Του Νικόλαου Ταμουρίδη*
Η 14η Σεπτεμβρίου έχει καθορισθεί από τη Βουλή των Ελλήνων, με ομόφωνη ψήφιση του νόμου 2645/1998, ως «Ημέρα εθνικής μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το τουρκικό κράτος».
Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι όσα διαδραματίστηκαν τον περασμένο αιώνα στον χώρο της σημερινής Τουρκίας, αποτελούν μια σκόπιμη εγκληματική εξόντωση των ελληνικών χριστιανικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας, ήτοι της Ιωνίας, της Καππαδοκίας, του Πόντου, της Βιθυνίας και της Ανατολικής Θράκης. Οι εξόντωση αυτή, που έλαβε χώρα κυρίως από το 1913 μέχρι το 1924, έγινε από τους μηχανισμούς των ακραίων εθνικιστών Νεοτούρκων του Μουσταφά Κεμάλ.
Το έγκλημα αυτό κατά της ανθρωπότητας έγινε για εθνικούς, θρησκευτικούς, κοινωνικούς, πολιτικούς και οικονομικούς λόγους. Οι Τούρκοι, με προτροπή και των ισχυρών συμμάχων τους Γερμανών, ήθελαν με κάθε τρόπο ένα ενοποιημένο συμπαγές κοινωνικά τουρκικό κράτος, χωρίς εθνικές ή θρησκευτικές μειονότητες. Κατά ιδιαίτερο λόγο, δεν μπορούσαν με τίποτε να ανεχθούν ότι το μείζον των οικονομικών τής τότε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το ήλεγχαν κυρίως οι Έλληνες. Ήθελαν λοιπόν «να ξεριζώσουν τα άγρια χόρτα, τους χριστιανούς», σύμφωνα με σύνθημα που προέκυψε από συνέδριο των Νεοτούρκων το 1911 στη Θεσσαλονίκη.
Η Γενοκτονία περιελάμβανε όλες τις απάνθρωπες μεθόδους που θα μπορούσαν να επινοήσουν οι βάρβαροι Τούρκοι, όπως επιχειρήσεις μαζικών εκτοπισμών στα βάθη της Μ. Ασίας στα γνωστά «τάγματα εργασίας», εκφοβισμούς και απειλές, καταστροφές, λεηλασίες, οικονομικούς αποκλεισμούς, ιδιότυπη ασφυκτική φορολόγηση, στρατολόγηση των νέων Ελλήνων και αποστολή σε καταναγκαστικά έργα, δολοφονίες και σφαγές.
Οι μέγιστες εκτιμήσεις για τις ανθρώπινες απώλειες την προαναφερθείσα περίοδο φτάνουν, κατά ορισμένους μελετητές, τους 1.250.000 Έλληνες χριστιανούς. Σημειωτέον ότι, στα τέλη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (1918), στη σημερινή Τουρκία υπήρχαν περίπου 3.000.000 Έλληνες, ήτοι στη Μ. Ασία (Ιωνία, Βιθυνία, εσωτερικό) και την Καππαδοκία 1.700.000, στην Ανατολική Θράκη και την Κωνσταντινούπολη 730.000, στον Πόντο 500.000 και στη Ν. Τουρκία – Άδανα 70.000.
Η Γενοκτονία των Ελλήνων έγινε παράλληλα με Γενοκτονίες σε βάρος και άλλων χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δηλαδή των Αρμενίων και των Ασσυρίων.
Οι εκδηλώσεις εθνικής μνήμης και οι εορτασμοί των ιστορικών γεγονότων της ζωής ενός έθνους δεν μπορεί να αποτελούν στείρα παρελθοντολογία, ούτε πηγή μισαλλοδοξίας. Ιδιαίτερα για ένα έθνος όπως το δικό μας επιβάλλεται να έχουν στόχο την εθνική ενότητα και την εθνική αφύπνιση. Ένας λαός με όπλο την Ιστορία του μπορεί να ερμηνεύσει σωστά το παρελθόν, ώστε επαγωγικά να σταθεί αξιοπρεπώς και κριτικά στο παρόν, και να σχεδιάσει αισιόδοξα για το μέλλον.
Εμείς, οι απόγονοι των γενοκτονηθέντων, διεκδικούμε, η Ιστορία διεκδικεί το δικαίωμα της μνήμης, της αναγνώρισης, της συγγνώμης και της δικαίωσης των ανθρώπων που έγιναν βορά της τουρκικής βαρβαρότητας και της τέλειας κτηνωδίας, γιατί ήταν Έλληνες, γιατί ήταν χριστιανοί, γιατί είχαν ανώτερο πολιτισμό.
Τα εγκλήματα, και ιδιαίτερα αυτά κατά της ανθρωπότητας, πρέπει να τιμωρούνται σκληρά! Τα εγκλήματα των Γενοκτονιών που διέπραξαν οι Τούρκοι έπρεπε να είχαν τιμωρηθεί από τη διεθνή κοινότητα, γιατί χωρίς τιμωρία, κατά κανόνα, τα εγκλήματα επαναλαμβάνονται.
Η Πολιτεία, το ελληνικό κράτος, οφείλει να αναλάβει την ευθύνη προβολής διεθνώς της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μ. Ασίας. Να ενημερώσει όλους τους Έλληνες, να οργανώσει, να χρηματοδοτήσει και να διεθνοποιήσει κατάλληλα το θέμα, για να αναγκαστεί η Τουρκία να αναγνωρίσει τα εγκλήματά της και να ζητήσει συγγνώμη!
Δεν ξεχνάμε! Αγωνιζόμαστε για να μην ξαναγίνει! Διεκδικούμε! Θα νικήσουμε!
*Αντ/γος ε.α., επίτιμος Α’ υπαρχηγός ΓΕΣ