Του Κώστα Πρώιμου
-Mαμά, όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω ινφλουένσερ!
Οι γονείς που είχαν κάνει «πηγαδάκι», κατά τη διάρκεια του παιδικού πάρτι στο σπίτι της γειτόνισσας ξέσπασαν σε γέλια από τη γεμάτη αυθορμητισμό δήλωση της πιτσιρίκας.
-Γιατί καλή μου; Ρώτησε δήθεν με αφέλεια η μητέρα της…
-Γιατί είναι όμορφες, όλοι τις αγαπούν και τους δίνουν πολλά λεφτά, μας το έλεγε η Δήμητρα χθες στο σχολείο και μας έδειχνε!
– Tι σας έδειχνε; Ρώτησε με μια επιφύλαξη και έναν ψιλοτρόμο έκδηλο στα μάτια της η μαμά…
-Πόζες, μαγιό, ωραία αυτοκίνητα, παραλίες και διακοπές! Μαμά, θέλω κι εγώ να πάμε εκεί που πάει η Τούνη! Πλήζ! Πλήζ! Η έρημη μήτηρ δεν απάντησε και σαφέστατα προσπάθησε να προσπεράσει τις πρόωρες ανησυχίες της μικρής στρέφοντας δίχως δεύτερη σκέψη το ενδιαφέρον της στις συζητήσεις των «μεγάλων».
-Ρε παιδιά, δεν πάει άλλο, έχουμε να βγούμε έξω με τη Χριστίνα πέντε μήνες! Περιμένουμε κάποιος να οργανώσει παιδικό πάρτι για να συναντήσουμε κι άλλους γονείς, να πούμε μια κουβέντα! Κάθε μήνα λέω, ότι τούτη τη φορά, κάποιον θα τρενάρω στις πληρωμές για να βάλουμε στην τσέπη 100 ευρώ να πάμε για ένα φαγητό και ποτό και όλο στον κουβά μπαίνω! Φανερά αγανακτισμένος ο Νίκος, ο πατέρας της Δέσποινας, έλεγε τον πόνο του στην παρέα.
-«Καλώς ήρθες στο κλαμπ», του είπε με παρηγορητικό ύφος και συνάμα κρυφό-χαιρέκακο ο Γιώργος, ο μπαμπάς της Ελπίδας. – Και που ‘σαι ακόμη, δεν υπάρχει πάτος αυτή τη φορά. Κάτσε μην κοπούν τελείως και τα παιδικά πάρτι. Εμείς, δεν σας κρύβω ότι το σκεφτόμαστε αν θα κάνουμε κάτι στα γενέθλια της μικρής εφέτος. Δεν βγαίνει ο λογαριασμός από πουθενά. Ούτε που μπορούσαμε να τα διανοηθούμε αυτά τα τραγελαφικά πριν από μερικά χρόνια, όταν νομίζαμε πως ζούσαμε μια «μνημονιακή» κρίση η οποία θα περνούσε…
-Κάθε βράδυ Σαββάτου περπατάω, έτσι για να ξελαμπικάρω, είπε ο μπαμπάς Τάσος, που μπήκε στην κουβέντα και συνέχισε: Μας τα ‘φερε και κάναμε δίδυμα όπως θα γνωρίζετε οι περισσότεροι! Τρελάθηκα από τη χαρά μου και η Στέλλα μαζί μου όταν μας το ανακοίνωσε ο γιατρός! Με τη μία προσπάθεια διπλή χαρά! Έτσι το είδαμε! Και δεν είναι ρε παιδιά ότι μετανιώνω, αίμα μας είναι! Αλλά πείτε μου, του χρόνου πρέπει να αρχίσουν διπλά Αγγλικά, όλο μεγαλώνουν και κάθε τρεις και λίγο άντε να αγοράσουμε καινούργια ρούχα, παπούτσια! Με δύο χιλιάρικα το μήνα που βγάζουμε εγώ και η γυναίκα μου και με ενοίκιο εξακόσια πενήντα ευρώ στα 85 τετραγωνικά σε πολυκατοικία σαράντα ετών, πείτε μου: Πώς παίζεται αυτό το έργο; Πώς θα τραφούν τέσσερα στόματα;
Σας έλεγα λοιπόν, ότι τα βράδια του Σαββάτου, νωρίς δηλαδή, κατά τις οκτώ, το ρίχνω στο βάδην για να ξεδώσω λίγο και να σκεφτώ. Έξω βλέπω μόνο πιτσιρίκια να κυκλοφορούν από 13 μέχρι 17… Με ένα μπέργκερ στο χέρι ή καμιά μπύρα στα κρυφά. Απορώ και πάλι, γιατί είμαι «βαθιά μέσα στο πρόβλημα», από πού περισσεύουν στους γονείς τους; Εμείς έχουμε δέκα μήνες να βγούμε έξω… Πού να τους πάω ρε; Θέλουμε εξήντα ευρώ για βάφλες και αναψυκτικά τέσσερα άτομα σε μαγαζί. Παιδιά είναι, δεν γίνεται να τους στερείς τα πάντα!
Ξάφνου, πλησιάζει τους «μεγάλους» ένα μούτρο πιτσιρικάς, αρκετά συμπαθητικός όμως, ο γιός του Αργύρη και ρωτάει:
-Μπαμπά, πώς μπορώ να γίνω μαφιόζος; Έκπληκτος ο Αργύρης με γουρλωμένα μάτια και μην ξέροντας αν πρέπει να κλάψει ή να γελάσει του απάντησε σαστισμένος, ενώ οι υπόλοιποι χαμογελούσαν αμήχανα…
– Γιατί αγόρι μου; Δεν είναι καλό αυτό που θες να γίνεις! Πού το άκουσες;
-Να μπαμπά, χθες ο Άκης μας έλεγε ότι άκουσε τον πατέρα του να λέει, γιατί χρωστάει λεφτά, ότι μέχρι και μαφιόζος θα γινόταν αν γύριζε το χρόνο πίσω και ήταν πιο νέος. Σκέφτηκα για να μη χρωστάμε κι εμείς να γίνω μαφιόζος από τώρα που είμαι μικρός…