Του Χρήστου Μπολώση
Το στεφάνι μου συμμορφώνεται πάραυτα με τις εκάστοτε κυβερνητικές συστάσεις.
«Να μπεις στο e-katanalotis να βρεις πού πουλάνε φτηνά μακαρόνια, ζάχαρη, γάλα, καφέ, αβγά και πράσα και να πας να τα πάρεις από εκεί, που δίνουμε τζάμπα τα λεφτά μας στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς».
Προς στιγμήν θέλησα να εκθέσω τις αντιρρήσεις μου, αρκούντως αιτιολογημένες, αλλά ανέκρουσα πρύμναν διότι μάλλον θα ήταν τζάμπα κόπος.
Μπήκα λοιπόν στο e-katanalotis και άρχισα το ψάξιμο.
Μόλις τελείωσα, είπα «γυναίκα, φεύγω» και τη φίλησα. Σαν να παραξενεύτηκε λίγο, αλλά δεν το σχολίασε.
Κατά τις 6 το απόγευμα και αφού είχαν προηγηθεί αρκετά τηλεφωνήματα («Έλα, πού είσαι; Αργείς;»), φτάνω σπίτι φορτωμένος με τα καλούδια.
«Λοιπόν;» ρώτησε ανυπόμονο το στεφάνι μου.
«Άκουσε. Βρήκα φθηνά μακαρόνια στο Λαύριο, ζάχαρη στη Μάνδρα, γάλα και καφέ σε κεντρικό σούπερ μάρκετ, αβγά στα Μέγαρα και πράσα στον Μαραθώνα. Τα πέτυχα φθηνότερα από 3 έως 5 λεπτά το καθένα. Έδωσα 10 ευρώ στο πάρκινγκ στο κέντρο της Αθήνας απ’ όπου ψώνισα γάλα και καφέ, και έκαψα συνολικά περίπου 30 ευρώ βενζίνη, χώρια που όλη μέρα ήμουν στους δρόμους».
«Πώς είπες; Τρία με 5 λεπτά φθηνότερα; Δηλαδή συνολικά είχαμε κάπου 1 ευρώ κέρδος. Μπράβο» συμπέρανε περιχαρής η γυναίκα μου.
Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου!