Η διατλαντική σχέση αντιμετωπίζει έντονες εντάσεις και εγείρονται ερωτήματα σχετικά με το αν η ρήξη είναι προσωρινή ή δομική. Είναι ο Ντόναλντ Τραμπ η αιτία του χάσματος ή απλώς ένα σύμπτωμα υποκείμενων τάσεων; Οι αισιόδοξοι ελπίζουν ότι η χαμένη σταθερότητα μπορεί να αποκατασταθεί μετά τον Τραμπ, αλλά όσοι βρέθηκαν πρόσφατα στην Ουάσινγκτον εκφράζουν σοβαρές αμφιβολίες. Ακόμα και στην πρόσφατη ιστορία, οι σχέσεις ΗΠΑ – Ευρώπης δεν είχαν φτάσει σε τόσο κρίσιμα επίπεδα. Οι τρέχουσες εντάσεις καθιστούν την πρώτη θητεία Τραμπ σχετικά ήπια για τους Ευρωπαίους. Το να αποχωρήσει από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν ήταν σοβαρό, αλλά διαφορετική είναι η προοπτική βομβαρδισμού του Ιράν και η έγκριση πολέμου του Ισραήλ κατά του καθεστώτος.
Η απειλή επιβολής δασμών και οι κενές υποσχέσεις, όπως αυτές του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ για αγορά περισσότερων αμερικανικών προϊόντων, ήταν μία δοκιμασία, όμως η επιβολή δασμών 15% από τις ΗΠΑ και η υποχρεωτική, ενοχλητική χειρονομία της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δίπλα στον χαμογελαστό Τραμπ για τις κάμερες είναι εντελώς διαφορετική κατάσταση. Στον τομέα της ασφάλειας, ο Τραμπ στην πρώτη θητεία του είχε στείλει αντιαρματικούς πυραύλους Javelin στην Ουκρανία, ενώ τώρα απλώς επιτρέπει σε ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να αγοράζουν αμερικανικά όπλα για το Κίεβο. Παράλληλα, ο Βλαντίμιρ Πούτιν τον εκμεταλλεύεται, περπατώντας με αυτοπεποίθηση στο κόκκινο χαλί στην πόλη Ανκόρατζ της Αλάσκας.
Όπως αναφέρει ο βρετανικός Guardian σε ανάλυσή του, η αισιοδοξία κινδυνεύει να γίνει τυφλή πίστη. Κάποιοι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι οι «καλές παλιές διατλαντικές μέρες» θα επιστρέψουν, παρά τις πρόσφατες εξελίξεις. Ωστόσο, ακόμα και αν ο Τραμπ εξαφανιζόταν, δύσκολα η σχέση ΗΠΑ – Ευρώπης θα επανέρχονταν στο επίπεδο συναισθηματικής αλληλεγγύης που χαρακτήριζε τις προηγούμενες δεκαετίες. Όπως τόνισε παρατηρητής στην Ουάσινγκτον, το καλύτερο σενάριο είναι ένα «χωρισμένο ζευγάρι που προσωρινά ζει υπό την ίδια στέγη για χάρη των παιδιών, και μετά χωρίζει φιλικά». Όταν ο Τζο Μπάιντεν εκλέχθηκε, υπήρχε η αίσθηση ότι θα ήταν ο τελευταίος πραγματικά Ατλαντιστής ηγέτης των ΗΠΑ. Στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου το 2021, ο Μπάιντεν δήλωσε ότι «η Αμερική επέστρεψε», αλλά η πραγματικότητα σε θέματα ασφάλειας, δημογραφίας, κοινωνίας και οικονομίας υπονόμευε αυτή τη δήλωση. Η διατλαντική σχέση πλέον δεν μπορεί να θεωρείται βασισμένη σε κοινές αξίες και ταυτότητες.
Στο πρώτο σενάριο, Ευρώπη και ΗΠΑ θα συναλλάσσονται όταν τα συμφέροντά τους συγκλίνουν, έστω και προσωρινά. Η σχέση θα περιορίζεται σε συναλλαγές ευκαιρίας, χωρίς συναισθηματικούς δεσμούς ή μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις, αλλά τουλάχιστον δεν θα χαρακτηρίζεται από έχθρα. Η Ευρώπη θα αποδέχεται βραχυπρόθεσμα τους δασμούς Τραμπ, αλλά θα ενισχύει τη στρατηγική αυτονομία και τη βιομηχανία άμυνας της Ουκρανίας, επεκτείνοντας παράλληλα το εμπόριο με άλλες χώρες, από τη Λατινική Αμερική έως την Ινδία. Η Ευρώπη θα μπορούσε επίσης να προωθήσει την ιδέα για ένα εναλλακτικό διεθνές σύστημα εμπορίου, ανεξάρτητο από τις ΗΠΑ. Αν και δεν αποτελεί το ιδανικό αποτέλεσμα, θα ήταν ένα σενάριο με το οποίο η Ευρώπη θα μπορούσε να ζήσει.
Οι ευρωπαϊκές αντιδράσεις σε αυτές τις εξελίξεις ενισχύουν την πιθανότητα αυτού του σκοτεινού σεναρίου. Τους τελευταίες έξι μήνες, οι Ευρωπαίοι ηγέτες φαίνεται να κολακεύουν τον Αμερικανό πρόεδρο και να υποχωρούν μπροστά του με υπερβολικές χειρονομίες και φωτογραφίες για τις κάμερες. Αυτό προκαλεί αμηχανία στους πολίτες και δείχνει ότι η Ευρώπη μπορεί να «αποικιοποιηθεί». Η αποδοχή ότι το παρελθόν ανήκει οριστικά στο παρελθόν είναι απαραίτητη για να αποφευχθεί ένα μέλλον όπου η Ευρώπη θα βρεθεί στο περιθώριο των διεθνών συμφερόντων.