Ανάμεσα στα σημεία της ομιλίας που πέρασαν απαρατήρητα ήταν η εξαγγελία ενός φιλόδοξου πακέτου μέτρων με στόχο την «ενίσχυση της δημοκρατικής ανθεκτικότητας» της Ε.Ε. Ένας όρος που ακούγεται θετικός και… αθώος, αλλά στην πράξη κρύβει παγίδες και κινδύνους. Η δημιουργία Ευρωπαϊκού Κέντρου Δημοκρατικής Ανθεκτικότητας, το νέο πρόγραμμα χρηματοδότησης «ανεξάρτητων» ΜΜΕ, η ενίσχυση της νομοθεσίας για την ψηφιακή ταυτοποίηση και η συγκρότηση επιτροπής για την προστασία των παιδιών από τα social media συνθέτουν ένα σχέδιο που παρουσιάστηκε ως «βήμα προόδου», αλλά έχει προκαλέσει και σοβαρές ενστάσεις.
Το επίμαχο Κέντρο Δημοκρατικής Ανθεκτικότητας θα αναλάβει την «παρακολούθηση και αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης». Κανείς, όμως, δεν ξεκαθάρισε ποιος και πώς θα αποφασίζει τι είναι παραπληροφόρηση και τι απλώς διαφορετική άποψη. Και αυτό δεν είναι θεωρητικό σενάριο…
Στην Ελλάδα, μάλιστα, υπάρχει ήδη πικρή εμπειρία από την τακτική ειδικά της σημερινής κυβέρνησης να χαρακτηρίζει ως «επικίνδυνες» ή «παραπλανητικές» ακόμη και απόψεις που απλώς διαφωνούν μαζί της, οδηγώντας σε στοχοποίηση και φίμωση. Και οι περιβόητες «λίστες Πέτσα» συνεχίζονται, με διάφορες μορφές, ως εργαλείο χειραγώγησης…
Ανησυχία προκαλεί και το νέο πρόγραμμα στήριξης των μέσων ενημέρωσης που, όπως ανακοινώθηκε, έχει στόχο την «ανεξάρτητη δημοσιογραφία». Η εμπειρία, όμως, από διάφορα κράτη-μέλη και ειδικά επίσης από την Ελλάδα δείχνει πως αυτά τα προγράμματα συχνά καταλήγουν να ενισχύουν αποκλειστικά τα «βολικά» μέσα, αποκλείοντας τα υπόλοιπα. Ή όχι;
Παράλληλα, το ζήτημα της ευρωπαϊκής ψηφιακής ταυτότητας (eIDAS), με την αιτιολογία της «κυβερνοασφάλειας», ανοίγει τον δρόμο για μια νέα εποχή ψηφιακής επιτήρησης. Η συσχέτιση ταυτότητας με διαδικτυακή δραστηριότητα ιδίως στα social media μπορεί να καταστήσει την ελεύθερη έκφραση αντικείμενο συνεχούς καταγραφής και ελέγχου. Και ενώ οι Βρυξέλλες δεν ανακοινώνουν ευθέως τέτοιες πρακτικές, κυβερνήσεις που δεν φημίζονται για τον σεβασμό στην ελευθερία της έκφρασης, γιατί να μην εκμεταλλευτούν τα νέα εργαλεία;
Η ομιλία της φον ντερ Λάιεν ήταν γεμάτη από δημοκρατικά κλισέ. Όμως τα μέτρα που παρουσίασε αφήνουν ανοιχτό το παράθυρο σε εφαρμογές που αν δεν συνοδευτούν από αυστηρή διαφάνεια, ανεξάρτητη εποπτεία και θεσμικά αντίβαρα θα λειτουργήσουν ως καθεστώς λογοκρισίας. Ευρωβουλευτές και εμπειρογνώμονες έχουν ήδη εκφράσει ανησυχία ότι το Digital Services Act (DSA), που είναι νόμος της Ε.Ε. από το 2022, παρά τον καλό σκοπό του, αφήνει περιθώρια για υπερβολικό περιορισμό της ελευθερίας του λόγου, λόγω ασαφών εννοιών όπως «hate speech», «illegal content», «systemic risk», «trusted flaggers». Και νέοι όροι όπως «λειτουργική λογοκρισία» και «χειραγώγηση αφηγήματος» κάνουν πλέον την εμφάνισή τους για να περιγράψουν τον «επιτρεπτό» δημόσιο λόγο που η ελίτ των Βρυξελλών πάει να επιβάλει…