίας σε σχέση με αυτές των πολιτικών που τους καταγγέλλουν για ψευδορκία; Υπάρχει κάποιο αποδεικτικό στοιχείο που να συνηγορεί στη θεωρία ότι η Μαραγγέλη και ο Δεστεμπασίδης ξύπνησαν μια ωραία μέρα και άρχισαν να βγάζουν ιστορίες από την κοιλιά τους για να πλήξουν την πολιτική ελίτ και τον κεντρικό τραπεζίτη της χώρας; Και γιατί αφού περιέλαβαν όλους τους πρώην υπουργούς Υγείας, έβγαλαν από την εξίσωση τον Μάριο Σαλμά; Τόση φαντασία πια; Ή μήπως επειδή ο Σαλμάς πράγματι δεν έβαλε το χέρι στο μέλι της Novartis;

Παράξενα πράγματα, ομολογουμένως, και πολλές αντιφάσεις. Η εισαγγελέας της έδρας θεωρεί δεδομένο ότι βρισκόμαστε ενώπιον ψευδορκίας, αλλά για να αποδείξει ότι η κυρία Μαραγγέλη, που έδωσε και την πιο εμπεριστατωμένη κατάθεση/απολογία, ψεύδεται χρησιμοποίησε -επιτρέψτε μου να το πω- κωμικά επιχειρήματα, όπως ότι δεν βρέθηκαν τα χρήματα από τις μίζες στους λογαριασμούς των πολιτικών. Λες και θα έπαιρναν τη σακούλα για να σπεύσουν την επόμενη μέρα στο γκισέ της τράπεζας και να κάνουν κατάθεση. Το ότι δεν βρέθηκαν τα κλοπιμαία δεν είναι αποδεικτικό στοιχείο ότι δεν έγινε κλοπή, το ξέρουν και οι μαθητές λυκείου αυτό.

Αν επιπλέον οι μάρτυρες έλαβαν αμοιβή από το αμερικανικό δημόσιο (την οποία δεν γνωρίζω αν πρέπει να δηλώσουν ως εισόδημα στις ελληνικές φορολογικές Αρχές) σημαίνει ότι κρίθηκαν απολύτως αξιόπιστοι.

Για τη βοήθεια, λοιπόν, της συζήτησης και επειδή όπως όλα δείχνουν οι «προστατευόμενοι μάρτυρες» θα την πληρώσουν κι από πάνω, καθιστώντας τη σχετική ελληνική εκδοχή νομοθετικής ρύθμισης περί «προστασίας μαρτύρων» παγκόσμιο ανέκδοτο, θα πρότεινα να ρωτήσουμε και τον ελληνικό λαό. Ποιον εν ενεργεία πολιτικό θεωρεί σήμερα τον μεγαλύτερο ψεύτη και παπατζή; Νομίζω ότι θα βγει πρώτος και με διαφορά αυτός που όλοι υποψιαζόμαστε.

Η κυρία Μαραγγέλη, πέραν των άλλων τερατωδών που καταγγέλλει, δηλώνει και ότι υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας σε χρηματισμό Έλληνα πολιτικού. Γιατί η μαρτυρία της κρίνεται λιγότερο αξιόπιστη από αυτή των εμπλεκομένων (Άδωνις – Φρουζής); Διαθέτουν μήπως αυτοί οι κύριοι βελτιωμένα… εχέγγυα αξιοπιστίας έναντι της ελληνικής Δικαιοσύνης;

Είναι φανερό ότι η υπόθεση χρειάζεται επειγόντως αναψηλάφηση, γιατί η θεωρία της σκευωρίας δεν πατάει καλά. Η Δικαιοσύνη είναι μεν ανεξάρτητη, αλλά κάπου κάπου πρέπει να αφουγκράζεται και το λαϊκό ένστικτο. Και το ένστικτο αυτό, όπως στην περίπτωση της Siemens, λέει ότι υπήρξαν πολιτικοί που «τα πιάσανε». Το γεγονός ότι στην πρώτη περίπτωση οι κατηγορούμενοι προσφάτως απηλλάγησαν και διεκδικούν πίσω τις κατασχεμένες περιουσίες τους(!) ενώ στην περίπτωση της Novartis, όπου το ελληνικό κράτος δεν έλαβε ούτε σεντς ως αποζημίωση, μπαίνουν στο στόχαστρο οι προστατευόμενοι μάρτυρες, αποδεικνύει ότι κάτι πολύ σάπιο υπάρχει στο… βασίλειο του Μωυσέως. Και η σαπίλα διαχέεται πλέον και στους τρεις πυλώνες εξουσίας, παραπέμποντας σε πρακτικές κράτους μαφία…

Μοιραστείτε το άρθρο
Χωρίς σχόλια

Αφήστε ένα σχόλιο