Ενημερωτικό Portal του Ράδιο Γάμμα 94 FM, Πάτρα
 

Το συμβόλαιο έσπασε…

Του Αλκιβιάδη Κεφαλά*

Η υπόθεση ΟΠΕΚΕΠΕ, όπου κρατικοί λειτουργοί και κομματικοί μηχανισμοί μετατράπηκαν σε συμμορίες λεηλασίας ευρωπαϊκών πόρων, έσπασε το λεπτό νήμα εμπιστοσύνης που συνδέει πολίτη και Πολιτεία. Το κοινωνικό συμβόλαιο στην εκδοχή του Hobbes, Locke και Rousseau θεμελιώνεται στην υπόσχεση ότι ο πολίτης εκχωρεί ένα μέρος της ελευθερίας και των πόρων του (φόροι) για να αποκτήσει ασφάλεια, δικαιοσύνη και κοινή ωφέλεια.

Όταν όμως η Πολιτεία παύει να υπηρετεί το συλλογικό συμφέρον και λειτουργεί ως μηχανισμός ιδιοτελούς πλουτισμού και φορολογικής ληστείας, το συμβόλαιο παύει να ισχύει στην ηθική του διάσταση. Ο πολίτης βλέπει τους φόρους όχι ως κοινό έργο, αλλά ως φόρο υποτέλειας σε μια εσωτερική δουλεία.

Η άρνηση πληρωμής φόρων υπό αυτές τις συνθήκες αγγίζει το αρχέγονο ερώτημα «η ανυπακοή είναι πράξη δικαιοσύνης;». Ο Henry David Thoreau μέσα από το έργο του «Civil Disobedience» νομιμοποίησε την άρνηση των Αμερικανών να πληρώνουν τον «φόρο του τσαγιού» στη Βρετανία (Boston Tea Party, 1773), όχι επειδή αμφισβητούσαν την έννοια του φόρου, αλλά επειδή «η ηθική υπέρβαση του νόμου είναι δικαιολογημένη όταν το κράτος είναι άδικο».

Ο Étienne de la Boétie, στον «Λόγο περί εκούσιας δουλείας», έδειξε πως η τυραννία κυριαρχεί μόνο όσο οι άνθρωποι συναινούν ακόμη και σιωπηρά στην εξουσία της.

Στον «Πόλεμο της Γης» οι Ιρλανδοί εθνικιστές του 19ου αιώνα αρνήθηκαν να πληρώνουν φόρους στον αγγλικό θρόνο. Στην Κατοχή, εκτός από τον ένοπλο αγώνα η αντίσταση περιελάμβανε την αποφυγή κάθε είδους παροχής πόρων και τροφίμων στον κατακτητή.

Ηθικά, λοιπόν, τίθεται το ερώτημα «όταν το κράτος μετατρέπεται σε μηχανισμό λεηλασίας, είναι η φοροδιαφυγή κλοπή ή αυτοάμυνα»;

Ο πολίτης που αγαπά τον τόπο του, που θέλει να συμβάλει στο κοινό καλό, βρίσκεται εγκλωβισμένος σε έναν μηχανισμό που του ζητά να τροφοδοτήσει την ίδια του την εκμετάλλευση. Είναι σαν να ποτίζεις το δέντρο που σου ρουφά το αίμα.

Και τότε, η ηθική του ανθρώπου στρέφεται σε μια σιωπηρή ή εκκωφαντική στάση ανυπακοής, όχι ως κοινωνικό μίσος, αλλά ως έρωτας για τη δικαιοσύνη και την κοινωνία που θα μπορούσε να έχει υπάρξει. «Δεν είναι ο νόμος που γεννά τη δικαιοσύνη, είναι η δικαιοσύνη που καταλύει τον νόμο».

Εμείς, οι πολίτες, που βαδίζουμε στους δρόμους της χώρας που έχει πουλήσει την ψυχή της στο διάβολο, βλέπουμε καθαρά ότι οι φόροι μας κυλούν σαν ποτάμι μέσα σε υπόγειες στοές, εκεί όπου μαφιόζοι με κοστούμια και κομματικές σφραγίδες πίνουν από το κοινό μας ποτήρι. Το κράτος-μαφία, ντυμένο με την προβιά της δημοκρατίας, απαιτεί την υποταγή μας στο όνομα ενός κοινωνικού συμβολαίου. Όμως, το συμβόλαιο έσπασε. Η στιγμή που οι άρχοντες γίνονται συμμορίτες και μαφιόζοι είναι η στιγμή που η υπακοή μετατρέπεται σε συνενοχή.

Η πληρωμή φόρων σε τέτοιο καθεστώς δεν είναι δημόσιο καθήκον· είναι ο οβολός που ρίχνουμε στην κάσα της ίδιας μας της λεηλασίας. Συνεπώς, έχουμε δικαίωμα και χρέος να τραβήξουμε το χέρι μας από το τραπέζι της σήψης. Δεν μιλούμε για χαράκωμα στον ατομισμό, μα για οχύρωμα της συλλογικής αξιοπρέπειας. Δεν αρνούμαστε την ιδέα του φόρου, αρνούμαστε τον εκβιασμό που φορά το όνομά της. Η αληθινή κοινωνία δεν γεννιέται από  φόβο προστίμου ή φυλακής, αλλά από την εθελούσια συμβολή σε έναν κοινό σκοπό που δεν μας προδίδει.

Μέχρι να ξαναγραφτεί το συμβόλαιο, μέχρι οι θεσμοί να πάψουν να είναι θυρίδες πλουτισμού και γίνουν πάλι στέγες δικαιοσύνης, η συνείδηση είναι ανώτερη από τη συμμορία και η ανυπακοή δεν είναι ανομία και πράξη εγωιστικής φυγοπονίας, αλλά αυτοάμυνα και δικαιοσύνη.

Η νομιμότητα του κράτους δεν πηγάζει μόνο από την ισχύ του, αλλά από την ηθική του νομιμοποίηση. Όταν αυτή χαθεί, η υποχρέωση υπακοής μετατρέπεται σε ερώτημα συνείδησης.

*Διδάκτωρ Φυσικής του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ, UK, τ. διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών

Μοιραστείτε το άρθρο
Χωρίς σχόλια

Αφήστε ένα σχόλιο