Του Μανώλη Κοττάκη
Η κυβέρνηση άρχισε να καταλαβαίνει ότι ο θρυμματισμός του δικομματισμού, που ήταν το μεγάλο της όνειρο και υλοποιήθηκε το 2023 με τη συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ, σήμερα στρέφεται εναντίον της. Ελλείψει εναλλακτικής, γεννιούνται πολλές υποψήφιες νέες – το κόμμα Σαμαρά, το κόμμα Τσίπρα, το κόμμα Καρυστιανού, αν ιδρυθούν, το 2026. Και, όπως ο τερματοφύλαξ όταν του χτυπούν πέναλτι στην εστία εκτινάσσεται τη μία αριστερά, την άλλη δεξιά, την τρίτη μένει στήλη άλατος, έτσι και ο πρωθυπουργός – δεν ξέρει ποιον να βάλει απέναντι.
Ο μέγας φόβος του είναι ο εξής: η τριχοτόμηση του πολιτικού συστήματος να τον καθηλώσει σε ποσοστά πέριξ του 25% και να τεθεί σε κίνδυνο το μπόνους των 50 εδρών. Με όσο λιγότερες έδρες πάει ο κύριος Μητσοτάκης στις διερευνητικές εντολές μετά τις πρώτες εκλογές τόσο πιο αδύναμος θα είναι να επιβάλει εκ νέου τον εαυτό του για πρωθυπουργό. Με όσο περισσότερες τόσο περισσότερες αξιώσεις θα μπορεί να εγείρει. Ενώ θα τον οπλίσει και με περισσή αδιαλλαξία, ώστε να διαλύσει τη Βουλή με στόχο τις δεύτερες κάλπες.
Ο… πονηρούλης του Μεγάρου Μαξίμου κάνει, λοιπόν, αυτόν τον καιρό τις εξής επιλογές:
-Προσπαθεί με στοχευμένες προβοκατόρικες διαρροές σε φιλικούς του ιστοτόπους να φορέσει το καπέλο του/της αρχηγού κόμματος στην Καρυστιανού για να βρει δικαιολογία ότι είναι πλέον πολιτικό πρόσωπο. Όχι μάνα σε πένθος, άρα μπορεί να αρχίσει να την πετροβολά. Δημοσιογράφος του Σκάι ομολόγησε ότι περιμένει αυτή τη στιγμή, γιατί τότε θα πάψει να σέβεται το πένθος της. Eξόχως συμπτωματικό ότι, όπως μάθαμε, η Μαρία Καρυστιανού αποκαλεί τον σκύλο της «Σκάι».
-Ταλαντεύεται για το αν ο Τσίπρας είναι απειλή γι’ αυτόν ή όχι. Τη μία λέει «δεν μου πέφτει λόγος, μπορεί να καεί στο ζέσταμα», την άλλη τον συνδέει με τους ποινικούς που αποφυλακίστηκαν με τον νόμο Παρασκευόπουλου, την παράλλη μιλά υποτιμητικά γι’ αυτόν και, με τη φράση «είναι βουλευτής Πειραιά», προσπαθεί να τον συνδέσει με «χρυσούς χορηγούς» και επιχειρηματικά συμφέροντα. Ο κύριος πρωθυπουργός ομιλεί για χρυσούς χορηγούς – ενδιαφέρον! Δεν του περνά καν από το μυαλό η πιθανότης ότι, κατά την παραμονή του στις ΗΠΑ, ο Τσίπρας κατάφερε να καλλιεργήσει καλύτερες σχέσεις με τους Ρεπουμπλικάνους του Τραμπ από ό,τι ο ίδιος μέχρι τώρα. Και αν έχει συμβεί;
-Επιδίδεται σε ασκήσεις κουτοπονηριάς με τον Αντώνη Σαμαρά. Ο άνθρωπος που τον διέγραψε από την Κοινοβουλευτική Ομάδα και το κόμμα (στο οποίο διατηρεί ως μέλος την πολιτεύτρια των Φεράρι, Σεμερτζίδου), ο άνθρωπος που χρωστά μόνο συγγνώμες στον πρώην πρωθυπουργό, ο κύριος Μητσοτάκης, τώρα βάζει τους υπουργούς του (Βορίδη, Γεραπετρίτη) και τον κυβερνητικό εκπρόσωπο να κάνουν τα… γλυκά μάτια στον Σαμαρά για να του φορτώσει και την ευθύνη της μη επιστροφής. Ο θύτης παριστάνει το θύμα… Είναι πραγματικά αστείο. Αν ο πρωθυπουργός ενδιαφερόταν πραγματικά για την επιστροφή Σαμαρά, θα έκανε τα εξής δύο:
-Πρώτον, θα ζητούσε ταπεινά συγγνώμη. Ποτέ πρωθυπουργός δεν διαγράφει πρώην πρωθυπουργό, επειδή διατύπωσε προσωπικές απόψεις για τα εθνικά θέματα – σε αυτή την παράταξη τουλάχιστον. Ένας πρώην πρωθυπουργός έχει κατοχυρωμένο το δικαίωμα στη διαφωνία. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ψήφισε νόμο του ΠΑΣΟΚ για τις ΔΕΚΟ το 1998 μαζί με άλλους επτά βουλευτές της Ν.Δ. Νόμο του Γιάννου Παπαντωνίου, μάλιστα, με βάση τον οποίο έγιναν άνδρα διαφθοράς και διαπλοκής όλες οι ΔΕΚΟ. Ο Κώστας Καραμανλής σεβάστηκε τότε τη διαφωνία του επιτίμου. Διέγραψε τους Μάνο, Σουφλιά, Ανδριανόπουλο, Κοντογιαννόπουλο κ.λπ., αλλά εξαίρεσε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
-Δεύτερον, θα άλλαζε πολιτική στα Ελληνοτουρκικά. Όταν ο Σαμαράς μαζί με τον Καραμανλή προειδοποιούσαν τον κύριο Μητσοτάκη για τα επικείμενα αρνητικά στα Ελληνοτουρκικά ήταν μόνοι. Τώρα, όμως, όχι. Δικαιώνονται κάθε μέρα. Αν θέλει λοιπόν ο κύριος πρωθυπουργός να γυρίσει ο Μεσσήνιος, πρέπει να αλλάξει πολιτική και να πάψει να συμπεριφέρεται σαν Μητσοτάκης. Γιατί περίπτωση να αλλάξει ο Σαμαράς και να γίνει κάτι άλλο από Σαμαράς, ύστερα από σαράντα σχεδόν χρόνια στη Βουλή, δεν υπάρχει. Είναι πολύ παλιός για τέτοιες ατιμίες.